Shedia

EN GR

25/09/2013

Θα πάω στην Αστραλία! του Χρήστου Αλεφάντη

Όλο και περισσότεροι άνθρωποι προσδοκούν και ψάχνουν τρόπους να ζήσουν το «αυστραλιανό όνειρο». Οι προσδοκίες σπάνια είναι ρεαλιστικές 
 
του Χρήστου Αλεφάντη
 
Ποιος θα το ‘λεγε ότι, πενήντα ένα χρόνια αργότερα, η θρυλική ατάκα της Γεωργίας Βασιλειάδου θα παρέμενε όχι απλώς επίκαιρη, αλλά σχεδόν καημός για χιλιάδες Ελλήνων.  Η μεγάλη ηθοποιός ξεστομίζει άπειρες φορές υπό τη ¬--μορφή απειλής και επιθυμίας-- μαζί¬ τη φαρμακερή ατάκα, με αποδέκτη κυρίως τον αδελφό της (Βασίλη Αυλωνίτη), στην ταινία «Ο Μιχαλιός του 14ου Συντάγματος». Η ταινία προβλήθηκε τη σεζόν 1962-1963 και έκοψε 52.573 εισιτήρια, προσφέροντας ανάσες γέλιου και ευθυμίας στους σινεφίλ της εποχής. Σήμερα, με την ανεργία να καλπάζει και την ελπίδα να υποχωρεί (αυτό κι αν θα είναι συλλογική ήττα, αν το αφήσουμε να συμβεί), η Αυστραλία έχει γίνει ξανά προτεραιότητα, ως προορισμός μετανάστευσης, όμως, και όχι για τουρισμό. Από κοντά και οι λοιπές παραδοσιακές δυνάμεις-χώρες υποδοχής μεταναστευτικών ρευμάτων: Καναδάς, Ηνωμένες Πολιτείες, Νέα Ζηλανδία. Το όνειρο, όπως συμβαίνει πολλές φορές, δεν πατάει σε στέρεες βάσεις. Άνθρωποι χωρίς να πληρούν τις προϋποθέσεις (υπηκοότητα, επαγγελματική ειδικότητα κ.λπ.) ψάχνουν τρόπους να «πατήσουν το πόδι τους» στη μακρινή ήπειρο, πιστεύοντας ότι «κάπως, θα τη βρουν την άκρη». Από κοντά και διάφοροι επιτήδειοι που υπόσχονται βίζα, δουλειά, ανέσεις ακόμα και… θάλασσα (για να θυμηθούμε ένα παλιό ανέκδοτο). Μάταιος κόπος. Η «σχεδία», με δεδομένη την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, άνοιξε γραμμή με Αυστραλία. Μίλησε με δύο παλιούς δημοσιογράφους της Ομογένειας, τον αρχισυντάκτη της ιστορικής εφημερίδας «Νέος Κόσμος» κ. Σωτήρη Χατζημανώλη, και τον ραδιοφωνικό παραγωγό κ. Χρήστο Σαρδέλη. Και οι δύο πάτησαν το πόδι τους στην Αυστραλία στις αρχές της δεκαετίας του ’70. Η πρώτη δουλειά του κ. Χατζημανώλη ήταν σε ένα «ελληνικό σιδεράδικο» και του κ. Σαρδέλη σε ένα παπουτσάδικο. «Έκλαιγα επί μέρες», θυμάται ο κ. Χατζημανώλης για τις πρώτες του μέρες στην Αυστραλία, όταν και προσπαθούσε «να συνηθίσει» τη μετανάστευση. Ακόμα το προσπαθεί…
 
 
 
Και οι δύο, σε γενικές γραμμές, συμφωνούν ότι ως κοινωνία/οικονομία, αλλά και ως χώρα υποδοχής μεταναστών, η Αυστραλία, πράγματι, παίρνει πολύ υψηλό βαθμό. Ο κ. Χατζημανώλης, πάντως, βάζει και έναν αστερίσκο: «Στην Αυστραλία του σήμερα, οι  αριθμοί ευημερούν, αλλά οι άνθρωποι όχι και τόσο… Η ζωή είναι ακριβή και, παρά το γεγονός ότι το ποσοστό ανεργίας είναι, συγκριτικά, χαμηλό, οι άνθρωποι δύσκολα τα βγάζουν πέρα. Βεβαίως, είναι  ένα οργανωμένο κράτος, με υποδομές και με ικανοποιητικά δίχτυα ασφαλείας για τους μη προνομιούχους. Στους μετανάστες που φθάνουν στη χώρα νόμιμα παρέχει ικανοποιητικές υπηρεσίες, αλλά υιοθετεί μια ιδιαίτερα σκληρή πολιτική ως προς τους πρόσφυγες».
 
Και ο κ. Σαρδέλης συμπληρώνει: «Εδώ, τα δικαιώματα των μειονοτήτων διαφυλάσσονται, στο μέτρο του δυνατού πάντα. Και όταν κάνω λόγο για “μειονότητες” δεν εννοώ μόνο τις εθνικές μειονότητες, αλλά κάθε είδους, όπως είναι οι ομοφυλόφιλοι, άτομα με ειδικές ανάγκες κ.λπ. Ως χώρα υποδοχής μεταναστών, πιστεύω ότι παίρνει άριστα. Υπάρχουν οι υποδομές και τα ανάλογα στηρίγματα για τους νεοφερμένους. Δίνεται μεγάλη έμφαση στην εκμάθηση της αγγλικής, ούτως ώστε να ενταχθούν ομαλότερα στο ευρύ κοινωνικό σύνολο. Βέβαια, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι η Αυστραλία είναι χώρα χριστιανική και, οπωσδήποτε, η ένταξη αλλοθρήσκων, ιδιαίτερα μουσουλμάνων, γίνεται δυσκολότερη».
 
Από την τοποθέτηση του κ. Χατζημανώλη αξίζει να κρατήσουμε, μεταξύ άλλων, και τον όρο που χρησιμοποιεί για να περιγράψει τους εξαθλιωμένους της γης που ψάχνουν απελπισμένα να βρουν την ελπίδα στην Αυστραλία. «Πρόσφυγες» τους χαρακτηρίζει και όχι «λαθρομετανάστες». «Asylum seekers» είναι ο όρος στην αγγλική. Πρόσφυγες, αιτούντες άσυλο δηλαδή…
 
Σύμφωνα με τον κ. Σαρδέλη, η Αυστραλία του σήμερα δεν ψάχνει πια για ανειδίκευτους εργάτες, αφού τα εργοστάσιά της έχουν κλείσει. Η οικονομία της ανθεί σε άλλους τομείς. 
 
Ο αριθμός των νεοαφιχθέντων πάντως –σε αντίθεση με την εικόνα που έχει δημιουργηθεί– είναι μικρός και, σίγουρα, δεν επαρκεί για την αναγέννηση μιας γηρασμένης ελληνικής παροικίας. 
 
 
Αυτό δε σημαίνει, βεβαίως, ότι είναι λίγοι εκείνοι που ενδιαφέρονται. Πολλοί ενδιαφέρονται, αλλά λίγοι τα καταφέρνουν. Στα γραφεία της εφημερίδας όπου εργάζεται ο κ. Χατζημανώλης, τα τηλεφωνήματα για ενημέρωση είναι πολλά. Άνθρωποι ζητούν πληροφορίες και, σε κάποιες περιπτώσεις, ακόμα και χρήματα!
 
«Δεχόμαστε δεκάδες αιτήσεις από δημοσιογράφους που θέλουν να εργαστούν στην εφημερίδα. Είτε ως ανταποκριτές από την Ελλάδα είτε να έρθουν ως μετανάστες στην Αυστραλία. Επιπλέον, εκατοντάδες είναι τα αιτήματα για πληροφορίες από ανθρώπους που θέλουν να μεταναστεύσουν. Κυρίως, ενδιαφέρονται για εργασία. Ορισμένοι και για στέγη.
 
Μερικοί έρχονται με τουριστική βίζα στην Αυστραλία και θέλουν να εργαστούν, πράγμα που απαγορεύεται. Κάποιοι τα καταφέρνουν, αλλά συχνά πέφτουν θύματα εκμετάλλευσης.
 
Στο γραφείο μας έχουν φτάσει νεοφερμένοι που ζητούν “δουλειά εδώ και τώρα”, γιατί δεν έχουν ούτε σεντ για να επιβιώσουν. Σε σπάνιες περιπτώσεις, έχουν ζητήσει και χρήματα»!
 
Σε ένα πράγμα που υπάρχει πλήρης ταύτιση απόψεων: Όποιος πιστεύει ότι μπορεί να πάει χωρίς τα απαραίτητα νομιμοποιητικά έγγραφα και «κάπου, κάπως, θα τα καταφέρει να μείνει και να ζήσει» πλανάται πλάνην οικτρά!
 
Περίπου, όπως εξηγούν οι δύο έμπειροι συνομιλητές μας στη «σχεδία», θα βιώσουν αυτά που βιώνουν στην Ελλάδα όσοι δεν έχουν εξασφαλίσει άδεια παραμονής. Τον κοινωνικό αποκλεισμό, δηλαδή. Αυτό που δεν θα ζήσουν σίγουρα είναι τον ρατσισμό και την τρομοκρατία εξτρεμιστικών οργανώσεων, όπως είναι η Χρυσή Αυγή.
 
«Είναι ουτοπικό να πιστεύει κάποιος που δεν έχει υπηκοότητα, άρα και διαβατήριο, ότι μπορεί να έρθει στην Αυστραλία και "κάπως να τη βρει την άκρη". Δεν θα καταφέρει τίποτα.  Μπορούν,  όμως, να έρθουν στην Αυστραλία  ειδικευμένοι των οποίων η ειδικότητα έχει ζήτηση. Αυτοί δεν χρειάζεται να έχουν την αυστραλιανή υπηκοότητα», επισημαίνει ο κ. Χατζημανώλης, καθώς ο κ. Σαρδέλης σχεδόν καταρρίπτει και το μύθο του «καλού χορηγού»: «Ακούω για περιπτώσεις όπου ο νεοφερμένος καταφέρνει να βρει σπόνσορα (χορηγό), ο οποίος υπογράφει ότι θα του εξασφαλίζει εργασία, ιατρική περίθαλψη κ.λπ. Αυτά, συν μια εγγύηση δεκάδων χιλιάδων δολαρίων που είναι αναγκασμένος να καταβάλει. Όπως αντιλαμβάνεστε, η εύρεση τέτοιου φιλάνθρωπου είναι εξαιρετικά δύσκολη υπόθεση. Τελικά, «βρίσκω την άκρη» σημαίνει ότι, κατά κάποιο τρόπο, καταφέρνω να μείνω εδώ χωρίς να με κυνηγάει το Υπουργείο Μετανάστευσης. Δεν είναι εύκολο. Αλλά κι υπό αυτούς τους όρους, από κει και μετά  αρχίζει η ανηφόρα επιβίωσης στην ξενιτιά».
 
 
Το ίδιο ισχύει, βεβαίως, και  για όλους εκείνους που ευελπιστούν να «βρουν την άκρη», εξασφαλίζοντας καταρχήν, μια φοιτητική βίζα. Το κόστος των διδάκτρων ανέρχεται σε πολλές χιλιάδες δολάρια ετησίως. Για εκείνους που το αντικείμενο των σπουδών τους έχει ζήτηση στην αγορά της Αυστραλίας, ο κ. Χατζημανώλης αφήνει ένα μικρό παράθυρο ελπίδας να καταφέρουν να γίνουν μόνιμοι κάτοικοι. Στην ουσία, πάντως, θα πρόκειται για μια μικρή επένδυση, αφού θα έχουν ξοδέψει πολλές χιλιάδες ευρώ μέχρι να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους.
 
Στο ερώτημα «πώς βλέπουν οι ομογενείς τις εξελίξεις στην Ελλάδα» και οι δύο συμφωνούν ότι «η ομογένεια θλίβεται και κάνει ότι μπορεί,  τόσο σε προσωπικό όσο και συλλογικό επίπεδο για να συμπαρασταθεί στον ελληνικό λαό». Συμφωνούν, όμως, και ως προς την άποψη ότι «οι Έλληνες, για πολλά χρόνια, ζούσαν πέραν των δυνατοτήτων τους. Το διαπίστωναν κάθε φορά που έρχονταν στην Ελλάδα».
 
Ιδιαίτερα χαρακτηριστικός και σκληρός είναι ο κ. Σαρδέλης: «Ακούνε (οι ομογενείς), για παράδειγμα, για “μαϊμού συντάξεις”, επίδομα χρήσης ηλεκτρονικού υπολογιστή και σαλτάρουν! Αναρωτιούνται: Πώς είναι δυνατόν μια χώρα με οικονομία σαν της Ελλάδας να έχει τέτοια προνόμια που ακόμα και η πλούσια Αυστραλία ούτε να τα φανταστεί δεν μπορεί; Και έχουν απόλυτο δίκιο»!
 
 
 
Λίγο πριν κλείσουμε, σχεδόν αναπόφευκτα, η κουβέντα πήγε στο μαύρο της δημόσιας τηλεόρασης. Και ο κ. Χατζημανώλης είναι σαφής:
 
«Το κλείσιμο της ΕΡΤ αποτελεί μεγάλη απώλεια για την Ομογένεια. Ιδιαίτερα για τους ηλικιωμένους ομογενείς. Τα ιδιωτικά κανάλια δεν είναι λύση. Οι ομογενείς θέλουν  και πάλι να έχουν δημόσια ελληνική τηλεόραση». Τελεία και παύλα.
 
 
*Λάκι κάντρι ή «Lucky Country». Η «τυχερή χώρα» ήταν το προσωνύμιο της Αυστραλίας κάποτε και σήμερα.
 
 
Αποτυχημένος εραστής
 
Τελικά, πόσο σκληρή είναι η ξενιτιά; Απευθύναμε το ερώτημα, και ο κ. Σαρδέλης απάντησε σαν να περίμενε από καιρό το ερώτημα.
 
«Η ξενιτιά είναι πολύ σκληρή, και ας λέει ο καθένας ότι θέλει. Τίποτα δεν πρόκειται να σε ενώσει με τον ξένο τόπο. Ναι, σου δίνει κάποια οικονομική άνεση, αλλά σου αφαιρεί άλλα που πονάνε μέχρι να πεθάνεις. Βέβαια, στην πορεία, είναι δεύτερη φύση του ανθρώπου να δέχεται και να συνηθίζει σε καταστάσεις. Σιγά-σιγά, λοιπόν, συνηθίζεις, αλλά σου μένει η μελαγχολία για την πατρίδα και τον τόπο που έχασες. Να προσθέσω, εδώ, ότι πολλοί από μας, στην προσπάθειά μας να “πείσουμε” τον εαυτό μας ότι… καλά κάναμε και μεταναστεύσαμε στρεφόμαστε, εναντίον της πατρίδας και ό,τι αυτή αντιπροσωπεύει.  Όπως ένας αποτυχημένος εραστής που βρίζει μια γυναίκα επειδή δεν ενέδωσε στις προτάσεις του»…  
 
Η ευημερία σε αριθμούς
 
Όπως επισημαίνει και ο κ. Χατζημανώλης, στην Αυστραλία, οι αριθμοί πράγματι ευημερούν ακόμα!
 
Το ποσοστό της ανεργίας στην Αυστραλία βρίσκεται στο 5.8%, αλλά αναμένεται να αυξηθεί στο 6%, λόγω της στασιμότητας που αναμένεται να παρατηρηθεί στις εξαγωγές του τομέα των μεταλλευμάτων. 
 
Ο πληθωρισμός είναι 2.3% και παρουσιάζει μείωση κατά 0.3 %. Αυτός είναι και ο στόχος της Αποθεματικής Τράπεζας της χώρας. 
 
Ο βασικός μισθός, ενός ανειδίκευτου εργάτη δηλαδή, είναι 2.500 δολάρια το μήνα (κάπου 1.750 €). Φαίνονται πολλά, αλλά το ενοίκιο σε μια μεσαία περιοχή ανέρχεται στα 1.600 δολάρια το μήνα ή 1.110 ευρώ περίπου, ενώ η μέση αξία ενός σπιτιού στη Μελβούρνη είναι 600.000 δολάρια ή 420.000 ευρώ.
Οι δε καπνιστές τιμωρούνται βάναυσα! Ένα πακέτο τσιγάρα κοστίζει κοντά στα 20 δολάρια, ή 14 ευρώ.  
 
Το επίδομα ανεργίας μπορεί να το παίρνει κανείς μέχρι να βρει δουλειά, αλλά όσο καιρό το παίρνει πρέπει να κάνει κάτι. Να γραφτεί σε μια σχολή για να μάθει αγγλικά, να προσφέρει εθελοντική εργασία για 15 ώρες την εβδομάδα ή να ψάχνει και να καταγράφει σε ειδικό ημερολόγιο τουλάχιστον πέντε αιτήσεις που έκανε για δουλειά την εβδομάδα. Όσο περνάει ο καιρός, τα πράγματα σφίγγουν. 
 
Η σύνταξη στην Αυστραλία θεωρείται κάτι σαν βοήθημα για αυτούς που δεν έχουν άλλους πόρους. Αν έχουν περιουσία ή άλλα έσοδα άνω κάποιου συγκεκριμένου ποσού, δεν δικαιούνται σύνταξη. Το ύψος της σύνταξης για ένα ζευγάρι είναι 2.200 δολάρια το μήνα ή 1.540 ευρώ και για ένα άτομο 1.450 δολάρια ή περίπου 1000 ευρώ, το μήνα πάντα. 
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ