Shedia

EN GR

24/03/2021

Ποτίζοντας τον ανθό της ελευθερίας

 
Η Σιρίν Εμπαντί ζει αυτοεξόριστη στο Λονδίνο από το 2009, σε μυστική τοποθεσία. Ωστόσο, συνεχίζει να αγωνίζεται για την ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα στη χώρα καταγωγής της.
 
Συνέντευξη της Σιρίν Εμπαντί στην Daniela Palumbo
 
«Η δημοκρατία έχει κόστος», παραδέχεται η Εμπαντί, «και το κόστος είναι μεγάλο. Μπορεί να πληρώσεις την ελευθερία με τη ζωή σου, αλλά δεν πρέπει ποτέ να σταματήσεις να αγωνίζεσαι. Στην Ιταλία, χρωστάτε την ελευθερία και τη δημοκρατία που απολαμβάνετε στη θυσία των πατέρων και των παππούδων σας. Κι εμείς πρέπει να κάνουμε το ίδιο. Εάν ένας άνθρωπος δεν είναι έτοιμος να πληρώσει το τίμημα της δημοκρατίας, δεν θα είναι ποτέ ελεύθερος. Και στην πατρίδα μου πρέπει να πληρώσουμε αυτό το τίμημα».
 
Η Εμπαντί έλαβε το βραβείο Νόμπελ Ειρήνης το 2003, ήταν η ενδέκατη γυναίκα στην ιστορία που της απονεμήθηκε το συγκεκριμένο βραβείο. Ήταν, επίσης, η πρώτη γυναίκα από το Ιράν και η πρώτη μουσουλμάνα που έλαβε την ύψιστη αναγνώριση της Σουηδικής Ακαδημίας. Εργάστηκε στο χώρο της δικαιοσύνης του Ιράν για δεκαετίες: είναι δικηγόρος και πρώην δικαστής, της οποίας το έργο στην υπεράσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της δημοκρατίας είχε ως αποτέλεσμα τη διεθνή της αναγνώριση. Σήμερα, εξακολουθεί να αγωνίζεται ακούραστα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, και ειδικότερα τα δικαιώματα των γυναικών, των παιδιών και των προσφύγων.
 
Κατά τη διάρκεια πρόσφατης επίσκεψής της στην Ιταλία, μίλησε στο ιταλικό περιοδικό δρόμου «Scarp de’ tenis» για τη θλίψη που της γεννά η αντιμετώπιση που επιφυλάσσει η Ευρώπη σε αυτούς που προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο και τη φτώχεια. «Ποτέ να μη φοβηθείτε να ακολουθήσετε τα όνειρά σας, ακόμη και με τίμημα θυσίες ή την ίδια σας τη ζωή, γιατί αξίζει πάντα τον κόπο, αν αυτά είναι όνειρα για τα δικαιώματα και τη δικαιοσύνη», προέτρεψε τους μαθητές του κλασικού λυκείου Μαντσόνι (Manzoni) στο Μιλάνο.
 
Στα 71 της πια, τα λόγια της αποτυπώνουν μία πεποίθηση την οποία ανέκαθεν συμμεριζόταν η Εμπαντί: δεν βλέπει καμία σύγκρουση μεταξύ του Ισλάμ και των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ενώ πάνοτε αντιτασσόταν στο να είναι οι ξένοι αυτοί που θα επιβάλουν τα ανθρώπινα δικαιώματα στο Ιράν. Αντίθετα, θεωρεί πως ο ίδιος ο ιρανικός λαός είναι εκείνος που πρέπει να ηγηθεί του αγώνα για την ελευθερία, αλλά πρέπει να το κάνει ειρηνικά, μέσα από την αντίσταση και τις δημοκρατικές διαδικασίες. Η Σιρίν Εμπαντί ήταν η πρώτηγυναίκα δικαστής στη χώρα της πριν η Ισλαμική Επανάσταση του Χομεϊνί το 1979 καταργήσει τους νόμους της ισότητας, που αποτέλεσαν αναπόσπαστο κομμάτι των μεταρρυθμίσεων της Λευκής Επανάστασης (σειρά κοινωνικών και οικονομικών μεταρρυθμίσεων που πραγματοποίησε ο Σάχης πριν από την Ισλαμική Επανάσταση).

Στη φωτογραφία η Σιρίν Εμπαντί

ΑΠΙΑΣΤΗ ΙΣΟΤΗΤΑ
 
Εδώ και σχεδόν 40 χρόνια, από τις 16 Ιανουαρίου 1979, την ημέρα που ο σάχης Μοχάμεντ Ρεζά Παχλαβί εξορίστηκε από το Ιράν, η χώρα εξακολουθεί να μην αναγνωρίζει την ισότητα μεταξύ ανδρών και γυναικών. Ακόμα κι αν το έκανε απλά και μόνο για να δοθεί ένα τέλος στις επιβληθείσες οικονομικές κυρώσεις που προκάλεσαν οξύτατη κρίση στη χώρα, ο σημερινός πρόεδρος Χασάν Ρουχανί προσπάθησε να συνάψει συμφωνία με τη Δύση για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, υποσχόμενος, ταυτόχρονα, την πραγματοποίηση μικρών μεταρρυθμίσεων. Η Εμπαντί, ωστόσο, δεν τρέφει την παραμικρή αμφιβολία. «Υπάρχουν ορισμένα αποκαλυπτικά νούμερα για το πόσο πολύ απέχουμε ακόμα από τα διεθνή πρότυπα δικαιοσύνης»,σημειώνει. «Αυτήν τη στιγμή, το ήμισυ του συνόλου των όπλων που παράγονται στον κόσμο πωλείται και χρησιμοποιείται στη Μέση Ανατολή. Σήμερα, το Ιράν εξακολουθεί να είναιμια Ισλαμική Δημοκρατία όπου οι γυναίκες πέφτουν θύματα σκληρών διακρίσεων. Πάνω από το 60% των φοιτητών είναι γυναίκες, αλλά το ποσοστό ανεργίας των γυναικών είναιτριπλάσιο από αυτό των ανδρών. Έχουν ψηφιστεί πολλοί νόμοι στο Ιράν, μετά την επανάσταση του 1979, που επιβάλλουν διακρίσεις κατά των γυναικών. Αγωνιζόμαστε να αλλάξουμε αυτούς τους νόμους. Μια επιτυχία μας ήταν όταν καταφέραμε να αλλάξουμε υπέρ της μητέρας, το 2004, το νόμο περί επιμέλειας ανηλίκων. 
 
Ωστόσο, σήμερα ένας άντρας στο Ιράν μπορεί να έχει τέσσερις συζύγους ταυτόχρονα. Χωρίς καμία προειδοποίηση ή λόγο, μπορεί να αποκηρύξει το γάμο του, αλλά για τις γυναίκες το διαζύγιο παραμένει πολύ δύσκολο». Είναι πρόσφατη, μάλιστα, η εκτέλεση της νύφης-παιδιού Ζεϊνάμπ Σεκαανβάντ, η οποία καταδικάστηκε σε θάνατο επειδή σκότωσε τον άντρα της (ευρισκόμενη σε αυτοάμυνα και ως απάντηση στη βία που είχε δεχθεί η ίδια), παρά το γεγονός ότι ήταν ακόμα ανήλικη. Οι εκκλήσεις της Διεθνούς Αμνηστίας να μην εκτελεστεί η ποινή απέβησαν άκαρπες. Σύμφωνα με τον οργανισμό που είναι αφιερωμένος στην προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, από το 2005 σημειώθηκαν περίπου 90 εκτελέσεις, εκ των οποίων τουλάχιστον 5 το 2018. Στις φυλακές του Ιράν, μάλιστα, κρατούνται 80 θανατοποινίτες, που ήταν ανήλικοι όταν διέπραξαν τα εγκλήματά τους.
 
Ρωτήσαμε επίσης τη Σιρίν Εμπαντί τι σκέφτεται για τα τείχη που η Ευρώπη συνεχίζει να χτίζει προκειμένου να κρατήσει μακριά όσους προσπαθούν να ξεφύγουν από τον πόλεμο και την πείνα. «Νιώθω θλίψη για τα τείχη που υψώνονται ανάμεσα στους ανθρώπους», παραδέχεται. «Οι μετανάστες θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια ευκαιρία ανάπτυξης για την Ευρώπη. Αν τους διδάξετε τη γλώσσα σας και ένα επάγγελμα, τότε αυτοί οι άνθρωποι θα είναι πολύτιμοι εργαζόμενοι. Ο πληθυσμός της Ευρώπης γερνάει και θα πρέπει να εκμεταλλευτείτε αυτήν την ευκαιρία. Με αυτόν τον τρόπο, θα αποφύγετε να προδώσετε περαιτέρω τις αρχές της δικαιοσύνης και της δημοκρατίας στις οποίες θεμελιώθηκε η Ευρώπη». Η Εμπαντί δεν συμμερίζεται. όμως, τη διαδεδομένη αντίληψη ότι η βία κατά των γυναικών αυξάνεται. «Παλαιότερα, οι γυναίκες δεν είχαν το θάρρος να μιλήσουν. Πλέον, έχουν επίγνωση των δικαιωμάτων τους. Η βία είναι αποτέλεσμα μιας πατριαρχικής κοινωνίας, ενώ πολλές φορές ο ίδιος ο νόμος είναι άδικος. Υπήρξα μάρτυρας δικαστηρίων και δικαστών που αποφαίνονταν ότι οι βίαιες πρακτικές είναι ριζωμένες στην παράδοση και, ως εκ τούτου, πρέπει να γίνονται αποδεκτές. Όταν κάποιος δέχεται τη βία ως μέρος της παράδοσης της κοινωνίας στην οποία ζει, τη διαιωνίζει».
 
Ένα θέμα που αγγίζει ιδιαίτερα την Εμπαντί και το οποίο της δίνει ελπίδα είναι οι νέοι. «Πρέπει να έχουμε εστιασμένη την προσοχή μας στην εκπαίδευση. Πρέπει να διδάξουμε στα παιδιά το νόημα της δημοκρατίας, ότι είναι καθήκον του πολίτη όχι απλώς να ψηφίζει, αλλά και να ελέγχει τις ενέργειες της κυβέρνησης. Αν έχετε ένα ωραίο φυτό, θα πρέπει να το ποτίζετε κάθε μέρα και να ελέγχετε αν φωτίζεται αρκετά από τον ήλιο. Δεν μπορείτε να ρίχνετε πάρα πολύ νερό στο φυτό, πιστεύοντας ότι αυτό θα το κάνει να αναπτυχθεί τόσο γρήγορα όσο θα μεγάλωνε μέσα σε ένα χρόνο: με αυτόν τον τρόπο, θα πεθάνει (από το πολύ νερό). Το ίδιο ισχύει και για τη δημοκρατία: Αν δεν τη φροντίζουν οι πολίτες, πεθαίνει».
 
Βιογραφικό σημείωμα
 
Η Σιρίν Εμπαντί γεννήθηκε το 1947 στο Χαμαντάν και, το 1948, η οικογένειά της μετακόμισε στην Τεχεράνη. Εκεί σπούδασε νομική, ώστε να γίνει δικαστής. Από το 1975 έως το 1979 διετέλεσε πρόεδρος δικαστηρίου της Τεχεράνης. Ωστόσο, μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, η Σιρίν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το δικαστικό αξίωμα. Μετά από πολλούς αγώνες, αναγνωρίστηκε ως «νομικός εμπειρογνώμονας» και ο μόνος πιθανός τρόπος για να συνεχίσει το έργο της ήταν να είναι σύμβουλος στο δικαστήριο. Αρνήθηκε. Το 1992 έλαβε την άδεια να εργάζεται ως δικηγόρος και άνοιξε το δικό της δικηγορικό γραφείο. Ως δικηγόρος συνεχίζει να ασχολείται με περιπτώσεις αντιφρονούντων που διώκονται από τις ιρανικές αρχές. Συχνά συμμετέχει σε δίκες εναντίον της ιρανικής μυστικής υπηρεσίας. Το 1994 ίδρυσε την Εταιρεία για την Προστασία των Δικαιωμάτων του Παιδιού, μια μη κυβερνητική οργάνωση με στόχο την υπεράσπιση της παιδικής ηλικίας, την οποία και διευθύνει μέχρι σήμερα. Στις 10 Οκτωβρίου 2003, βραβεύτηκε με το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης. Το 2016, εκδόθηκε στα αγγλικά η αυτοβογραφία της «Μέχρι να είμαστε ελεύθεροι» («Until We Are Free»).

 

ΠΗΓΗ «Scarp de’ tenis»/INSP.ngo