Shedia

EN GR

02/05/2015

Φθηνός σκούφος της Κορίνας Πριμηκυρίου

Στα Λιβάδια της Καλλιθέας
 
 
Ένας µίτος µας βγάζει από το λαβύρινθο της πείνας, οδηγώντας µας σε γεύσεις αυθεντικά κρητικές.
 
Πέντε άνδρες µέσης ηλικίας που έπαιζαν πρέφα και τάβλι, ένα ζευγάρι που µοιραζόταν γλυκές προσωπικές στιγµές, δύο ακόµη παρέες που είχαν αφοσιωθεί στα εδέσµατα πάνω στο τραπέζι. Στον τοίχο ένας µεγάλος καθρέφτης που τον πλαισίωναν κρητικά ενθύµια και φωτογραφίες. 
 
Αυτή ήταν η εικόνα κατά την είσοδό µας στον «Μίτο», ένα κρητικό καφενείο στην Καλλιθέα.
 
Καθίσαµε και ήρθε µία κοπέλα να µας προσφέρει νερό και να πάρει παραγγελία. Τη ρωτήσαµε αν υπάρχει κατάλογος, αλλά µας εξήγησε ότι επειδή αλλάζουν συνέχεια τα φαγητά ο κατάλογος δεν ισχύει και δεν χρειάζεται να µας τον φέρει. Θα µας τα έλεγε η ίδια. 
 
Άρχισε να µας αραδιάζει µια µεγάλη ποικιλία φαγητών, που κάποια στιγµή τα χάσαµε και δεν µπορούσαµε πια να την παρακολουθήσουµε. 
 
Ήµασταν µια τετραµελής παρέα και παραγγείλαµε αρκετά. Φάβα, γλυκάδια, τσιγαριστό, γαµοπίλαφο, ντολµαδάκια, λουκάνικα, εξαιρετικό γαλοτύρι, µια πολύ ωραία σαλάτα µε αγκινάρες και αντικριστό. Οι µερίδες πλούσιες και ο αρχικός φόβος ότι παραγγείλαµε πολλά καταρίφθηκε, καθώς δεν έµεινε πράµα, που λένε και στην Κρήτη. Μετά από κάµποση ώρα, ήρθε η στιγµή του λογαριασµού, (50 ευρώ τα 4 άτοµα) και της γνωριµία µας µε τον Μανώλη.
 
Ο Μανώλης είναι η ψυχή του «Μίτου». Ένας Κρητικός από τα Λιβάδια Μυλοποτάµου, ένα παράξενο µάλλον χωριό, όπου, όπως µας είπε, η κατάληξη «-άκης» στο επίθετο είναι πολύ σπάνια. Έχει τη µεγαλύτερη γεννητικότητα πανευρωπαϊκά, ενώ είχε και εξακολουθεί να το ακολουθεί η φήµη ότι ήταν τόπος εξορίας για σφακιανούς εγκληµατίες και βυζαντινούς εξωµότες. 
 
Ενώ κατοικεί είκοσι έξι χρόνια στην Αθήνα, γράφει και τραγουδά µαντινάδες και προτιµά να µιλά στη ντοπιολαλιά του! 
 
Ο πατέρας του είχε καφενείο και κρεοπωλείο στα Λιβάδια και η πρώτη δουλειά που έµαθε να κάνει είναι να σφάζει και να γδέρνει ζώα. Η αγάπη του για το φαγητό, που θεωρεί ότι θέλει µεράκι και φαντασία, µαζί µε τη γνώση από το µαγαζί του πατέρα τον οδήγησαν εδώ. Πριν από είκοσι χρόνια, όταν ξεκίνησε ως παραδοσιακό καφενείο, το τάβλι και η πρέφα αποτελούσαν το κυρίως µενού του καταστήµατος, αλλά «στη δουλειά πρέπει να ελίσσεσαι και να εξελίσσεσαι», όπως µας είπε, και έτσι µε τον καιρό προστέθηκε και το φαγητό. 
 
Οι περισσότερες συνταγές είναι δικές του. Αν και δεν µαγειρεύει, είναι συνέχεια πάνω από το τσουκάλι, δοκιµάζει και αν χρειάζεται επεµβαίνει.
 
«Στον Μίτο δεν µπαίνει πράµα που να µην το έχω διαλέξει µοναχός µου». Μάλλον φυσιολογικά, τα περισσότερα σφαχτά έρχονται από τα Λιβάδια, αλλά και εδώ όταν ψωνίζει κρέας, θέλει µόνο πρώτης ποιότητας. Και ξέρει πώς να την αναγνωρίζει. 
 
Άρχισε να µας εξηγεί ποιο είναι το αντικριστό, ποιο το οφτό, τι κρέας κάνει για το καθένα και τον τρόπο ψησίµατος, για τα τυριά, ποιες τροφές θέλουν χοντρό αλάτι, ποιες κανονικό, πληροφορίες που δύσκολα µεταφέρονται σε µια σελίδα κείµενο. Άσε που έπρεπε να κρατάµε χαρτί και καλαµάρι για να τα µην τα ξεχάσουµε όλα όσα µε πάθος µας έλεγε. 
 
«Είσαι συνέχεια εδώ;» 
 
«Ναι, είκοσι ένα χρόνια χωρίς ρεπό. Είναι πολύ δύσκολο να έχεις µαγαζί, πρέπει να είσαι ψυχολόγος, παραψυχολόγος να έχεις σπουδάσει πολιτικές επιστήµες. Έχεις να διαχειριστείς διάφορες καταστάσεις. Και βλάκας να είσαι, αν κάνεις τέτοια δουλειά, βγάζεις δέκα πανεπιστήµια την ηµέρα. Τέτοια σχολεία δεν υπάρχουν». 
 
Τον τόπο του τον λατρεύει, αλλά δεν το σκέφτεται να επιστρέψει στο χωριό. «Μου αρέσει εδώ. Είµαι ο εκπρόσωπος του Μινωικού Πολιτισµού στην Αθήνα. Ξέρεις πόσοι από εδώ λέγανε ότι όταν µεγαλώσουν τα παιδιά θα πάνε πίσω; Κανείς δεν το έκανε. Στην Κρήτη οι άνθρωποι είναι εγωιστές, και γι’ αυτό συµβαίνουν παρεξηγήσεις. Βλέπεις ακόµη και αδέλφια που µπορεί να µη µιλιούνται για χρόνια. Ένας ερευνητής, ο Άρης Τσαντιρόπουλος, ήρθε στην περιοχή Μυλοποτάµου και έκατσε έξι χρόνια για να µελετήσει και έβγαλε ένα βιβλίο µε τίτλο "Η βεντέτα στην κεντρική ορεινή Κρήτη". Από εδώ τα έχω µια χαρά µε όλους. Μακριά και αγαπηµένοι, κατά πως λένε. Αλλά το βασικό είναι η οικογένεια εδώ, θέλω να δω εγγόνια και θέλω να είµαι εδώ να τα χαρώ. Στο χωριό, στην ηλικία µου, οι περισσότεροι είναι παππούδες». 
 
Ήρθε η ώρα να αφήσουµε τον Μανώλη να επιστρέψει στα καθήκοντά του. Επέστρεψε στην κουζίνα για να φροντίσει έναν λαγό που έπρεπε να µπει στο τσουκάλι. Αλλά δεν φύγαµε και από τον «Μίτο», συνεχίσαµε για λίγο ακόµα. Αφήσαµε το µαγαζί ακούγοντας ζωντανά µαντολίνο µε τη φωνή του Μανώλη στις µαντινάδες. 
 
Η φτώχεια καλοπέραση
και γλέντια λένε θέλει
Και ετσά έµαθα και γω
Από µικρό κοπέλι
 
 
*«Μίτος» καφέ-ουζερί-ταβερνείο. Χαροκόπου και Αριστείδου 62, Καλλιθέα. Τηλ. 210 9510134 Ανοιχτά καθηµερινά από τις 7.30 π.µ. – 2.00 π.µ. 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ