Shedia

EN GR

27/11/2013

Όπου φτωχός και η υγεία του, του Βασίλη Παπακριβόπουλου

Το προσδόκιμο ζωής  σε μια χώρα δεν εξαρτάται μονάχα από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αλλά και από την έκταση των κοινωνικών ανισοτήτων.
 
Τις τελευταίες δεκαετίες, πλήθος λεπτομερών επιδημιολογικών μελετών σε παγκόσμιο επίπεδο επιβεβαιώνουν κι αναλύουν αυτό που ανέκαθεν υπέθετε η κοινή λογική: η κακή υγεία είναι χαρακτηριστικό των φτωχότερων στρωμάτων, το επίπεδο υγείας σε μια χώρα δεν εξαρτάται μονάχα από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ, αλλά και από την έκταση των κοινωνικών ανισοτήτων στο εσωτερικό της, η ένταση των ανισοτήτων συνεπάγεται επιδείνωση του επιπέδου της υγείας.
 
Πράγματι, είναι πασίγνωστες οι περιπτώσεις των Ηνωμένων Πολιτειών, που έχουν επίπεδο υγείας και προσδόκιμο χρόνο ζωής χαμηλότερο από αρκετές άλλες πολύ λιγότερο πλούσιες χώρες, αλλά και της κατάρρευσης της υγείας στις πρώην ανατολικές χώρες όταν ο νεοφιλελευθερισμός ώθησε τις κοινωνικές ανισότητες σε αδιανόητα επίπεδα. Ακόμα και στη Γαλλία με το ισχυρό κοινωνικό κράτος, ο προσδόκιμος χρόνος ζωής στα υποβαθμισμένα προάστια είναι 5 ώς 7 χρόνια μικρότερος σε σχέση με τις πλούσιες συνοικίες.    
 
Όμως, ο διακεκριμένος βρετανός επιδημιολόγος Ρίτσαρντ Γουίλκισνον, ο οποίος μελετάει από την δεκαετία του 1970 τη σχέση ανάμεσα στις κοινωνικές τάξεις και στην υγεία,  συγγραφέας του «Γιατί οι κοινωνίες με τη μεγαλύτερη ισότητα τα καταφέρνουν σχεδόν πάντα καλύτερα», που έχει μεταφραστεί σε 23 γλώσσες με πωλήσεις 200.000 αντιτύπων, σε συνέντευξή του στον ιστότοπο www.rue89.com, τόνισε μια ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα διαπίστωση: οι μεγάλες κοινωνικές ανισότητες βλάπτουν ακόμα και την υγεία των μελών των πλουσιότερων κοινωνικών στρωμάτων, τα οποία, ωστόσο, επωφελούνται οικονομικά από αυτές. 
 
Όπως εξηγεί, μια κοινωνία η οποία χαρακτηρίζεται από μεγάλες ανισότητες δημιουργεί όχι μόνο σημαντικά μεγαλύτερη βία και φόβο στην κοινωνική ζωή, αλλά και πολύ εντονότερο –και χρόνιο– στρες, το οποίο, όπως είναι πασίγνωστο, υπονομεύει  μακροπρόθεσμα  την υγεία. 
 
Αντίθετα, απ’ ό,τι συμβαίνει σε μια κοινωνία στην οποία παρατηρείται μεγαλύτερο επίπεδο ισότητας και κοινωνικού κράτους, στις κοινωνίες της ανισότητας το άτομο βυθίζεται –ήδη από την πιο νεαρή ηλικία– σε ένα περιβάλλον γενικευμένου ανταγωνισμού εναντίον όλων, τους οποίους οφείλει να αντιμετωπίζει ως αντιπάλους στον αγώνα δρόμου προς την κορυφή. Με λίγα λόγια, ζει μέσα στην ένταση και στο άγχος, το οποίο πυροδοτεί ψυχοσωματικά φαινόμενα, αλλά και φθείρει τον οργανισμό. 
 
Ο Γουίλκινσον υπενθυμίζει ότι, μεταξύ άλλων, μεγάλο μέρος αυτών των «επιτυχημένων» ζει εξαρτημένο από υπνωτικά κι αντικαταθλιπτικά χάπια. 
 
Παρατηρεί δε ότι σε αυτές τις χώρες, στα ερωτηματολόγια για το επίπεδο υγείας ή ευτυχίας, οι ερωτώμενοι –ιδίως όσοι θέλουν να εμφανίζονται ως «επιτυχημένοι» – έχουν την τάση να υπερβάλλουν σημαντικά: πράγματι, οποιαδήποτε απάντηση δεν ωραιοποιεί τα πάντα σε κατατάσσει αυτόματα στην κατηγορία των «losers».
 
Όσο κι να φαίνεται περίεργο, το «φάρμακο» που συνταγογραφεί ο Γουίλκινσον είναι οικονομικής φύσεως: καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και της νόμιμης φοροαποφυγής των πλουσιότερων, η οποία θα αποφέρει σημαντικούς οικονομικούς πόρους που θα μειώσουν τις κοινωνικές ανισότητες, αλλά και αύξηση της φορολόγησης των μπόνους και των επιχειρήσεων στις οποίες παρατηρείται τεράστια διαφορά μεταξύ χαμηλότερων και υψηλότερων αποδοχών, η οποία φτάνει ακόμα και την κλίμακα 1 προς 300! Έστω κι αν αυτό αγχώσει ακόμα περισσότερο κάποιους…  
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ