Shedia

EN GR

27/02/2013

Συναντήσεις, του Σπύρου Ζωνάκη

του Σπύρου Ζωνάκη
 
Ο Θανάσης Τριχιάς, 36 ετών, είναι ιδιοκτήτης του παραδοσιακού εξαρχειώτικου ουζερί «Τσέλιγκας», ο Αντώνης Λογοθέτης,  55 ετών,  είναι δικηγόρος και καθημερινός θαμώνας του μαγαζιού επί 20 χρόνια.
 
ΘΑΝΑΣΗΣ: Το μεζεδοπωλείο δημιουργήθηκε το 1984 από τον πατέρα μου, εξόριστο επί δικτατορίας στη Γυάρο και τη Λέρο. Η συγκεκριμένη ονομασία, με τις βουνίσιες συνεκδοχές, οφείλεται στο προσωνύμιο Τσέλιγκας  που  του είχαν δώσει οι συνεξόριστοί του, λόγω του γεγονότος ότι είχε μακριά μουστάκια. Εγώ ανέλαβα τη διεύθυνση του μαγαζιού μαζί με τη μητέρα μου, μετά το θάνατό του, το 2004. Λόγω της στράτευσης του πατέρα στην Αριστερά, οι πρώτοι θαμώνες ήταν παλιοί αριστεροί. Έτσι, από την αρχή ο «Τσέλιγκας» αποκλήθηκε «αριστερό μαγαζί», χωρίς εμείς να το επιδιώξουμε. 
 
Χαρακτηριστικό του στοιχείο είναι  το κλίμα αλληλεγγύης και συντροφικότητας μεταξύ των θαμώνων. Συζητάει ελεύθερα ο ένας με τον άλλον, πηγαίνει στο τραπέζι του. Αποτελούμε όλοι μια μεγάλη παρέα. Η σχέση μου με την πλειοψηφία των θαμώνων δεν είναι η τυπική σχέση καταστηματάρχη-πελάτη, αλλά καθαρά φιλική.  Ο «Τσέλιγκας» δεν είναι μονάχα ένα ουζερί, αλλά κι ένα «πολιτικό και κοινωνικό στέκι», ένα σημείο συνάντησης όπου επαγγελματίες, επιστήμονες, δημοσιογράφοι ανταλλάσσουν κοινωνικούς προβληματισμούς και διεξάγουν έντονες πολιτικές συζητήσεις. Πιστεύω ότι ο ιδιαίτερος χαρακτήρας του «Τσέλιγκα» είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την κουλτούρα του κόσμου που συχνάζει στα Εξάρχεια.
 
Δεν ξέρω αν ένα τέτοιο μαγαζί θα στέριωνε σ’ άλλη περιοχή. Εδώ σπάνια έρχεται κάποιος περαστικός. Είναι σχεδόν όλοι τακτικοί, παραδοσιακοί θαμώνες. Υπάρχουν άτομα που  συχνάζουν στο μαγαζί  εδώ και 30 χρόνια, από την φοιτητική τους ηλικία. Ξέρω τις συνήθειές τους, τι θέλει να φάει και να πιει ο καθένας. Ένας από τους πιο παλιούς και κλασσικούς θαμώνες του μαγαζιού είναι και ο Αντώνης, που διατηρεί το δικηγορικό του γραφείο στην περιοχή. Επισκέπτεται  το μαγαζί τα τελευταία 20 χρόνια, σχεδόν κάθε μεσημέρι. Το πέρασμα  από τον «Τσέλιγκα» αποτελεί γι’ αυτόν μια μορφή ιεροτελεστίας. Ακόμη και αν δεν κάτσει για φαγητό, θα έρθει να καπνίσει ένα τσιγάρο, να διαβάσει την εφημερίδα του, να μιλήσουμε για τα οικογενειακά, τα πολιτικά. Να κάνει ένα διάλειμμα από την εργασία του και να ξεφύγει για λίγο, συμμετέχοντας στο παρεΐστικο κλίμα του «Τσέλιγκα».
 
Είναι άνθρωπος απλός και αυθεντικός. Πάντοτε γελαστός και ποτέ σκυθρωπός. Κάθε φορά θα σου δώσει ήρεμα τη συμβουλή του ως φίλος. Πέρυσι ο Αντώνης έφερε στο μαγαζί για πρώτη φορά έναν φίλο και συνεργάτη του, ο οποίος από τότε έρχεται 6 φορές την εβδομάδα στον «Τσέλιγκα» κι έχει ενταχθεί πλήρως στην ατμόσφαιρά του. Λόγω οικονομικών δυσχερειών, είχα σκεφθεί να κλείσω το ουζερί. Κάτι πολύ οδυνηρό για μένα. Όμως οι θαμώνες, ανάμεσά τους και ο Αντώνης,  με αποθάρρυναν, τονίζοντας ότι θα στενοχωρηθεί πολύς κόσμος από την περιοχή, καθώς αποτελεί γι’ αυτόν ένα σταθερό σημείο αναφοράς. Όταν ένας κόσμος σ’ ενισχύει και σε στηρίζει επί τόσα χρόνια, πώς μπορείς να τον εγκαταλείψεις; Πώς μπορώ να στερηθώ αυτό το μαγικό παιχνίδι επικοινωνίας που έχω με θαμώνες όπως ο Αντώνης;
 
 ΑΝΤΩΝΗΣ: Καμιά φορά σκέφτομαι: Τι μας φέρνει εδώ, σχεδόν καθημερινά, και παρά τις οικονομικές δυσκολίες; Γιατί εδώ, από μια ολόκληρη πόλη που τη χαρακτηρίζει η «απέραντη μοναξιά του πλήθους», όπως λέει και ο ποιητής; Γιατί λοιπόν εδώ και όχι κάπου αλλού; Καλύπτεται εδώ η μοναξιά της πόλης και η ανωνυμία; Γινόμαστε μια παρέα, σχετικά άγνωστων μεταξύ μας, ανθρώπων; Απλώς, κολλήσαμε 20 χρόνια τώρα; 
 
 Στο Θανάση λοιπόν, τον Τριχιά ή Τσέλιγκα, Τσελιγκόπουλο, τον λέω εγώ, από τον πατέρα του, μπορώ να σου πω τι πίνει ο καθένας, τι του αρέσει να τρώει, για ποιο πράγμα μιλάει, και όλα αυτά γνωρίζοντας ουσιαστικά μόνο τις φάτσες, τις απόψεις, τα γούστα και όχι τις μικρές ή μεγάλες ιστορίες που κουβαλάει ο καθένας μας. Λες και σε μαγεύει ο χώρος, σε αναγκάζει να συνυπάρξεις όχι μόνο επειδή είναι μικρός αλλά και γιατί σε υποχρεώνει ν’ αλλάζεις τραπέζι, καρέκλα, να υπάρχει παντού το ποτήρι σου, γιατί κάθε τραπέζι το νιώθεις δικό σου. Καμιά φορά σ’ αναγκάζει να ερωτευτείς, να μισήσεις, να δώσεις τόπο στην οργή, να πεις την άλλη φορά θα είναι καλύτερα. Αλλά θα υπάρχει πάντα άλλη φορά. Όλα αυτά είναι η ατμόσφαιρα «Τσέλιγκα». Που «εν πολλοίς», βέβαια, την καθορίζει ο Θανάσης, εκμεταλλευόμενος… «αισχρά» εμάς τους θαμώνες, πειράζοντας, φωνάζοντας και γκρινιάζοντας, κυρίως αυτό! Αλλά αν μια μέρα σταματήσει τη γκρίνια, μάλλον θα την ….κοπανήσουμε όλοι! 
 
 Και μετά υπάρχει και κάτι άλλο. Το ίδιο αγαπημένο. Αναπαράγουμε σ’ αυτό το μαγαζί τα καφενεία της Ελλάδας του ΄60. Τα χωρισμένα σ’ αριστερά και δεξιά. Ναι, είναι αριστερό μαγαζί ο «Τσέλιγκας». Όχι γιατί είναι αριστερός ο μαγαζάτορας ή οι θαμώνες, αλλά γιατί είναι αριστερή η ατμόσφαιρα. Γιατί συζητάμε, τσακωνόμαστε, με τη διάθεση της προσέγγισης και όχι του χωρισμού. Γιατί καμιά φορά υποκλινόμαστε στο οινόπνευμα που τρέχει, για να ενωθούμε πιο εύκολα και όχι να βγάλουμε τα απωθημένα μας. Αν ένα απογευματάκι, κατά τις 6, μείνετε στον «Τσέλιγκα», θα δείτε μια μικρή παρέα, τους τελευταίους της μάζωξης, ανάκατα, μαγαζάτορες, πελάτες, περαστικούς, να συζητάνε για τα πιο απλά και τα πιο σύνθετα, σαν να κάνουν απολογισμό της μέρας. Σαν να είναι το δεύτερο σπίτι τους. Λέτε αυτό να είναι ο «Τσέλιγκας»; 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ