Shedia

EN GR

25/12/2013

Λόγια της πλώρης του Χρήστου Αλεφάντη

Θα αρχίσω το κάπνισμα
 
«Του χρόνου θα αρχίσω το κάπνισμα». Είναι από τις πιο αστείες ατάκες που έχω ακούσει στις χριστουγεννιάτικες παρέες. Είναι οι στιγμές κατά τις οποίες θέτουμε τους βασικούς στόχους της επόμενης χρονιάς. «New Year’s resolution», το λένε οι Αγγλοσάξονες. Με αυτή την ατάκα ο Γιώργος μας δούλευε «ψιλό γαζί» όλους εμάς τους υπόλοιπους που, τέτοιες μέρες, παίρναμε όρκους τιμής ότι «του χρόνου, δεν υπάρχει περίπτωση, θα το κόψουμε το… ρημάδι».
 
Ο Γιώργος δεν έχει καπνίσει ποτέ στη ζωή του και ήξερε ότι το «του χρόνου» είναι, στην πραγματικότητα, σαν να λέμε «από Δευτέρα». Απλώς, κερδίζουμε λίγο χρόνο μέχρι να ‘ρθει η στιγμή να αθετήσουμε την όποια συμφωνία που με τόσο πείσμα προσπαθήσαμε να επιβάλουμε στον άλλο μας εαυτό.
Η αλήθεια είναι ότι είμαι φανατικός καπνιστής. Τόσο φανατικός που κάποια στιγμή -έτσι ξαφνικά- αποφάσισα να το κόψω. Ήταν μια στιγμή τσαντίλας για αυτή την εξάρτηση που δεν με άφηνε ήσυχο σε καμία στιγμή της ζωής μου.  
 
Ήμουν κακός καπνιστής.
 
Το έκοψα, αλλά παραμένω φανατικός καπνιστής. Δεν με πειράζουν οι άνθρωποι που καπνίζουν. Αντιθέτως, σέβομαι και υπερασπίζομαι το δικαίωμά τους να καπνίζουν στο σπίτι μου, στο αυτοκίνητο και σε όλους τους κλειστούς δημόσιους χώρους.
 
Θα ‘θελα, όμως, να με σέβονται και αυτοί κατιτίς. Είμαι αφελής;
 
Αρχές Δεκέμβρη στην οδό Στουρνάρη, περίμενα να πάει 9:00 η ώρα για να ανοίξουν τα μαγαζιά. Κάτι χρειαζόμασταν στο γραφείο.
 
Το κρύο ήταν σχεδόν ανυπόφορο. Πήρα μια εφημερίδα λοιπόν, και αποφάσισα να τρυπώσω σε ένα μικρό καφέ απέναντι από το Πολυτεχνείο, να ζεσταθώ με έναν καφέ, να μου περάσει και η ώρα.
 
Η μετάβαση από το «φρέσκο» κρύο στο εσωτερικό του καφέ ήταν, μα την αλήθεια, ένα μικρό σοκ. Τρία τραπεζάκια, ένας μικρός πάγκος, ένα απίστευτο ντουμάνι. Και σαν να μην έφταναν αυτά, άκουγα έναν κύριο να επιδίδεται σε ένα απίστευτα ρατσιστικό παραλήρημα, χωρίς, όμως, ο ίδιος να είναι ρατσιστής. 
 
Όπως λέει και το παλιό αγαπημένο ανέκδοτο… οι άλλοι είναι μαύροι. 
 
Οι δύο κυρίες και ο κύριος πίσω από το μπαρ του μικρού καφέ, ευγενέστατοι και οι τρεις, συνέχιζαν, απερίσπαστοι, να παίρνουν παραγγελίες, να φτιάχνουν καφεδάκια, να σερβίρουν τυρόπιτες, να καθαρίζουν τασάκια. It was business as usual.
 
Είμαι κατά του νόμου που απαγορεύει το κάπνισμα στους χώρους εστίασης κ.λπ. Από τις μέρες που κάπνιζα 3-4 πακέτα την ημέρα, έχω χτίσει ένα κάστρο επιχειρημάτων που παραμένει απόρθητο.
 
Υπάρχει, όμως, ένας νόμος. Σωστά; Ένας νόμος τον οποίο τον έχουμε όλοι ξεχάσει. Δεν έχω καμία αμφιβολία ότι και ο ίδιος ο νομοθέτης και, μαζί, όλοι αυτοί οι βουλευτάδες που τον υπερψήφισαν, το φουντώνουν κανονικά. Τους φαντάζομαι αυτή τη στιγμή –περασμένες 11:00 το βράδυ- που γράφονται αυτές οι αράδες να απολαμβάνουν το κρασάκι τους σε ένα μπαρ, με μια μικρή λευκή απόλαυση να ισσοροπεί ασταθώς μεταξύ δείκτη και μέσου.
 
Και ο (κακός έστω) νόμος; Τον απέρριψε η ζωή και η… δυναμική των πραγμάτων; Μπορεί να είναι τόσο απλά τα πράγματα; Και γιατί να σεβαστώ τον επόμενο νόμο; Και τον μεθεπόμενο; Γιατί να φορέσω κράνος; Γιατί να κόβω αποδείξεις; Γιατί να καταβάλλω τον ΦΠΑ;
 
Είμαι αφελής; 
 
Όταν μια κοινωνία, ένα σύνολο ανθρώπων, διδάσκεται –από τα ψηλά κιόλας- ότι η νοοτροπία του «δε βαριέσαι», του «σιγά μην τους κάνω τη χάρη» και του «θα τη βρούμε την άκρη» έχει… πέραση, τι μέλλον μπορεί να έχει;
 
Και ας αφήσουμε το νόμο στην άκρη. Ο άλλος άνθρωπος; Εκείνος που δεν καπνίζει; Τι είναι; Αφελής; Ανόητος; Ανέραστος; Ξενέρωτος; Όλα μαζί και άλλα πολλά;
 
Δύσκολες ασκήσεις, ειδικά χρονιάρες μέρες. Αλλά λύνονται. 
 
Με σεβασμό. Αφού δεν θέλουμε λοιπόν(!) να σεβαστούμε τον (κακό) νόμο, ας μάθουμε να σεβόμαστε τον άλλο άνθρωπο. Είτε το… φουντώνει είτε δεν το φουντώνει. Και σε όλα τα πράγματα.
 
Ίσως, κάπως έτσι, σιγά σιγά, να αρχίσουμε να σεβόμαστε και τους νόμους.
 
Να ένα καλό «New Year’s resolution».
 
Καλή χρονιά.
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ