Shedia

EN GR

25/06/2014

«Οι µετανάστες µοιράζονται την ίδια υπαρξιακή εξορία». Συνέντευξη του Χρήστου Τσιόλκα στην Ελεωνόρα Ορφανίδου

Ένας σηµαντικός ελληνοαυστραλός συγγραφέας δηλώνει «ανιψιός» της Ελλάδας και διαπιστώνει ότι η αναζήτηση της ταυτότητας είναι µια διαδικασία δίχως τέλος. 
 
Ο Χρήστος Τσιόλκας (Christos Tsiolkas) µάς συστήθηκε το 1998 µέσω του «Head On», της ταινίας της Άνα Κόκκινος που βασίστηκε στο πρώτο του βιβλίο, το «Loaded». Από τότε, έγραψε άλλα τέσσερα µυθιστορήµατα κι έγινε η «ελπίδα ενός Νόµπελ για την Αυστραλία». Γιος ελλήνων µεταναστών που µεγάλωσε στο ελληνικό κοµµάτι της Μελβούρνης, διερωτάται για την ταυτότητα της πατρίδας του, της Αυστραλίας, και τη δική του, ενός παιδιού της εργατικής τάξης που κατακτά(;) έναν αστικό κόσµο. 
 
Κύριε Τσιόλκα, οι γονείς σας µετανάστευσαν από την Ελλάδα στον «νέο κόσµο» µετά τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεµο κι αναρωτιέµαι τι σήµαινε τότε και τι σηµαίνει τώρα να είσαι µετανάστης στην Αυστραλία;
 
Υπάρχουν βασικές διαφορές ανάµεσα στα χρόνια που µετανάστευσαν οι δικοί µου στην Αυστραλία και στην εµπειρία που έχουν σήµερα οι νέοι µετανάστες. Δεν πρέπει να ξεχνάµε ότι ο πατέρας µου έφθασε το 1955 και η µητέρα µου το 1963, σε µια εποχή, δηλαδή, που υπήρχε η πολιτική της «λευκής Αυστραλίας»: Οι γονείς µου ήταν από τον ευρωπαϊκό Νότο, πράγµα που σήµαινε ότι κατατάσσονταν στους «µη λευκούς», παρά το γεγονός ότι ήταν Ευρωπαίοι. Όµως, η πολιτική αυτή ανατράπηκε στις αρχές του 1970 και, σιγά-σιγά, µέσα από αγώνες, προέκυψε συναινετικά ο επαναπροσδιορισµός του έθνους ως πολυπολιτισµικό.
 
Όµως, η πολυπολιτισµικότητα ακόµη αµφισβητείται και ο ρατσισµός εξακολουθεί να διατρέχει ως υπόγειο ρεύµα το έθνος. 
 
Η άλλη σηµαντική διαφορά είναι ότι οι γονείς µου έφτασαν εδώ την περίοδο της βιοµηχανοποίησης και της επέκτασης. Ήταν µέρος µιας γενιάς που είδε το διπλασιασµό του πληθυσµού της χώρας. Η δυνατότητα στην εργασία είναι σηµαντική για τους µετανάστες, τους επιτρέπει να φτιάξουν µια ζωή και να προσφέρουν ευκαιρίες στα παιδιά τους. Οι ευκαιρίες για εργασία που είχαν οι γονείς µου στα εργοστάσια και στις κατασκευές δεν υπάρχουν πια και οι νέοι µετανάστες πρέπει να βρουν δουλειά στον τοµέα των υπηρεσιών. Αυτό σηµαίνει ότι θα πρέπει να είναι πιο µορφωµένοι, από την Κίνα ή από την Ινδία, για παράδειγµα. Επίσης, σηµαίνει ότι µια πόλη όπως η Μελβούρνη, που είναι πιο «ορατή» από την Ασία, θα αποκτά και πιο ασιατικό χαρακτήρα. Ο ρατσισµός και η ξενοφοβία, λοιπόν, είναι πάλι εδώ, αλλά δεν είναι αυτή τη φορά πολιτική του κράτους, αλλά ακροδεξιά πολιτική που βρίσκει απήχηση στα χαµηλά κοινωνικά στρώµατα, όπως ακριβώς στην Ευρώπη. 
 
Ο Ευριπίδης έγραψε ότι «δεν υπάρχει µεγαλύτερη απώλεια από την απώλεια της πατρίδας». Απ’ όπου κι αν έρχονται οι µετανάστες, µοιράζονται την ίδια υπαρξιακή εξορία. 
 
 
Αναζητώντας το «ανήκειν»
 
Να πάµε στο νέο σας µυθιστόρηµα, το «Barracuda», που κυκλοφορεί αυτές τις µέρες και στην Ελλάδα. Η «Monthly Review» έγραψε ότι «είναι ένα βιβλίο για την επιτυχία και την αποτυχία και για το τι σηµαίνει να είσαι ένας καλός άνθρωπος». Θεωρείτε απλοϊκή την προσέγγιση αυτή; 
 
Υπάρχει πάντα ο κίνδυνος στην τέχνη που αναζητά να είναι πολύπλοκη. Όχι ότι είµαι αντίθετος µε τα σύνθετα και τα δύσκολα, µερικά από τα αγαπηµένα µου βιβλία, ταινίες και θεατρικά έργα είναι δύσκολα και απαιτούν προσπάθεια για να γίνουν κατανοητά. Αλλά, γράφοντας το «Barracuda», επέστρεψα στα µεγάλα µυθιστορήµατα του 19ου αιώνα. Και κατάλαβα ότι η τέχνη µπορεί να έχει ηθικό σκοπό και να παράγει ηθική. Ήθελα να γράψω ένα µυθιστόρηµα µ’ έναν απλό σκοπό: να δείξω πόσο δύσκολο και σηµαντικό είναι να προσπαθείς να είσαι καλός άνθρωπος. 
 
 
Το «Barracuda» δεν είναι ένα σχόλιο πάνω στο τι σηµαίνει να είναι κανείς Αυστραλός, ή Αυστραλός της µεσαίας τάξης ή οµοφυλόφιλος Αυστραλός; 
 
Τι σηµαίνει να είσαι Αυστραλός... Η έννοια «σπίτι» είναι πάντα ασταθής για µας από τον «νέο κόσµο». Φυσικά, η Αυστραλία δεν είναι καινούρια, διαθέτει έναν από τους αρχαιότερους πολιτισµούς, των αυτοχθόνων κατοίκων της χώρας. Νοµίζω ότι µόνο οι Αβορίγινες αισθάνονται σαν στο σπίτι τους στην Αυστραλία, µε έναν τρόπο που οι κληρονόµοι των µεταναστών δεν µπορούν. Μερικές φορές ζηλεύω τους φίλους και την οικογένειά µου στην Ελλάδα, διότι έχουν µια σαφή και ακλόνητη αίσθηση του εαυτού τους που ανήκει σε µια πατρίδα. Εγώ και ο Ντάνι, ο ήρωας του βιβλίου µου, ποτέ δεν το είχαµε αυτό. 
 
Όµως, ίσως να υπάρχει κάτι δηµιουργικό στη δική µας αίσθηση του τόπου, ότι δηλαδή το πρότζεκτ να είναι κανείς Αυστραλός δεν τελειώνει ποτέ και µεταλλάσσεται. Στο «Barracuda» ο Ντάνι αναζητά το «ανήκειν» σε θέµατα ταυτότητας, κοινωνικής τάξης, σεξουαλικότητας και αρρενωπότητας. Όµως, στο τέλος, ανακαλύπτει ότι δεν υπάρχει τέλος σε αυτό. 
 
 
Mισός και µισός... 
 
Ο κόσµος που ζω, στη Μελβούρνη, είναι ένας τέτοιος κόσµος. Νοµίζω ότι µια από τις πιο δυναµικές πτυχές της πολυπολιτισµικότητας είναι ότι τα ανίψια µου και οι ανιψιές µου, τα παιδιά γύρω µου έχουν τόσο ελληνική και ιρλανδική όσο και ιταλική και βιετναµέζικη καταγωγή.
 
Όσον αφορά τη σκωτσέζικη καταγωγή του Ντάνι, πέρα από το γεγονός ότι την έχουν τα παιδιά του αδελφού µου, συνδέεται και µε το γεγονός ότι το βιβλίο µιλά για την εργατική τάξη στον σύγχρονο κόσµο. Ξεκίνησα να το γράφω στη Γλασκώβη, µια πόλη µε ένδοξη ιστορία στο εργατικό κίνηµα. Ήθελα οι παππούδες του να είναι από τη Σκωτία, για να γράψω για την αλλαγή της αντίληψης της τάξης από γενιά σε γενιά. 
 
Ο Ντάνι, ένα παιδί της εργατικής τάξης, παίρνει µια υποτροφία για ένα ιδιωτικό σχολείο για πλουσιόπαιδα. Κι εσείς παίρνετε την αφορµή για να µιλήσετε για τις κοινωνικές τάξεις, για το τι σηµαίνουν σήµερα όλα αυτά και για τις συνέπειες της µετάβασης από τη µια τάξη στην άλλη.
 
Νοµίζω ότι η αίσθηση της ευθύνης που προέρχεται από το ταξικό, εργατικό σου υπόβαθρο, ποτέ δεν σ’ αφήνει. Αλλά, η αλήθεια είναι ότι είµαι ένας µορφωµένος άνθρωπος, ένας συγγραφέας, κι ο κόσµος µου τώρα είναι ο αστικός κόσµος. Αλλά, δεν µπορώ να ξεχάσω ότι οι ρίζες µου ακουµπούν στην ιστορία των µεταναστών εργατών. Μου πήρε πολύ χρόνο για να αντιληφθώ την αίσθηση που προκαλεί ο αποπροσανατολισµός της µετάβασης από τη µια τάξη στην άλλη. Η εµπειρία αυτής της µετακίνησης ήταν µια µορφή εξορίας.
 
Η οικονοµική κρίση έχει επαναφέρει την ταξική πάλη πίσω στο κέντρο της πολιτικής. Νοµίζω ότι το «Barracuda» είναι µια απόπειρα να βγάλουµε νόηµα από αυτές τις µετατοπίσεις και αλλαγές.
 
 
«Ανιψιός» της Ελλάδας
 
Είναι ταξική η αυστραλιανή κοινωνία;
 
Υπάρχει ένας µύθος ότι η Αυστραλία είναι µια αταξική κοινωνία κι ότι είµαστε ευνοµούµενο έθνος. Αυτό δεν ισχύει. Προοδευτικά, η ψαλίδα µεταξύ πλούσιων και φτωχών ανοίγει. Ήθελα να γράψω ένα βιβλίο στο οποίο η ταξικότητα είναι κυρίαρχη ενάντια στο µύθο της αταξικής κοινωνίας της Αυστραλίας. Είναι αλήθεια ότι οι τάξεις στον «νέο κόσµο» δεν φαίνονται να είναι τόσο δεσµευτικές όπως στην Ευρώπη και τον υπόλοιπο «παλαιό κόσµο». Η ευρωπαϊκή µπουρζουαζία, αγγλική, ολλανδική, ιταλική, ή ελληνική, είναι µια «άλλη χώρα» για µένα, δεν την καταλαβαίνω καθόλου. 
 
Στο βιβλίο σας δίνετε έµφαση και στη φιλία, το σεξ και την οµοφυλοφιλία (Η ιστορία του Ντάνι και της Ντέµετ). Εντάσσονται στο µεγάλο σας θέµα των ταυτοτήτων; 
 
Ήξερα ότι ο Ντάνι είναι γκέι από την πρώτη στιγµή. Αλλά, δεν ήθελα αυτό να είναι το κυρίαρχο. Οπότε, δεν υπάρχει τίποτα στο βιβλίο για τον Ντάνι σχετικά µε τον σεξουαλικό του προσανατολισµό. Είχα ανάγκη να πιστέψω ότι οι σύγχρονοι αναγνώστες µπορούν να το αποδεχθούν αυτό σαν µια πραγµατικότητα για την οποία δεν χρειάζεται να «φωνάξω». Κι ότι µπορούν να κάνουν τους δικούς τους συνειρµούς. Από την προσωπική µου εµπειρία, η σεξουαλικότητα είναι ένας τρόπος για να κινείσαι µεταξύ των τάξεων και τόσο η Ντέµετ όσο και ο Ντάνι το µοιράζονται αυτό (ή την εξορία, όπως ανέφερα παραπάνω). Κατά ένα µεγάλο ποσοστό, η Ντέµετ είναι ο κύριος αυτοβιογραφικός χαρακτήρας του βιβλίου. Δεν έχω πάει ποτέ σε  ιδιωτικό σχολείο για πλουσιόπαιδα και ποτέ δεν ήµουν πρωταθλητής, όπως ο Ντάνι. Όµως, πήγα στο πανεπιστήµιο και µέσω του πανεπιστηµίου και της οµοφυλοφιλίας µου ήρθα σε επαφή µε τους µεγαλοαστούς (ακριβώς όπως η Ντέµετ). Η Ντέµετ κι ο Ντάνι επέλεξαν πολύ διαφορετικά µονοπάτια, αυτό, όµως, που µοιράζονται είναι οι κοινές ιστορίες της τάξης τους και οι µνήµες. Είναι απλά νοσταλγία; Πιθανόν. Αυτό, όµως, δεν µειώνει την αξία της προσωπικής τους αναζήτησης. Στο τέλος, και οι δύο ανακαλύπτουν, όπως και εγώ, ότι η κοινωνική µας τάξη είναι βασικό δοµικό στοιχείο της ταυτότητάς µας και του τι άνθρωποι γινόµαστε. Ίσως περισσότερο ακόµα κι από το φύλο, τη φυλή, την εθνικότητα και τη σεξουαλικότητα. 
 
Μιλάτε πολύ για την ταυτότητα και τις αλλαγές της. Ως παιδί µεταναστών, µάθατε να είστε ή να νιώθετε Έλληνας;
 
Θα ήθελα να µιλώ καλύτερα τα ελληνικά, θα ήθελα να έχω ζήσει στην Ελλάδα, να ήµουν πιο δεµένος µε την ελληνική µου οικογένεια. Όµως, κάθε φορά που είµαι στην Ελλάδα την αγαπώ όλο και περισσότερο. Επίσης, νιώθω πάρα πολύ Αυστραλός όταν είµαι στην Ελλάδα. Αυτό είναι αναπόφευκτο. Έχω µεγαλώσει σε µια χώρα µε πολύ διαφορετικά τοπία, µε διαφορετική ιστορία και γλώσσα, αλλά επειδή είµαι γιος Ελλήνων θα υπάρχει πάντα µια ξεκάθαρη και σηµαντική σχέση µε την Ελλάδα για µένα. Ας πούµε ότι είµαι ένας ξάδερφος και ανιψιός της Ελλάδας.
 
Έχετε νιώσει ποτέ νοσταλγία για τον γενέθλιο τόπο του πατέρα σας;
 
Αγαπώ τη γενέτειρα του πατέρα µου. Αγαπώ τα βουνά των Βαλκανίων, την αγριάδα και την οµορφιά τους. Είµαι περήφανος που είµαι γιος αυτού του χωριάτικου βαλκανικού κόσµου. 
 
Είναι το γράψιµο ο τρόπος του συγγραφέα να ξορκίσει τους δαίµονές του;
 
Βεβαίως, πάντα έλεγα ότι είναι το γράψιµο µε το οποίο παλεύω το σκοτάδι που φοβάµαι περισσότερο στην ψυχή µου. Κατ’ αυτή την έννοια, το γράψιµο δεν είναι µόνο εξορκισµός, αλλά και προσευχή.      
 
 
«Μπαρακούντα» για σας!
 
Οι εκδόσεις Ωκεανίδα κάνουν µια ευγενική προσφορά στους αναγνώστες της «σχεδίας»: Πέντε αντίτυπα του νέου βιβλίου του Χρήστου Τσιόλκα «Μπαρακούντα». Ως είθισται, θα περάσουν στα χέρια των φίλων µας αφού, πρώτα, περάσουν µε επιτυχία τη δοκιµασία της ερώτησης. Και αυτή τη φορά είναι πιο δύσκολη από κάθε άλλη φορά:
Πότε θα κυκλοφορήσει το επόµενο τεύχος (Σεπτέµβριος 2014) της «σχεδίας». Στείλτε τις απαντήσεις σας µέχρι την Παρασκευή 18 Ιουλίου, 
µαζί µε το ονοµατεπώνυµο και ένα τηλέφωνο 
επικοινωνίας στο email µας info@shedia.gr. 
Στο θέµα, σηµειώστε το όνοµα του συγγραφέα: Χρήστος Τσιόλκας.
 
Οι νικητές, που θα προκύψουν κατόπιν κλήρωσης, θα ενηµερωθούν µέσω email, ενώ τα ονόµατά τους θα αναρτηθούν στην επίσηµη ιστοσελίδα της «σχεδίας» (www.shedia.gr), αλλά και στο Facebook (facebook.com/shedia.streetpaper).
 
Ο Χ. Τσιόλκας στην Ελλάδα
 
Ο ελληνοαυστραλός συγγραφέας θα βρίσκεται στην Ελλάδα τις τελευταίες µέρες του Ιουνίου. 
 
Μέχρι τη στιγµή που η «σχεδία» έπαιρνε το δρόµο για το πιεστήριο, είχαν προγραµµατιστεί οι εξής δηµόσιες εκδηλώσεις, σε Θεσσαλονίκη και Αθήνα: Την Πέµπτη 26 Ιουνίου στις 20:00, στο «Six D.O.G.S», στην Αθήνα. Θα συνοµιλήσει µε τον ηθοποιό και συγγραφέα Κωνσταντίνο Τζούµα. Το Σάββατο 28 Ιουνίου στις 20:00 στον «Κήπο», στην  Πάτρα. Θα συνοµιλήσει µε τη δηµοσιογράφο και συγγραφέα Αλεξάνδρα Τσόλκα.
 
Τη Δευτέρα 30 Ιουνίου στις 20:00  στο «Es», στη Θεσσαλονίκη. Θα συνοµιλήσει µε τον αρχισυντάκτη του περιοδικού «SOUL» Δηµήτρη Καραθάνο.Το πρόγραµµα αναµένεται να διευρυνθεί. 
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ