Shedia

EN GR

29/01/2014

Κι αν είναι η αγάπη αµαρτία! του Σπύρου Ζωνάκη

Ένα φιλί και μια ακόμη ευρωπαϊκή καταδίκη επανέφεραν στο προσκήνιο το ζήτημα της επίσημης αναγνώρισης των ομόφυλων ζευγαριών
 
Θεοφάνεια 2014: Πειραιάς. Την ώρα που ο  Μητροπολίτης Σεραφείμ ρίχνει το σταυρό, δεκάδες ομόφυλα ζευγάρια ανταλλάσσουν φιλιά και ταράζουν τα ομοφοβικά νερά διακηρύσσοντας: «Δεν κρυβόμαστε. Δεν σωπάμε. Δεν απολογούμαστε. Απαιτούμε ίσα δικαιώματα».  Αφορμή για αυτή την ακτιβιστική κίνηση ήταν η  πρόσφατη καταδίκη της ελληνικής πολιτείας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Δικαιωμάτων του Ανθρώπου  για τον αποκλεισμό των ομόφυλων ζευγαριών από το σύμφωνο συμβίωσης που νομοθέτησε το 2008,  που κρίθηκε ως παράνομη διάκριση σε βάρος τους. Μια απόφαση που έχει, έκτοτε, πυροδοτήσει έναν έντονο δημόσιο διάλογο στη χώρα μας  για τη νομική κατοχύρωση  των ομόφυλων σχέσεων, από τον οποίο δεν λείπουν οι κραυγές και οι στερεοτυπικές εικόνες. 
 
 
 «Η Ελλάδα και η Λιθουανία αποτελούν τα μοναδικά ευρωπαϊκά  κράτη που θέσπισαν σύμφωνο συμβίωσης που απευθύνεται αποκλειστικά σε ετερόφυλα ζευγάρια, δηλαδή σε αυτούς που, έτσι και αλλιώς, μπορούν να παντρευτούν. Η ελληνική κυβέρνηση  υποχρεούται να συμμορφωθεί άμεσα με την απόφαση του Δικαστηρίου του Στρασβούργου και να πράξει το αυτονόητο: να αναγνωρίσει μια κοινωνική πραγματικότητα και να μην αρνείται σε μια ομάδα ανθρώπων, λόγω του σεξουαλικού τους προσανατολισμού, το θεμελιώδες δικαίωμά τους  να αποφασίζουν ελεύθερα αν, πότε και με ποιον (ποια) θα συμβιώσουν και θα διαμορφώσουν την κοινή οικογενειακή τους ζωή», σημειώνει ο νομικός Βαγγέλης Μάλλιος, γενικός γραμματέας της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και συνήγορος  των τεσσάρων ομόφυλων ζευγαριών που είχαν προσφύγει στο Στρασβούργο κατά της Ελλάδας.
«Δεδομένου, μάλιστα, ότι το υπάρχον σύμφωνο συμβίωσης είναι από τα πιο ανεπαρκή της Ευρώπης, καθώς δεν περιέχει ζητήματα συνταξιοδοτικού, φορολογικού, ασφαλιστικού και εργασιακού χαρακτήρα, απαιτείται όχι μόνο μια απλή συμπερίληψη των ομόφυλων ζευγαριών αλλά και ένα σαφώς πιο ολοκληρωμένο νομοθέτημα», συνεχίζει ο κ. Μάλλιος.
 
 
 «Απλώς αγαπιόμαστε»
 
 Πόσο απαραίτητο είναι, όμως, το σύμφωνο συμβίωσης για έναν ομοφυλόφιλο; 
 
«Συζώ με τον Γιάννη εδώ και 30 χρόνια. Δεν κάνουμε ούτε κάτι αμαρτωλό ούτε κάτι ανήθικο. Απλώς, αγαπιόμαστε. Για το ελληνικό κράτος, όμως, που εθελοτυφλεί, είμαστε τυπικά ανύπαρκτοι. Αν εισαχθεί ο σύντροφός μου στο νοσοκομείο, δεν μπορώ να ζητήσω πληροφορίες για την υγεία του, διότι δεν είμαι συγγενής. Αν ένας από τους δυο μας πεθάνει, ο άλλος θα βρεθεί στο δρόμο, αφού δεν έχει κληρονομικά δικαιώματα στο σπίτι που συγκατοικούμε. Δεν μπορούμε να ανοίξουμε κοινό τραπεζικό λογαριασμό, να υποβάλουμε μαζί φορολογική δήλωση, να τύχει ο ένας της ασφαλιστικής κάλυψης του άλλου. Η νομιμοποίηση της σχέσης μας θα σημάνει πως δεν αποτελούμε, πλέον, πολίτες δεύτερης κατηγορίας», περιγράφει στη «σχεδία» τη δύσκολη πραγματικότητα που βιώνει με το σύντροφό του ο Δημήτρης Κ.
 
«Πολλοί ομοφυλόφιλοι το κρύβουν (σ.σ. χαρακτηριστικό ότι ο Δημήτρης Κ. δεν θέλησε να γραφτεί το πλήρες όνομά του). Παντρεύονται μια γυναίκα και τα βράδια κάνουν σεξ με άνδρες στο πάρκο. Υπάρχουν περιπτώσεις γονιών που κλειδώνουν τα παιδιά τους μέχρι ν’ αλλάξουν συμπεριφορά. Κι άλλοι τα στέλνουν σε ψυχιάτρους. Λαμβάνουμε τηλεφωνήματα και email από έφηβους που αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα αποδοχής από το οικογενειακό τους περιβάλλον. Αρκετοί έχουν οδηγηθεί στην αυτοκτονία, ενώ ο εκφοβισμός παιδιών στα ελληνικά σχολεία εξαιτίας του σεξουαλικού τους προσανατολισμού αυξάνεται».,επισημαίνει ο Λύο Καλοβυρνάς, σύμβουλος ψυχικής υγείας και μέλος της ΜΚΟ «Σύνθεση-Ενημέρωση, Ευαισθητοποίηση, Έρευνα για το HIV/AIDS», που παρέχει ψυχική και ηθική υποστήριξη σε ομοφυλόφιλους και οροθετικούς.
 
«Η νομική κατοχύρωση των ομόφυλων σχέσεων, πέραν της αποκατάστασης τεράστιων ανισοτήτων και αδικιών, θα συντελέσει στην άρση του στίγματος που βιώνουν οι ομοφυλόφιλοι, θα συμβάλει στην επίλυση των ψυχοκοινωνικών τους προβλημάτων, ενώ θα δράσει και παιδαγωγικά στην αλλαγή κοινωνικών αντιλήψεων και πρακτικών», καταλήγει ο κ. Καλοβυρνάς.
 
 
Ουσιώδεις διαφορές
 
Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, δεκαεπτά χώρες (Ανδόρα, Αυστρία, Βέλγιο, Τσεχία, Φινλανδία, Γαλλία, Γερμανία, Ουγγαρία, Ισλανδία, Ιρλανδία, Λιχτενστάιν, Λουξεμβούργο, Ολλανδία, Σλοβενία, Ισπανία, Ελβετία και Ηνωμένο Βασίλειο) έχουν προχωρήσει στη νομοθετική αναγνώριση της συμβίωσης ατόμων του ίδιου φύλου. Οι ευρωπαϊκές νομοθεσίες για την «καταχωρημένη συμβίωση» είτε αφορούν αποκλειστικά τα ομόφυλα ζευγάρια (π.χ. Κροατία, Τσεχία, Γερμανία, Πορτογαλία, Σουηδία, Ηνωμένο Βασίλειο, Σλοβενία) είτε εκτείνουν την ισχύ τους τόσο στα ομόφυλα όσο και στα ετερόφυλα ζευγάρια (π.χ. Βέλγιο, Γαλλία, Ουγγαρία, Λουξεμβούργο, Ολλανδία). Παράλληλα, πέρα από τη χώρα μας, άλλα δέκα κράτη-μέλη της ΕΕ (Ιταλία, Κύπρος, Μάλτα, Σλοβακία, Λετονία, Λιθουανία, Εσθονία, Ρουμανία Βουλγαρία, Πολωνία) δεν προβλέπουν καμία μορφή νομικής ρύθμισης της σχέσης ομόφυλων ζευγαριών.
 
Τα σύμφωνα συμβίωσης παρουσιάζουν ουσιώδεις διαφορές από χώρα σε χώρα. Ενώ σε πολλά κράτη εξασφαλίζουν δικαιώματα παρόμοια, αν και όχι ίσα, με αυτά του γάμου (π.χ. Γερμανία, Ηνωμένο Βασίλειο, Αυστρία, Τσεχία, Ολλανδία), σε άλλα,  τα προνόμια που παρέχουν είναι σαφώς υποδεέστερα εκείνων του γάμου. Ενδεικτικά, στη Γαλλία όσοι συνάπτουν το αστικό σύμφωνο αλληλεγγύης απολαμβάνουν περιορισμένα κληρονομικά και ασφαλιστικά δικαιώματα σε σχέση με τους έγγαμους, ενώ στη Σλοβενία τα κοινωνικά δικαιώματα των ομόφυλων ζευγαριών  υπολείπονται αισθητά  εκείνων των παντρεμένων ετερόφυλων.
 
 Επιπλέον, 10 ευρωπαϊκές χώρες (η Ολλανδία το 2001, το Βέλγιο το 2003, η Ισπανία το 2005, η Σουηδία το 2009, η Νορβηγία το 2009, η Πορτογαλία το 2010, η Ισλανδία το 2010, η Γαλλία το 2013, η Μεγάλη Βρετανία –μονάχα η Αγγλία και η Ουαλία–  το 2013) έχουν, ήδη, αναγνωρίσει το δικαίωμα των ομόφυλων ζευγαριών να παντρεύονται με πολιτικό γάμο. Μάλιστα, στη Νορβηγία, τη Σουηδία και τη Δανία (η πρώτη χώρα που νομιμοποίησε τις ομόφυλες σχέσεις το 1989), ο γάμος αντικατέστησε το σύμφωνο συμβίωσης, ενώ στις δύο τελευταίες, πέραν του πολιτικού, επιτρέπεται και ο θρησκευτικός γάμος μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου. Στον αντίποδα, σε μια σειρά χωρών της Ανατολικής Ευρώπης (π.χ. Πολωνία, Σερβία, Ουγγαρία, Ουκρανία, Λιθουανία) ο γάμος ορίζεται συνταγματικά ως η ένωση ενός άνδρα και μιας γυναίκας.
 
Το ζήτημα της καθιέρωσης  πολιτικού γάμου μεταξύ ατόμων του ίδιου φύλου  και στην Ελλάδα προκαλεί διχογνωμία των νομικών και συνταγματολόγων. Είναι εφικτή, σήμερα, η τέλεση ενός τέτοιου γάμου;
 
«Η χώρα μας μπορεί να προχωρήσει  σε ρητή νομοθετική επέκταση της δυνατότητας σύναψης γάμου και στα ομόφυλα ζευγάρια. Κάτι τέτοιο δεν έρχεται σε σύγκρουση με το Σύνταγμα, καθώς η  συνταγματική εγγύηση του θεσμού του γάμου δεν αποβλέπει  στη διαιώνισή του ως ενός αποκρυσταλλωμένου κοινωνικού μορφώματος με αναλλοίωτα δομικά  χαρακτηριστικά, όπως η διαφορά φύλου, αλλά στην προστασία αυτών που επιλέγουν να παντρευτούν»,  τονίζει ο κ. Μάλλιος.
 
 
Κοινωνική αναγνώριση
 
Εκφράζοντας αντίθετη άποψη, ο Γιώργος Κατρούγκαλος, Καθηγητής Δημοσίου Δικαίου στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης, ισχυρίζεται πως «ο θεσμός του γάμου έχει ιστορικά διαμορφωμένο περιεχόμενο και προστατεύεται  συνταγματικά σύμφωνα με το νόημα που έχει στην κρατούσα κοινωνική συνείδηση. Ο νομοθέτης, συνεπώς, (ή ακόμη καλύτερα το εκλογικό σώμα με δημοψήφισμα) έχει την αρμοδιότητα να ερμηνεύσει αν η μέση κοινωνική αντίληψη της εποχής έχει εξελιχθεί τόσο ώστε να αναγνωρίζει τελικά γάμο και μεταξύ ομοφύλων και, αναλόγως, να τον προβλέψει ή όχι. Αντίστοιχα, νέα δικαιώματα, όπως αυτά των ομόφυλων ζευγαριών στην υιοθεσία, δεν μπορούν  να καθιερωθούν χωρίς την προηγούμενη κοινωνική τους αναγνώριση, η οποία, στην παρούσα φάση, δεν είναι, κατά τη γνώμη μου, δεδομένη». 
 
Εννέα κράτη της Ευρώπης (Γερμανία, Βέλγιο, Δανία, Ισπανία, Ισλανδία, Νορβηγία, Ολλανδία, Ηνωμένο Βασίλειο και Σουηδία) έχουν θεσπίσει και τη δυνατότητα υιοθεσίας από ομόφυλα ζευγάρια, μέσω των νομοθετημάτων με τα οποία έχουν κατοχυρώσει θεσμικά είτε τη συμβίωση είτε το γάμο προσώπων του ίδιου φύλου.
 
Σύμφωνα με τη Δήμητρα Κογκίδου, Καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, «έχουμε πολύ δρόμο μπροστά μας για την κοινωνική αποδοχή και ικανοποίηση του δικαιώματος των ομόφυλων ζευγαριών  στη γονεϊκότητα μέσω της υιοθεσίας.  Εξάλλου, και σε χώρες που αναγνωρίζουν την ομόφυλη συμβίωση, η υιοθεσία προκαλεί ακόμα αντιδράσεις. Η βασική επιχειρηματολογία είναι ότι δεν είναι “προς το συμφέρον του παιδιού” να μεγαλώνει σε μια οικογένεια  με ομόφυλους γονείς. Το επιχείρημα αυτό είναι, σε μεγάλο βαθμό, αποτέλεσμα προκαταλήψεων, καθώς δεν ανταποκρίνεται στα σύγχρονα επιστημονικά δεδομένα που καταδεικνύουν ότι τα παιδιά που ανατρέφονται σε ομόφυλες οικογένειες δεν υστερούν σε τίποτα από αυτά που μεγαλώνουν σε ετερόφυλες Η ποιότητα και η αξία μιας οικογένειας και ενός γονέα δεν σχετίζονται με τη σεξουαλική ταυτότητα, αλλά ορίζονται από την αγάπη, τη φροντίδα και την υπευθυνότητα». 
 
Ποια είναι, όμως, η επίσημη άποψη της Εκκλησίας για τη θεσμοθέτηση του συμφώνου συμβίωσης; Με εγκύκλιο της,  η Ιερά Σύνοδος τάχθηκε εναντίον του, θεωρώντας το «βαθιά θεολογική και κοινωνική αλλοίωση του θεσμού της οικογένειας», αποφεύγοντας, ωστόσο, να χαρακτηρίσει την ομοφυλοφιλία «ψυχοπαθολογική εκτροπή», «πορνεία» ή «θανάσιμο αμάρτημα», όπως την έχουν αποκαλέσει  ορισμένοι ιεράρχες.
 
Όπως επισημαίνει ο  πατέρας Βασίλειος Θερμός, ψυχίατρος και Επίκουρος Καθηγητής Ποιμαντικής στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία Αθήνας, «μπορούμε να πούμε με βεβαιότητα  πως δεν ισχύει η παλιά εκκλησιαστική αντίληψη ότι η ομοφυλοφιλία συνιστά αμάρτημα για το οποίο κανείς οφείλει να μετανοήσει. Δεν είναι κάποιος υπεύθυνος για τις κλίσεις  και τις  προδιαθέσεις του, αλλά για το πώς τις χειρίζεται», ενώ για τη νομιμοποίηση των ομόφυλων σχέσεων σχολιάζει πως «η πολιτεία μπορεί να  θεσπίζει νόμους για να προστατεύει αστικά δικαιώματα σε μια κατάσταση που λειτουργεί ντε φάκτο. Το να αποδεχθούμε, όμως, το σύμφωνο συμβίωσης και για τα ομόφυλα ζευγάρια δεν σημαίνει ότι οφείλουμε να εγκρίνουμε την επέκταση της έννοιας της οικογένειας και του γάμου σε αυτά. Αν θέλουμε να ορίσουμε το γάμο και την οικογένεια, θα πρέπει να σκεφθούμε πολύ σοβαρά τι σημαίνει η διάκριση των ανθρώπων σε δύο φύλα και ποιους σκοπούς εξυπηρετεί. Το ζήτημα δεν είναι μόνο νομικό, έχει φιλοσοφικές και θεολογικές προεκτάσεις, γι’ αυτό και δικαιούται και η Εκκλησία να συμμετέχει στη δημόσια συζήτηση».
 
Κήρυγμα μίσους
 
«Αν μια φορά δεν έχει  σε μια χριστιανική κοινότητα κάποιος δικαίωμα να είναι αιμομίκτης, εκατό φορές δεν έχει δικαίωμα να είναι ομοφυλόφιλος». «Ποιος σας είπε ότι η Εκκλησία αναγνωρίζει “δικαίωμα” στη διαστροφή; Όχι μόνο το καυτηριάζει, αλλά και αποκόπτει τους τύπους που λέγονται ο-μοφυλόφιλοι; . “ Έχει ο οποιοσδήποτε δικαίωμα να ζει ως άνθρωπος. Αυτό, όμως, το δι¬καίωμα κατ' ουσίαν το απορρίπτει ο ομοφυλόφιλος. Η ζωή νοείται μόνο φυσι¬ολογική. Και φυσιολογικά υπάρχουν μόνο ή άντρες ή γυναίκες. 'Αλλα ανθρώ¬πινα όντα, μη όντα άντρες ή γυναίκες, δεν υπάρχουν». Τα συγκεκριμένα λόγια είναι αποσπάσματα ενός άρθρου του αρχιμανδρίτη πατέρα Δανιήλ Αεράκη με τίτλο «Έχει δικαίωμα η ομοφυλοφιλία;», που αναρτήθηκε  το τελευταίο διάστημα σε διάφορα blogs.   Δυστυχώς, ορισμένες εκκλησιαστικές φωνές συγχέουν το μήνυμα αγάπης με τη ρητορική μίσους και τον μεσσιανικό με τον μεσαιωνικό λόγο.
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ