Shedia

EN GR

08/01/2021

Ο κύβος ελύθει

Οι ηθοποιοί Μάκης Παπαδημητρίου, 45 ετών, και Δημήτρης Πασσάς, 34 ετών, μιλούν για μια φιλία που ξεκίνησε με ένα παιχνίδι.
 
ΜΑΚΗΣ: Τον Δημήτρη τον συνάντησα πρώτη φορά το 2005 σε μία παράσταση, στην οποία συμμετείχαν αρκετοί γνωστοί μου. Εγώ τότε ήμουν φαντάρος και εκείνος σπουδαστής στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Παρέα αρχίσαμε να κάνουμε το 2008 ή το 2009, όταν βρεθήκαμε επαγγελματικά στην παράσταση «Μαρά/Σαντ» της Έφης Θεοδώρου. Εκεί εκτίμησε ο ένας τη... χαζομάρα του άλλου σε επίπεδο χιούμορ και δέσαμε. 
 
Με τον Δημήτρη μάς ενώνουν πολλά. Αρχικά, ο κύβος. Σε μια πρόβα με πλησίασε από περιέργεια για αυτό που έπαιζα στα δάχτυλά μου και η αλήθεια είναι πως χάρηκα, γιατί ο κύβος είναι κάτι που ο κόσμος γενικά δεν... πλησιάζει. Ένιωσα, λοιπόν, ότι δεν είμαι μόνος και σκέφτηκα: «Να! Υπάρχει ένας άνθρωπος να συνεννοηθώ». Σήμερα έχουμε φτάσει στο σημείο να διοργανώνουμε επίσημους αγώνες speedcubing και εκείνος είναι εκπρόσωπος της Παγκόσμιας Ομοσπονδίας Cubing στην Ελλάδα. Όταν ξεκινήσαμε να ασχολούμαστε με τον κύβο, χρειαζόμασταν περίπου δυο λεπτά για να τον λύσουμε. Μέσα σε τρεις εβδομάδες, κόντρα στην κόντρα, πέσαμε στο ενάμισι λεπτό και λίγο καιρό αργότερα στα 50 δευτερόλεπτα. Θυμάμαι πως σε μια συνάντησή μας για καφέ ξεκινήσαμε να λύνουμε κύβους και σηκωθήκαμε από τον καναπέ μετά από οκτώ ώρες. Η αλήθεια είναι ότι αν συνέχιζε ο καθένας μόνος του, θα είχαμε μείνει στάσιμοι. Θεωρώ ότι ο Δημήτρης είναι ειδικός στον κύβο. Έχει καλύτερη αντίληψη του τι είναι, αλλά και έναν δικό του τρόπο σκέψης. Εγώ μπορεί να έχω αφιερώσει τόσες ώρες στην επίλυσή του, αλλά δεν είναι ώρες βελτίωσης. Εγώ δεν είμαι ειδικός. 
 
Ένα ακόμα στοιχείο που μας συνδέει είναι η δουλειά. Ο Δημήτρης είναι από τους λίγους ανθρώπους που θέλω να συνεργάζομαι, ανεξάρτητα από το έργο που έχω στα χέρια μου. Με άλλα λόγια, δεν έχω ένα έργο και σκέφτομαι «ποιος ταιριάζει στο συγκεκριμένο ρόλο;», αλλά έχω ένα έργο και λέω: «Ας έρθει ο Δημήτρης να δούμε τι θα κάνουμε».
 
Επιπλέον, το μυαλό μας κινείται στο ίδιο μήκος κύματος, χάρη στο υπόβαθρο που έχουμε και οι δύο στις θετικές επιστήμες, εγώ λόγω σπουδών στο Φυσικό και ο Δημήτρης λόγω Πολυτεχνείου. Αυτό μας βοηθά να κατανοούμε ο ένας τον άλλον, όχι μόνο σε ό,τι έχει να κάνει με τον κύβο αλλά γενικότερα στη ζωή. Έτσι, συχνά, καταπιανόμαστε με φιλοσοφικές συζητήσεις για τον κόσμο, ορμώμενοι, όμως, από την επιστήμη. Είναι συγκινητικό να έχεις έναν άνθρωπο με τον οποίο μπορείς να μοιράζεσαι τέτοιες σκέψεις και να σε πηγαίνει ένα βήμα παραπέρα. 
 
Το τρέξιμο ήρθε να συμπληρώσει το καρέ. Εγώ ξεκίνησα με αφορμή τις ανάγκες μιας ταινίας και ο Δημήτρης κάποια στιγμή ακολούθησε. Μόνο που εκείνος «έπεσε με τα μούτρα» και τη χρονιά που μας πέρασε έτρεξε τον Αυθεντικό Μαραθώνιο. 
 
Αυτό που θαυμάζω σε εκείνον είναι η αφοσίωση και το πάθος του. Όι,τι βάζει στο μυαλό του το πετυχαίνει. Δεν παρεκκλίνει από το στόχο του. Είναι από τους ανθρώπους που λένε «θα κάνω κάτι» και το κάνει. Είπε, για παράδειγμα, «θα ξεγραφτώ από το Πολυτεχνείο και θα πάρω πτυχίο στη θεατρολογία» και το έκανε. Εγώ κάθε Δευτέρα λέω «θα κόψω τα γλυκά» και κάθε μέρα τρώω. Τον ζηλεύω που πήρε μια απόφαση και την έφερε εις πέρας, που άλλαξε κατεύθυνση, που το μυαλό του είναι τόσο ευέλικτο στην αλλαγή. 
 
Δεν χρειάστηκε ποτέ να τσακωθούμε, γιατί απλά δεν διεκδικεί κάτι ο ένας από τον άλλον. Θα τσακωθείς με κάποιον από τον οποίο διεκδικείς κάτι να αλλάξει. 
 
Πιστεύω πώς αν δεν μας έφερνε κοντά ο κύβος, θα μας έφερνε κάτι άλλο. Τα χνώτα μας ταιριάζουν. Μας αρέσουν ή δεν μας αρέσουν τα ίδια πράγματα και αυτό που βλέπω εγώ θεωρώ ότι το βλέπει και εκείνος. 
 
Ο Δημήτρης, ο Μάκης (και ο κύβος). 
Φωτογραφία: Γιάννης Ζινδριλής
 
ΔΗΜΗΤΡΗΣ: Τον Μάκη τον ήξερα πριν γίνουμε φίλοι. Τον θαύμαζα επειδή είναι ο ηθοποιός που είναι. Βλέπω, λοιπόν, κάποια στιγμή αυτόν τον τύπο, αυτόν τον ηθοποιό να λύνει έναν κύβο. Μου φάνηκε παράξενο. Μέχρι τότε δεν είχα καμία σχέση με το speedcubing. Όταν, όμως, είδα τι έκανε, ζήλεψα. Έπαθα αυτό που παθαίνει ένα παιδί μπροστά σε ένα μαγικό τρικ. Είπα: «Δείξε μου κάτι. Τον βασικό μηχανισμό. Μη μου τα φανερώσεις όλα, αλλά δώσε μου ένα στοιχείο». 
 
Από εκεί και πέρα τα πράγματα πήραν μια τροπή που δεν τη φανταζόμασταν. Σε ένα χώρο που πολλές φορές ευνοεί το «περίπου», την ασάφεια και την αγάπη για μια… μεταφυσική ματιά των πραγμάτων, υπάρχουν άνθρωποι που θέλουν να χρησιμοποιούν τη λογική τους, ακόμα και αν δεν μπορούν να εξηγήσουν όσα βλέπουν γύρω τους. Ένας τέτοιος άνθρωπος είναι ο Μάκης. Θεωρεί ότι η σκέψη είναι η πιο μεγάλη απόλαυση του ανθρώπου και αυτό φαίνεται στον τρόπο που αντιμετωπίζει τους γύρω του, τον γιο του. Δεν σου προσφέρει έτοιμη τη λύση, αλλά σε βάζει να χρησιμοποιήσεις αυτό που βρίσκεται μέσα στο κεφάλι σου. 
 
Συζητάω πολλές φορές με ανθρώπους που μόλις τον έχουν γνωρίσει και μου λένε ότι φαίνεται σοβαρός και κλειστός. Η αλήθεια είναι ότι ισχύουν και τα δύο. Ωστόσο, αναρωτιέμαι πώς καταλήγουν στο συμπέρασμα αυτό, αφού όλη την ώρα χαχανίζει.
 
Στη σχέση μας υπάρχει ένα στοιχείο συναγωνισμού/ ανταγωνισμού, που βοηθάει και τους δυο μας να εξελιχθούμε. Για παράδειγμα, τον βλέπω να λύνει τον κύβο και θέλω να μάθω από εκείνον για να τον νικήσω. Μετά με νικάει αυτός και έπειτα πάλι εγώ. Πρόκειται για μια απλή, παιδική διαδικασία, αλλά μας πάει μπροστά. Θυμάμαι σε μία από τις παραστάσεις του «Λουτ», του έργου που είχε  ο ίδιος, βρισκόμουν επί σκηνής και ξαφνικά τον βλέπω στο πλάι –μακριά από τα βλέμματα του κοινού– να σηκώνει ένα μεγάλο χαρτί που έγραφε «9 δεύτερα» και να χειρονομεί. Ήταν η επίδοση που είχε πετύχει εκείνη την ημέρα στον κύβο και με νικούσε κατά κράτος. 
 
Σε γενικές γραμμές, ο τρόπος που βλέπουμε τη ζωή μοιάζει. Ο Μάκης πιστεύει ότι ένα πρόβλημα υφίσταται όταν ασχολείσαι μαζί του και δεν έχει νόημα να στεναχωριέσαι προκαταβολικά για κάτι που φαντάζεσαι ότι θα συμβεί. «Άσε να γίνει, και τότε χαλιέσαι όσο θες», λέει. Την αρχή αυτή προσπαθώ όσο γίνεται να την εφαρμόσω και εγώ. 
 
Αν κάτι τον ενοχλεί, είναι η ακαμψία των ανθρώπων να αντιληφθούν το προφανές, η άρνησή τους να χρησιμοποιήσουν τη λογική τους ή να δουν αυτό που είναι μπροστά τους. 
 
Αυτό που θέλω να του… κλέψω είναι η ικανότητα που έχει να «διαβάζει» μια κατάσταση ως έχει, να κατανοεί τα πράγματα χωρίς να τους προσδίδει χαρακτηρισμούς. Στον Μάκη βλέπω, επίσης, έναν άνθρωπο που χειρίζεται τη λογική με έναν τρόπο... λογικό, χωρίς υπερβολές, όπως κάνω εγώ. Από καλλιτεχνικής άποψης, ζηλεύω την ευκολία με την οποία μπορεί να περάσει από το ένα είδος υποκριτικής τέχνης στο άλλο.
 
Μετά από τόσα χρόνια φιλίας θεωρώ τον Μάκη οικογένειά μου. Η σχέση μας, όμως, δεν «μεταφράζεται» απαραίτητα σε καθημερινή τριβή. Τους τελευταίους 12 μήνες, για παράδειγμα, τον έχω δει είκοσι φορές. Έχω πάρει, ωστόσο, στοιχεία του, με τα οποία πορεύομαι. Μπορεί, δηλαδή, να βρεθώ σε μια κατάσταση και να διαμορφώσω τον τρόπο αντίδρασής μου, αφού σκεφτώ κάτι που έχουμε ζήσει μαζί ή μια αντίδρασή του. Επίσης, στο πρόσωπό του έχω βρει ένα στήριγμα που μου επιτρέπει να πω: «Ρε συ, δεν το βλέπω μόνο εγώ». Έχοντάς τον πίσω μου, μπορώ να βγω μπροστά και να εκφραστώ. 
 
Αυτό που θέλουμε εδώ και καιρό να κάνουμε είναι μια παράσταση που θα δείχνει τη σχέση επιστήμης–τέχνης, το πώς αντιλαμβανόμαστε εμείς οι δύο τον κόσμο, τη δύναμη του να λες «δεν ξέρω» και τον κόπο τού να εξηγείς. Νομίζω πως πλησιάζει η ώρα.