Shedia

EN GR

26/06/2013

«Έβγαινα να µαζέψω αγριολούλουδα». Συνέντευξη του Τάκη Σπυρόπουλου στην οµάδα C-J-Y

Στην τελευταία δουλειά του Τάκη Σπυρόπουλου η φωτογραφία αρθρώνει λόγο καθαρό και ελπιδοφόρο.
 
Συνέντευξη του Τάκη Σπυρόπουλου στην ομάδα C-J-Y**
 
Συναντήσαμε τον Τάκη Σπυρόπουλο στο στούντιό του στα Εξάρχεια. Η έρευνα διαφόρων πεδίων στα πλαίσια της AGORA, της 4ης Μπιενάλε της Αθήνας, έφερε στα χέρια μας το βιβλίο του «X–ΑΡΧΕΙΑ uncensored, τα συνθήματα και τα graffiti των Εξαρχείων, 2009–2012». Οι σελίδες του βιβλίου μάς οδήγησαν κατευθείαν στην πόρτα του. Μας υποδέχτηκε χωρίς δισταγμούς και ξεκίνησε την χειμαρρώδη αφήγηση της περιπέτειας που τον οδήγησε σε «ένα φωτογραφικό βιβλίο που διαβάζεται». 
 
 
Τ.Σ : Αισθάνθηκα πάλι ενεργός. Ήμουν φωτογράφος είκοσι χρόνια. Ξαφνικά γκρεμίστηκε το σύμπαν γύρω μας, οι δουλειές, τα πάντα. Κι εγώ ήμουν στο κενό. Όμως δεν μπορούσα να αποδεχτώ ότι κάποιοι άλλοι αποφάσισαν για μένα πως «τέλος η φωτογραφία, κι αυτό ήτανε». Το βιβλίο, λοιπόν, ήταν για μένα γιατρειά, η ψυχανάλυσή μου, μια ευκαιρία να βγαίνω στους δρόμους να καταγράφω και ν’ αποτυπώνω αυτά που βλέπω γύρω μου. 
 
Μετά τη δολοφονία του Γρηγορόπουλου και την έκρηξη της κατάστασης έβλεπα ότι τα συνθήματα γίνονταν όλο και πιο πολιτικά, πιο επεμβατικά, πιο κοινωνικά. Με κρατούσαν, μου έδιναν ώθηση να συνεχίσω. Ένιωθα ότι ήταν ένα κοινωνικοπολιτικό ημερολόγιο που ξετυλιγόταν στην πόλη και με κάποιο τρόπο ήθελα να το διασώσω, να το κρατήσω και να το αναδείξω.
 
Η δουλειά μου ήταν τα πορτρέτα. Ήμουν μέρος του συστήματος ξεκάθαρα. Έβλεπα λοιπόν ότι εδώ η πόλη βράζει. Στη δουλειά μου, στα πορτρέτα, σκοπός μου ήταν να αναδείξω το καλύτερο του φωτογραφιζόμενου, να γίνω εγώ το χαλί και να βγάλω την προσωπικότητα του άλλου, ό,τι έχει να δώσει. Έτσι αντιμετώπισα και τα συνθήματα. Χωρίς φωτογραφικά «εγώ», επικεντρώθηκα στο τι έλεγε στους τοίχους, στα σταξίματα της μπογιάς, μπήκα μέσα τους. Τρεις μήνες μας πήρε να το στήσουμε. Σαράντα μέρες δούλευα συνέχεια για ώρες, ώστε να τονίσω το σύνθημα που κάποιος έγραψε αυθόρμητα και πρόχειρα. 
 
Κι η αλήθεια είναι ότι πήγαινα εντελώς στα τυφλά. Δεν είχε ξαναγίνει κάτι τέτοιο. Δεν είναι ένα βιβλίο για τα γκράφιτι. Εμένα αυτό που με κινητοποίησε ήταν αυτό που λέχθηκε στους δρόμους κι αυτό ήθελα να διαχυθεί και παραέξω. Ότι δηλαδή εδώ ο κόσμος αγωνιά, φωνάζει, επαναστατεί και φαίνεται ξεκάθαρα. Πράγματα που δύσκολα θα μπαίνανε σε ένα mainstream έντυπο είχα την ευκαιρία να τα δείξω όπως τα είδα. Όπως είναι δηλαδή. 
 
 
ΑΒ4:Γιατί τα Εξάρχεια;
Γιατί σαφέστατα συμβολίζουν την ελευθεριακή σκέψη. Πιστεύω ότι οποιοσδήποτε κι αν έγραφε κάτι στην πόλη θα το έγραφε και στα Εξάρχεια. Ήθελα επίσης να έχω τον έλεγχο του τι ανανεώνεται, τι γίνεται στους τοίχους. Μπορούσα τα Εξάρχεια να τα γυρνάω και να τα παρακολουθώ. Αν για παράδειγμα ψάξεις στο Πολυτεχνείο μπορείς να δεις συνθήματα από τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα είδα πρόσφατα. Παρόμοια μάλιστα με τα σημερινά, κάποια και ίδια.
 
Έχω το στούντιο στα Εξάρχεια από το 2007. Κάθε μέρα έβλεπα δύο συνθήματα απέναντι που μου αρέσανε πολύ. Το ένα είναι αυτό που λέει «Φτάνει πια» το οποίο δεν το έχουνε σβήσει. Κι ένα άλλο που έλεγε «Η δράση αντικαθιστά τα δάκρυα» που με κινητοποίησε πάρα πολύ. Όπως και η γνωστή ρήση του Καζαντζάκη για την ευθύνη, που ενώ την ήξερα από πριν, βλέποντάς την στον τοίχο ένιωσα διαφορετικά.
 
Εδώ, λοιπόν, υπάρχουν τα πάντα. Θα βρεις συνθήματα από συγκεκριμένες δεξαμενές αναρχικές, ακροαριστερές, κομμουνιστικές, ποδοσφαιρικές, μέχρι ερωτικά συνθήματα, αλλά και κάποια αυθόρμητα που μου κέντρισαν ακόμα περισσότερο το ενδιαφέρον. Αυτά που δεν εντάσσονται σε δεξαμενές. Αυτά ήταν που γούσταρα πολύ και τα έψαχνα σε κάθε σημείο.
 
 
ΑΒ4: Σ’ αυτή τη δουλειά λειτούργησε καθόλου μέσα σου η ιδέα της ιστορικής καταγραφής και συνέχειας;
 
Δεν είμαι ιδιαίτερα θεωρητικός τύπος. Από μικρός θεωρώ τον εαυτό μου σαν ταύρο σε υαλοπωλείο. Δεν με νοιάζει η θεωρία, λειτουργώ ενστικτωδώς. Ξεκίνησα να το κάνω αρχικά για το κέφι μου. Έκανα ένα δύο μικρά αντίτυπα, και τα βλέπαμε με φίλους που παρακινούσανε να προχωρήσω. Κι έτσι άρχισα να το κάνω πιο συστηματικά. Γενικά, άργησα να καταλάβω τη σημασία της φωτογραφίας ως ντοκουμέντο. Είχα κυρίως αισθητικές ανησυχίες και δεν ενδιαφερόμουν γι’ αυτή την πλευρά της. 
 
Όμως η φωτογραφία είναι ντοκουμέντο από μόνη της. Οπότε συν τω χρόνω μπορεί να αποκτά μια άλλη δυναμική που ξεπερνά τον οποιονδήποτε. Και πορεύεται. Αυτή είναι η μοίρα της εικόνας.
 
Όταν, λοιπόν, συγκεντρώθηκε το υλικό μιας τριετίας, έπρεπε να το συνθέσω με κάποια σειρά που να έχει ροή νοηματική και αφηγηματική. Άπλωσα λοιπόν τα συνθήματα παντού κι έκανα παζλ. Κάπου το ένα συμπληρώνει το άλλο, το ένα απαντά στο άλλο. Τα παρεμφερή έχουν ομαδοποιηθεί. Ας πούμε έχουν ομαδοποιηθεί αυτά που ήταν παραλλαγές για τους «μπάτσους». Γενικά έπαιξα πια, ελεύθερα. 
 
Τελικά, κάποιος ιστορικός τέχνης είπε ότι αυτό είναι μεταξύ ιστορικού ντοκουμέντου και προσωπικού ημερολογίου. Κάπου εκεί είναι, γιατί σίγουρα είναι και υποκειμενικό. Έχει φιλτραριστεί κι απ’ το δικό μου μάτι.
 
 
ΑΒ4: Σαν φωτογράφος δουλεύεις με κάτι που δεν έχει ήχο. Η φωτογραφία ζει με τη σιωπή. Αυτή η δουλειά είναι σαν να έχεις βάλει φωνή, λόγο, αφήγηση πέρα από την εικόνα.
 
Είναι ένα φωτογραφικό βιβλίο που διαβάζεται. Άρα δεν είναι καθαρά φωτογραφικό. 
 
ΑΒ4: Είναι λόγος εμπλουτισμένος με εικόνα, και αυτό είναι κάτι διαφορετικό από αυτό που ήσουνα. Τι έχει αλλάξει στον τρόπο που αντιλαμβάνεσαι τη φωτογραφία βάζοντας το λόγο στην πρακτική σου;
 
Γενικά δεν μου άρεσε ποτέ να βάζω ταμπέλες στη δουλειά μου. Είδα, ένιωσα κι έκανα αυτό. Έμαθα κάτι παραπάνω σε σχέση με τον εαυτό μου. Με απελευθέρωσε το να ξεφύγω από τις ταμπέλες που μπορεί ο ίδιος να είχα δημιουργήσει. Με απελευθέρωσε που έκανα κάτι που δεν είχα ξανακάνει, που σχετιζόταν με την κουλτούρα των δρόμων της πόλης, που τη βίωνα, αλλά δεν είχα μπει ποτέ στη διαδικασία να την καταγράψω. Δεν είχα ποτέ φωτογραφίσει γκράφιτι. Εσωτερικές ανάγκες με οδηγήσανε στο να το κάνω. Ήθελα με το μέσο που κατέχω να κάνω μια δήλωση: «Παιδιά εδώ ο κόσμος βράζει. Δείτε το κι εσείς». 
 
Εγώ δεν θα πιανα ποτέ ένα σπρέι για να γράψω στον τοίχο. Ένας φίλος μου λέει πως πήρα το δικό μου «καλάσνικοφ». Δεν θα το πω έτσι ακραία, όμως ένιωσα ότι από την πλευρά μου αναδείκνυα κάτι που υπάρχει και πολλοί δεν θα είχαν την τύχη να το δούνε. Όσοι θέλουν να δουν αλλιώς την ιστορία θα μπορούσαν με τα συνθήματα να πάρουν μια εικόνα της πόλης και της συγκεκριμένης περιόδου.
 
Ούτε ταμπέλα θα ήθελα, ότι τώρα κάνω αυτού του είδους τη φωτογραφία. Στο βιβλίο υπάρχει ο ρεαλισμός, η πόλη, ενώ παράλληλα τρέχω μια δουλειά που είναι λυρική, που ξεκινάει από το ιδεατό μου, το ονειρικό.
 
 
ΑΒ4: Πώς βλέπεις να αλλάζει το εργαλείο της φωτογραφίας μέσα από τι διάχυσή του μέσω της τεχνολογίας, και μάλιστα τώρα που ο κόσμος έχει οξύνει την οπτική του κουλτούρα. Είμαστε όλοι φωτογράφοι; 
 
Μου έλεγε μια φίλη, θεωρητικός της φωτογραφίας, που συμμετείχε σε ένα συνέδριο ότι εμφανίστηκε πρόσφατα ένας νέος όρος, η ακτιβιστική φωτογραφία. Η φωτογραφία ως μέσο για να αναδείξεις ένα ζήτημα, ένα πρόβλημα. Δεν ξέρω αν μπορεί να καταταχτεί το βιβλίο σε αυτή την κατηγορία, αλλά εγώ κάπως έτσι ένιωσα κάνοντάς το. Ότι δρούσα.
 
Το γεγονός ότι κάποιος με το κινητό του μπορεί και καταγράφει, αποδεικνύει ότι αυτός που γράφει κάτι στον τοίχο δεν ξέρει που θα ταξιδέψει το μήνυμά του. Κι έτσι ο λόγος και οι ιδέες εξαπλώνονται, αποκτούν επιπλέον δυναμική. 
 
Είναι καλό να είναι κανείς φωτογράφος. Βλέποντας μέσω ενός ενδιάμεσου εργαλείου βλέπει πιο βαθειά. Εγώ έδινα στα δύο μου παιδιά φωτογραφικές μηχανές από πολύ νωρίς, από δύο χρονών. Και μου έμαθαν πολλά. Έβλεπα εικόνες που δεν είχα διανοηθεί. Για παράδειγμα αυτό που αγαπάνε τα παιδιά το φωτογραφίζουν από πολύ κοντινή απόσταση, μπαίνουν μέσα του σχεδόν. Ενώ εγώ θα τραβούσα τη φωτογραφία από απόσταση. 
 
 
ΑΒ4: Το μέσο, το σύνθημα στον τοίχο εκπέμπει μήνυμα; Αποτελεί λόγο;
 
Απόλυτα ναι. Γι’ αυτό και κινητοποιεί έναν άνθρωπο, πολλούς ανθρώπους. Κάποτε είχα διαβάσει ένα κείμενο του Χωμενίδη που έλεγε πως δεν του αρέσουν τα συνθήματα γιατί είναι λίγο οπαδικά και δεν μπαίνουν στην ουσία. Δεν θα διαφωνήσω και με αυτή την οπτική, αλλά τώρα είναι μια κανονικά εμπόλεμη περίοδος κι εδώ, σ’ αυτούς τους τοίχους, υπήρχε η απόλυτη ελευθερία. Η Αθήνα διεκδικεί μια παγκόσμια πρωτοτυπία ως ίσως η μόνη μεγάλη πόλη με τόσο απλωμένο αυτό το φαινόμενο, ακόμα και στους κεντρικούς της δρόμους. Δηλαδή μετά τις διαδηλώσεις οι μεγάλοι δρόμοι είναι γεμάτοι συνθήματα. Για καν’ το αυτό στο Παρίσι μπροστά στο τάδε υπουργείο, δεν γίνεται.
 
ΑΒ4: Είναι, όμως, και ποιητικά τα ελληνικά συνθήματα.
 
Προσπαθούσα πια να αφουγκράζομαι ακόμα και πώς ήταν αυτός που το έγραφε το σύνθημα. Πιτσιρικάς, παλιά καραβάνα, πνευματικός καθοδηγητής, ποιος είναι, τι είναι; Αλλά κάποια με συγκινούσαν πάρα πολύ, ό,τι υπογραφή κι αν είχαν. Είτε συμφωνούσα, είτε όχι.
 
ΑΒ4: Στα τόσα συνθήματα που έχεις συλλέξει και ομαδοποιήσει τι λέξεις κλειδιά είδες; Θυμό, απόγνωση;
 
Ελπίδα υπάρχει μόνιμα. Όραμα δεν ξέρω, αλλά ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο σίγουρα. Και το «ποτέ δεν θα πεθάνουμε κουφάλες νεκροθάφτες», αλλά θα συνεχίσουμε να ονειρευόμαστε, κι αυτό είναι ξεκάθαρο. Και μου άρεσε πολύ. Αγριολούλουδα τα έλεγα. Είχα πραγματικά την αίσθηση ότι πήγαινα να μαζέψω αγριολούλουδα. Κι αισθανόμουν ότι τώρα μπορείτε να δείτε ότι η φωτογραφία μπορεί να έχει κι άλλη δύναμη. 
 
ΑΒ4: Τι γνώμη έχεις για την άποψη ότι τα συνθήματα είναι οπτική ρύπανση στην πόλη;
 
 Αν δεν υπήρχαν τέτοιας σοβαρότητας και έντασης προβλήματα και ουσιαστικά το απόλυτο γκρέμισμα κάθε έννοιας δικαίου, ο πιτσιρικάς δεν θα έβγαινε έξω να γράψει. Είναι σαν αγώνας χωρίς αύριο αυτό που συμβαίνει. Θα βγει λοιπόν στο δρόμο να κάνει ό,τι μπορεί, να απαντήσει όπως μπορεί, να πει κάτι, να δώσει ένα στίγμα. Υπάρχει κι ένα κείμενο ενός φίλου κοινωνιολόγου για τη σχέση του αστικού τοπίου με τα συνθήματα, όπου οι άνθρωποι λόγω έλλειψης δομών πνίγονται και θέλουν με κάθε τρόπο να οικειοποιηθούν το χώρο. 
 
Τελικά εμένα η εικόνα αυτή με συγκίνησε και με κινητοποίησε. Γι’ αυτό πήρα την απόφαση να το μεταφράσω και στα αγγλικά. Πίστευα από την αρχή ότι αυτό που γράφεται στην Αθήνα αφορά όλη την Ευρώπη. Γιατί το πρόβλημα είναι καθαρά ευρωπαϊκό, και αποδεικνύεται. Μπαίνει και η Γαλλία σε ύφεση, σκοτώνεται ένα νέο παιδί από φασισταριά. Τους πλησιάζει λοιπόν, κι ας εθελοτυφλούν.
 
Και αν συνειδητοποιήσουμε τη δύναμη που έχουμε μπορούμε να κάνουμε πολλά πράγματα. Εγώ είμαι θετικός άνθρωπος. Πιστεύω ότι υπάρχει δημιουργία, μεγάλη δυναμική. Πλέον οι τέχνες αρχίζουν και αφορούν. Το momentum μπορεί να είναι θετικό. Οι άνθρωποι συνεργάζονται, γίνεται η «σχεδία», γίνονται τόσα πράγματα
 
ΑΒ4: Υπάρχει αλλαγή παραδείγματος;
 
Υπάρχουν πολλές αλλαγές. Τα κοινωνικά ιατρεία, τα ανταλλακτικά παζάρια. Βέβαια μικρής κλίμακας, αλλά κάθε κλίμακα έχει τη σημασία της. 
 
Υπάρχει ένα σύνθημα που λέει «ο μόνος πόλεμος που θα συμμετάσχουμε είναι ο εμφύλιος», δίπλα έβαλα ένα σύνθημα ενός που κάνει κάποια ζωγραφικά που λέει «να προσέχεις όταν πολεμάς το άδικο μη γίνεσαι άδικος». Μου άρεσε γιατί απαντούσε στο πρώτο. Δεν είναι η λύση, αλλά όταν φτάνει αυτή η ανοησία του αποτελέσματος της επίπλαστης ευημερίας τύπου λίγο σκυλάδικο, λίγο τατουάζ, λίγο πατρίδα σε ένα 10%, υπάρχει αντίδραση.
 
ΑΒ4: Αναρωτιέσαι τι θα γίνει, πως θα πάμε παρακάτω;
 
Σίγουρα οργανωμένη πρόταση δεν μπορεί να γίνει από τους τοίχους. Οι τοίχοι δίνουν μια κλωτσιά, μια ώθηση, σου λένε άιντε, ξυπνήστε, κάντε κάτι. Από κει και πέρα είναι ζήτημα πολιτικό. Κι εγώ δεν πιστεύω ότι πρέπει να κυβερνάς για να κάνεις πολιτική.
 
*Το βιβλίο του Τάκη Σπυρόπουλου «X–ΑΡΧΕΙΑ uncensored, τα συνθήματα και τα graffiti των Εξαρχείων, 2009 – 2012», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Ρακοσυλλέκτες. Το site του βιβλίου είναι το http://x-archia.com/.
 
**C-J-Y είναι μια ομάδα της 4ης Μπιενάλε της Αθήνας
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ