Μια απλή δράση που ξεκίνησε πριν από τρία χρόνια σε τέσσερις γωνιές της Αθήνας κατάφερε να εξαπλωθεί σε ολόκληρη την Ελλάδα, δίνοντας γεύση και ζεσταίνοντας τις καρδιές των ανθρώπων.
της Μαρίας Παπαδοδημητράκη
Έχουν περάσει τρία χρόνια και τρεις μήνες που η «σχεδία» έριξε στο φλιτζάνι μας τον καφέ της αλληλεγγύης. Η πρωτοβουλία «Ένας καφές σε περιμένει» ξεκίνησε τον Ιούλιο του 2013, όταν ακόμη το περιοδικό μετρούσε και αυτό λίγους μόνο μήνες ζωής. Από τα τέσσερα καταστήματα της Αθήνας που με μεγάλη χαρά είχαν δεχθεί την πρότασή μας, να γίνουν οι πρωτοπόροι του κινήματος, σήμερα το δίκτυο του «Καφέ που περιμένει» έχει ξεπεράσει τα 200, από την Ορεστιάδα, την Αλεξανδρούπολη, την Καλαμάτα, το Κιλκίς, την Κρήτη, τη Συκιά στη Χαλκιδική, τη Λάρνακα.
Σε αυτό το διάστημα, χιλιάδες καφέδες έχουν κεραστεί. Κάθε κέρασμα και μια κοινωνική συνδιαλλαγή, μια πράξη αγάπης, μια μικρή ιστορία αλληλεγγύης.
Κατά διαστήματα, ένας από τους ανθρώπους της «σχεδίας» θα αναλάβει να πάρει τηλέφωνα, πολλά τηλέφωνα, για να μιλήσουμε με τους ανθρώπους που έχουν τα μαγαζιά του δικτύου, να τους ρωτήσουμε «πώς πάει», να ακούσουμε περιστατικά, να ανταλλάξουμε απόψεις, να πάρουμε και εμείς και όλοι δύναμη.
Έχουμε ακούσει απίθανες ιστορίες που, αν μη τι άλλο, χαλυβδώνουν την πίστη μας στον διπλανό, στον άνθρωπο. Από τις πιο συγκινητικές που έρχονται αμέσως στο νου είναι αυτή του Γιώργου από την Πρέβεζα. Εκείνος μας είχε πάρει τηλέφωνο, όχι πολλούς μήνες πριν, για να μας πει τα όχι και τόσο ευχάριστα. Οι δουλειές δεν πήγαιναν καλά, και το μαγαζί θα έκλεινε. Μέσα στη στεναχώρια και την αγωνία του, τον έκαιγε τι θα κάνει με τα καφεδάκια που περίμεναν στο μαυροπίνακα του μαγαζιού. «Έχω είκοσι ευρώ σε καφεδάκια που περιμένουν», μας είχε πει, «τι να τα κάνω;»
Για τις ανάγκες αυτού του ρεπορτάζ, πήρα τηλέφωνα, πολλά τηλέφωνα. Ξεκίνησα από την Αλεξανδρούπολη, κατέβηκα στη Θεσσαλονίκη, πέρασα από τα Γιάννενα και τη Λάρισα, έκανα μια στάση στην Αθήνα και κατέληξα στην Πάτρα, το Ναύπλιο και το Ηράκλειο της Κρήτης. Μίλησα, λοιπόν, με κόσμο, πολύ κόσμο. Μίλησα με την Ελένη, τη Γιώτα, τη Ζήνα, τον Νίκο, τον Θάνο, τον Αλέξη, που μοιράστηκαν μαζί μου τις εμπειρίες και τους προβληματισμούς τους για μια πρωτοβουλία, που ξεκίνησε πριν από έναν αιώνα στα εργατικά καφενεία της Νάπολης, για να φτάσει, μέσω της «σχεδίας», και στην Ελλάδα.
Οι φοιτητές και το ταμπού
Η αρχή έγινε από τα βόρεια και τον Νίκο, έναν νέο συνεργάτη από το «Ταράτσα book ‘ n’ coffee» στην Αλεξανδρούπολη, που σήμερα κλείνει τις δύο εβδομάδες συμμετοχής στο δίκτυο. Με ενθουσιασμό, περιγράφει το ενδιαφέρον του κόσμου για την πρωτοβουλία του «Καφέ που περιμένει», αν και εμμένει στο γεγονός ότι οι αποδέκτες του είναι προς το παρόν λίγο επιφυλακτικοί. «Αρκετοί ρωτούν αν μπορούν να πάρουν, αλλά τελικά δεν ζητούν από ντροπή», λέει.
Μάλιστα, για να κάνει πιο γνωστή την προσπάθεια αυτή, έχει ενημερώσει την εκκλησία απέναντι από το κατάστημά του που οργανώνει συσσίτια ότι ο κόσμος μπορεί να περνάει μετά το φαγητό για ένα καφεδάκι. Ωστόσο, αυτό που του κάνει εντύπωση είναι ότι οι άνθρωποι που ζητούν πια τον καφέ δεν είναι απαραίτητα άστεγοι. «Έχουν έρθει ακόμα και φοιτητές που δεν έχουν χρήματα και μετρούν τα ψιλά τους», λέει και καταλαβαίνεις από τον τόνο της φωνής του ότι η σκέψη τον στενοχωρεί.
Επόμενος σταθμός στην τηλεφωνική μου βόλτα η Θεσσαλονίκη και το «Εκλεκτίκ» (στην Ελευθερίου Βενιζέλου, στο κέντρο της πόλης), ένα από τα πρώτα καφέ που συμμετείχαν στο εγχείρημα. Η Ζήνα θυμάται ακόμα τις δύο κυρίες με το μωρό που ένα κρύο Ψυχοσάββατο επισκέφτηκαν το παντοπωλείο, θέλοντας να κάνουν κάτι καλό. «Ήταν χειμώνας, και οι δύο κυρίες, μητέρα και κόρη, είχαν διανύσει με το λεωφορείο μια μεγάλη απόσταση, προκειμένου να βρουν το κατάστημα. Έβγαλαν 40 ευρώ η καθεμία για να κεράσουν καφέδες, αλλά ήταν πολλά και τους είπαμε να κρατήσουν τα μισά για μια άλλη φορά», μου διηγείται. Οι γυναίκες αυτές μπήκαν στη διαδικασία να ψάξουν τα καφέ που στήριζαν τη δράση, για να τη στηρίξουν και αυτές με τη σειρά τους.
Χαρούμενος για τη συμμετοχή του στο δίκτυο είναι και Θάνος από τη Λάρισα και το «Las Ramblas», που πήρε την απόφαση να ενταχθεί στο δίκτυο πριν από δύο χρόνια, όταν ενημερώθηκε σχετικά από ένα κατάστημα στην Αθήνα. Στηρίζει την προσπάθεια όπως μπορεί, μέσα από τα social media, ενημερώνοντας τον κόσμο, αλλά και με το δικό του παράδειγμα, αφού φροντίζει να προσφέρει ο ίδιος έναν καφέ τις ημέρες που δεν υπάρχουν κεράσματα. «Ο αριθμός εκείνων που ζητούν τον καφέ είναι πια σταθερός, αλλά θα ήθελα να είναι μεγαλύτερος». Αναγνωρίζει, ωστόσο, ότι η Λάρισα –αν και μεγάλη– εξακολουθεί να είναι μια επαρχιακή πόλη, όπου ο κόσμος δυσκολεύεται να ξεπεράσει το ταμπού και να μπει σε ένα κατάστημα για να τον ζητήσει.
Δεν είναι ασυνήθιστο. Πολλοί φίλοι από την επαρχία μάς το έχουν θέσει ότι, στις μικρές τους κοινωνίες, ο διπλανός που έχει ανάγκη ντρέπεται δυο φορές να μπει σε ένα καφέ να τον ζητήσει. Και όχι μόνο στην επαρχία. Ακόμη και σε καφέ του δικτύου που είναι προς τα βόρεια προάστια της πρωτεύουσας, οι καταστηματάρχες έχουν παρατηρήσει ότι οι άνθρωποι –και ας έχουν ανάγκη– είναι πιο διστακτικοί στο να διεκδικήσουν και να απολαύσουν ακόμη και αυτό το μικρό κέρασμα.
Τελευταία στάση η πρωτεύουσα και μία από τις πιο ωραίες γειτονιές της, όπου συνάντησα έναν «παλιό» της πρωτοβουλίας. Τη Γιώτα, από το «Συνεργατικό καφενείο 6» στο Θησείο. Η Γιώτα είναι ενθουσιασμένη για την απόφαση που πήραν κάποτε όλοι μαζί οι συνεργάτες να ενταχθούν στο δίκτυο του καφέ και μου δείχνει τον χειροποίητο πίνακα που έφτιαξε η φίλη τους η Άννα, για να κρεμούν τα σημειώματα με το κέρασμα. Ο αριθμός των «καφέδων που περιμένουν» παραμένει μεγάλος και σταθερός, όπως και ο αριθμός των ανθρώπων που τον απολαμβάνουν, ορισμένοι από τους οποίους έρχονται ακόμα και από τον Πειραιά. «Η γειτονιά μας έχει στηρίξει πολύ. Έχει στηρίξει πολύ και την πρωτοβουλία. Μάλιστα, τον πρώτο καιρό οι κυρίες της περιοχής έφερναν γλυκά του κουταλιού και κέικ, για να τα προσφέρουμε μαζί με το καφεδάκι», λέει χαμογελώντας.
Να γίνει συνείδηση
Όταν έφυγα από το Θησείο, μου ήταν ξεκάθαρο ότι οι άνθρωποι με τους οποίους μίλησα προσπαθούν όσο είναι δυνατό να προβάλλουν την πρωτοβουλία αυτή, ώστε να τη δουν να μεγαλώνει. Μάλιστα, πολλοί από αυτούς κερνούν τον καφέ, ακόμα και αν δεν υπάρχει κολλημένο χαρτάκι στον πίνακα. «Ένας καφές δεν μου στοιχίζει τίποτε, αλλά μπορεί να κάνει κάποιον χαρούμενο», μου είχε πει κάποιος στο τηλέφωνο.
Μια πρωτοβουλία που βασίζεται εξ ολοκλήρου στην καλή μας πίστη έχει να αντιμετωπίσει τις δικές της προκλήσεις, και πώς θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά; Λίγο η οικονομική κρίση, λίγο η ντροπή και ο κοινωνικός στιγματισμός, λίγο η καχυποψία των καιρών δοκιμάζουν τον «καφέ που περιμένει». Αλλά αυτός όχι μόνο αντέχει αλλά και εξαπλώνεται συνεχώς. Σε αυτή την προσπάθεια, τον πιο κρίσιμο ρόλο παίζει ο ίδιος ο άνθρωπος που έχει και το κατάστημα. Εκείνοι που το αγκάλιασαν από την πρώτη στιγμή, έδωσαν και εξακολουθούν να δίνουν αγώνα για να μας γίνει αυτή η απλή, συμβολική, μα και τόσο σημαντική, ενέργεια συνείδηση δίνουν τον τόνο.
Πολύ συνειδητά, από την αρχή η πρωτοβουλία περιορίστηκε μόνο στον καφέ, αν και υπήρχαν οι σκέψεις να εξαπλωθεί σε άλλα είδη (κυρίως τρόφιμα). Η πρωτοβουλία του καφέ επιχειρεί να καλύψει την ανάγκη μας για επικοινωνία, για κοινωνικοποίηση, να ‘ρθουμε σε επαφή, να ξεφύγουμε από τη μαύρη τρύπα του φοβερού κοινωνικού αποκλεισμού, εκείνης της τρομερής απομόνωσης που είναι αναπόσπαστη και τραγική συνέπεια της φτώχειας. Να λειτουργήσει σε επίπεδο γειτονιάς είναι ο στόχος που είχαμε θέσει από την αρχή. Εκεί, στις γειτονιές μας, όπου υψώνεις τα μάτια και βλέπεις παντζούρια και περσίδες ερμητικά κλειστά, λες και έχει χρόνια να πατήσει ψυχή το πόδι της σε αυτά τα διαμερίσματα.
Και όμως. Εκεί, υπάρχουν άνθρωποι, βαθιά αποκλεισμένοι, που δεν έχουν το ευρώ, το κουράγιο, το ψυχικό σθένος να ανοίξουν την πόρτα και να βγουν στο δρόμο, στη γειτονιά. Να πάνε, χωρίς καμιά ντροπή, στο καφέ της πιο κάτω γωνίας και να βρουν να τους περιμένει ένας ζεστός καφές. Τόσο απλά. Σε αυτούς απευθύνεται αυτός ο καφές της αλληλεγγύης.
Ο Γιάννης και η Κωνσταντίνα, ένα φιλικό ζευγάρι που βρέθηκε στη Νάπολη το Πάσχα που μας πέρασε, μας έλεγαν πως τους έκανε εντύπωση ότι εκεί η πρωτοβουλία έχει μπει τόσο πολύ στο πετσί της πόλης, που είναι κάτι απλό και σύνηθες να δεις ένα καφέ, να μπεις μέσα και, αφού ευχαριστηθείς το δικό σου ρόφημα, να κεράσεις ένα ακόμη τον άγνωστο φίλο ή φίλη που δεν έχει ούτε για καφέ. Τόσο απλό και τόσο άμεσο.
Τίποτα «trendy», τίποτα το υπερβολικό. Έτσι το είχαμε κατά νου και στη «σχεδία», όταν πήραμε την απόφαση να το ξεκινήσουμε. Ένα απλό, σεμνό, διακριτικό κέρασμα από έναν άγνωστο φίλο σε έναν άγνωστο. Φίλο.
Μέσα από ένα φλιτζάνι καφέ ο κόσμος μας έρχεται πιο κοντά. Μπορεί να συμβεί. Συμβαίνει ήδη, στο καφέ της γειτονιάς σας όπου υπάρχει το χαρακτηριστικό αυτοκόλλητο της πρωτοβουλίας «Ένας καφές σε περιμένει».
*Εδώ μπορείτε να βρείτε τη λίστα των καταστημάτων που έχουν ενταχθεί στο δίκτυο «Ένας καφές σε περιμένει». Κάνουμε ό,τι περνάει από το χέρι μας να είναι πάντα όσο πιο πλήρης και ενημερωμένη γίνεται. Αλλά αυτό εξαρτάται και από τα ίδια τα μαγαζιά.