Shedia

EN GR

01/06/2015

Το βαλιτσάκι με τη στέγη. Συνέντευξη του Γουίνφριντ Μπάουμαν στην Florian Blumer

Ένας γερµανός καλλιτέχνης δηµιουργεί πρακτικές κατασκευές 
για τους απρόθυµους νοµάδες του σύγχρονου πολιτισµού.
 
Eδώ και τέσσερα χρόνια, από το 2011, ένας γερµανός καλλιτέχνης, ο Γουίνφριντ Μπάουµαν (Winfried Baumann), συνδυάζει τέχνη, αρχιτεκτονική, διακόσµηση και κοινωνικό ακτιβισµό για να φτιάξει χρήσιµα προϊόντα για άστεγους και άλλους «αστικούς νοµάδες». Η δουλειά του περιλαµβάνει µια ευρεία γκάµα µικρών τροχόσπιτων, τα οποία είναι σχεδιασµένα για να προσφέρουν κινητό καταφύγιο σε ανθρώπους που στερούνται µόνιµης κατοικίας. Μεταξύ άλλων, ο Μπάουµαν έφτιαξε αρκετά καροτσάκια για να εξυπηρετήσει τους γερµανούς πωλητές περιοδικών δρόµου. Όπως δηλώνει ο ίδιος, για να ετοιµάσει τα σχέδιά του συµβουλεύτηκε ορισµένους άστεγους. Παρά το γεγονός ότι τα έργα του έχουν γίνει αντικείµενο σφοδρής κριτικής από µέρος της κοινής γνώµης, ο Μπάουµαν απαντά ότι κάποιοι άστεγοι «είναι περήφανοι που σχεδιάστηκε κάτι ειδικά για αυτούς...» 
 
Έχοντας τον γενικό τίτλο «Αστικοί Νοµάδες», τα έργα του Μπάουµαν έχουν ως θέµα την κινητικότητα, τη στέγαση, την κοινωνική πρόνοια και τη µετακίνηση. Στις αρχές του χρόνου, ο γερµανός καλλιτέχνης εγκαινίασε την ολοκληρωµένη συλλογή του που έχει τίτλο «Αστικοί Νοµάδες». Το πιο αναλυτικό έργο του είναι «Η Στιγµιαία Στέγαση», µια συλλογή από µικρά τροχόσπιτα, σχεδιασµένα για τις ειδικές συνθήκες διαβίωσης των χρηστών τους.
 
 
Σιγουριά και υπερηφάνεια
«Προφανώς είναι έργα τέχνης, αλλά παράλληλα περιέχουν και κάποια πρακτικά στοιχεία, που τα καθιστούν κατάλληλα για καθηµερινή χρήση και είναι διαθέσιµα επί παραγγελία», σχολίασε σε συνέντευξη που παραχώρησε στο ελβετικό περιοδικό δρόµου «Σουρπρίζ» («Surprise»).
 
Ο Μπάουµαν αποφάσισε να ορίσει δύο τιµές για τα έργα του: µια τιµή «τέχνης» και µια «κοινωνική» τιµή, που απευθύνεται σε κοινωνικές δοµές και υπηρεσίες και όλους όσους έχουν ανάγκη. Η δεύτερη τιµή καλύπτει το κόστος κατασκευής ενός έργου και φτάνει το καθόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 980 ευρώ. Η «τιµή τέχνης» είναι διπλάσια.
 
Αναµφίβολα, όµως, τα 980 ευρώ είναι σχετικά υψηλό ποσό για έναν άστεγο. Εδώ, ο Μπάουµαν εξηγεί πως η ιδέα δεν είναι για τους ίδιους τους άστεγους να αγοράσουν ένα από τα έργα του, αλλά οι διάφοροι οργανισµοί και κοινωνικές υπηρεσίες που έχουν αναλάβει το έργο της υποστήριξής τους.
 
«Αν δει και το συγκρίνει κανείς µε το τι ξοδεύεται για τη στέγαση αυτών των ανθρώπων σε παντελώς ακατάλληλες συνθήκες, η τιµή είναι σχετικά χαµηλή», υποστηρίζει.
 
«Κατά τη γνώµη µου, είναι σηµαντικό να µη δίνουµε µόνο φθηνές λύσεις στους ανθρώπους που µένουν στους δρόµους, αλλά, αντίθετα, να τους προσφέρουµε κάτι καλοφτιαγµένο, µέσα σε λογικά πλαίσια κόστους. Αυτό είναι και ένα δείγµα σεβασµού προς τους ίδιους τους ανθρώπους. Κατά τις επαφές µου µε άστεγους, διαπιστώνω ότι όλο και περισσότερο νιώθουν µια υπερηφάνεια και µια σιγουριά που κάτι τέτοιο σχεδιάστηκε ειδικά για αυτούς», συνεχίζει.
 
Ο ίδιος είχε συνεργαστεί κατά το παρελθόν µε τη γερµανική εφηµερίδα δρόµου «Στρασενκρόιζερ»(Strassenkreuzer), για την κατασκευή καροτσιών για τη µεταφορά και την προστασία περιοδικών. 
 
Και ενώ είναι εύκολο να σκεφτούµε τις πρακτικές χρήσεις του καροτσιού, για κάποια άλλα αντικείµενα που έχει σχεδιάσει ο Μπάουµαν, όπως το κοστούµι του «δύτη κάδων»(!), δυσκολευόµαστε να δούµε τη χρησιµότητά τους.
 
 «Όλα βασίζονται στο γεγονός ότι ο αστικός νοµάς, ο κυνηγός-συλλέκτης, θα επιστρέψει πίσω στους δρόµους της πόλης…» εξηγεί ο καλλιτέχνης το νόηµα πίσω από τα έργα του.
 
Ο Μπάουµαν κατασκεύασε τα πρώτα του έργα αφού είχε παρακολουθήσει πώς ζουν οι άνθρωποι στο δρόµο και πόσο λαχταρούν έναν δικό τους χώρο, φτιάχνοντας τα δικά τους κουτιά, βάζοντας µικρές κουρτίνες κ.λπ. Στη συνέχεια, επιδίωξε να µιλήσει µε άστεγους, ζητώντας τη γνώµη τους, ώστε να µπορέσει να εξελίξει και να βελτιώσει τη δουλειά του.
 
Η ανταπόκριση από τους άστεγους ήταν γενικά θετική, λέει. «Η ερώτηση επανέρχεται στην επιφάνεια ξανά και ξανά κατά πόσον δηµιουργούµε τέχνη εις βάρος των άστεγων, αλλά αυτοί που τη θέτουν είναι άνθρωποι που δεν έχουν καµία σχέση µε την οδυνηρή πραγµατικότητα της απώλειας της στέγης. Δεν είχα ποτέ αρνητικές αντιδράσεις από τους ίδιους τους άστεγους. Καταλαβαίνουν απόλυτα το κρυµµένο χιούµορ αυτού του έργου.
 
Γίνοµαι αποδέκτης όλο και περισσότερων σχολίων για το τι είναι πρακτικό και τι όχι, ή για το πώς θα µπορούσαν να βελτιωθούν κάποια πράγµατα. Βλέπω µεγάλη ανταπόκριση από τους ίδιους τους ανθρώπους που τους αφορά. Μπορούν να αξιολογήσουν τα πρακτικά στοιχεία του έργου, αλλά παράλληλα εντοπίζουν και σηµεία ό-που η όλη ιδέα ίσως ξεφεύγει λίγο».
 
 
Νοµάς και εργαζόµενος
O Μπάουµαν έχει κατασκευάσει µοντέλα «Άµεσης Στέγασης», όπως αποκαλούνται, για µουσουλµάνους και καθολικούς προσκυνητές, µοντέλα πολυτελείας και µοντέλα επιχειρήσεων, που διαθέτουν µέχρι και λάπτοπ και δορυφορική κεραία.
 
«Τα τελευταία δέκα µε δώδεκα χρόνια η νοµαδικότητα βίωσε µια αναγέννηση», εξηγεί, «και γι' αυτόν ακριβώς το λόγο, στόχος των έργων µου έγινε όχι απλά ο “κλασικός” άστεγος που κάτι του πήγε στραβά στη ζωή, αλλά και ο “εργαζόµενος νοµάς”, ο εποχικός εργάτης, ο φοιτητής. Θέλω να τονίσω ότι όλη αυτή η γρήγορη αλλαγή σε σχέση µε τους νοµάδες έχει να κάνει σε µεγάλο βαθµό µε την αίσθηση της απώλειας».
 
«Μιλάµε µόνο για τους εργαζόµενους νοµάδες, εκείνους που η περιπλάνησή τους γίνεται µόνο µε αεροπλάνο και εκείνους που κινούνται συνεχώς κρατώντας µόνο µια µικρή ταξιδιωτική βαλίτσα και ένα λάπτοπ. Βιώνουµε την απώλεια της κοινωνικής συνοχής», για να αποκαλύψει στη συνέχεια ότι ο ίδιος έχει δοκιµάσει τις κατασκευές του: «Έχω ελέγξει ο ίδιος τα περισσότερα µοντέλα “Στιγµιαίας Στέγασης”, κάτω από ακραίες συνθήκες, σε αστικές περιοχές το χειµώνα.
 
Όταν όλα κλείνουν το βράδυ και οι σταθµοί τoυ µετρό κλείνουν, τότε είσαι απλά ευχαριστηµένος αν έχεις ένα στεγνό καταφύγιο όπου µπορείς να κοιµηθείς και να φυλάξεις το σακίδιό σου. Όπως είναι λογικό, λόγω του περιορισµένου χώρου του, δεν είναι πολύ άνετο. Σχεδιάστηκε µε την προϋπόθεση να είναι καταφύγιο ανάγκης, ως βασική προστασία, και όντως αυτό ισχύει». 
 
*Απόδοση στην ελληνική γλώσσα: Βασιλική Ευρυδιάδου.
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ