Shedia

EN GR

27/11/2013

Η αρετή της αθωότητας. Συνέντευξη του Moby στον Nτιουκ Βάλεν

Από τους πιο γνωστούς σταρ της ηλεκτρονικής μουσικής, ο Moby εξομολογείται την… εμμονή του με την αθωότητα.
 
Δεν είναι τυχαίο ότι ο τίτλος του άλμπουμ που έκανε τον Moby διάσημo ήταν «Play». Ο γεννημένος στο Χάρλεμ καλλιτέχνης προσεγγίζει τη δουλειά του με μια παιχνιδιάρικη διάθεση και με πολύ κέφι, γεγονός που προσδίδει μιαν αδιαμφισβήτητη αθωότητα στα τραγούδια του. Στο τελευταίο του άλμπουμ «Innocents» («Αθώοι»!), το μοναδικό στο είδος του στιλ χορευτικής μουσικής του Moby παντρεύεται με το στίχο και τα φωνητικά κάποιων πολύ γνωστών «φιλικών συμμετοχών». Ο Moby μιλήσε στον Ντιουκ Βάλεν, από το αυστραλιανό περιοδικό δρόμου «The Big Issue» της Αυστραλίας για το κοπιώδες των συνεχών τουρνέ και την αγάπη του για νέους ήχους. 
 
Η θεματολογία  μπορεί να αλλάζει απο άλμπουμ σε άλμπουμ και το μουσικό είδος να διαφέρει από τραγούδι σε τραγούδι, αλλά αυτό που διακρίνει τη δουλειά του Moby είναι μια «αγνότητα» που δύσκολα συναντάει κανείς. Το «Natural Blues», που κυκλοφόρησε το 2000, έκανε θραύση όχι για την αμεσότητα του ρυθμού του, που σε κερδίζει αμέσως, αλλά γιατί είναι τόσο αγνό και αφτιασίδωτο, παγκόσμιο και  αθώο, την ίδια στιγμή.
 
Παρά την εντυπωσιακή συμμετοχή γνωστών ονομάτων, το «Innocents» –το ενδέκατο άλμπουμ του Moby– μοιάζει απίστευτα οικείο και φιλικό. Με μια διάθεση σκωπτική και ράθυμη, περισσότερο αντανακλά παρά προβάλλει συναισθήματα. 
 
«Eίμαι μεγάλος οπαδός του κυνισμού... σε μικρές δόσεις», δηλώνει ο ίδιος και συμπληρώνει: «Αλλά η υπερβολική δόση κυνισμού και ειρωνείας στην ποπ κουλτούρα με κουράζει και με στεναχωρεί…» 
 
Φέρνει στη μνήμη του ένα τραπέζι με φίλους, όπου όλες οι κουβέντες ήταν διανθισμένες με τόσο κυνισμό και ειρωνεία, που, εξαντλημένος, το μόνο που ήθελε ήταν να  «πάει να παίξει με τα κουταβάκια» για να νιώσει καλύτερα.
 
 
Η αρετή της αθωότητας
 
Ο τίτλος του άλμπουμ «Innocents» οφείλεται στη θεωρία του ότι όλοι οι άνθρωποι –σε όποια κατάσταση και αν βρίσκονται– έχουν μια θεμελιώδη αρετή, την αθωότητα απέναντι σε μια κρίσιμη ανθρώπινη πραγματικότητα  και μια σύγχυση που προκαλεί αυτή η πραγματικότητα. «Μεγαλώνουμε, χάνουμε ανθρώπους μας για τους οποίους νοιαζόμαστε, συνειδητοποιούμε την απώλεια πραγμάτων που θεωρούμε σημαντικά. Ανεξαρτήτως προσωπικών περιστάσεων, όλα αυτά είναι τόσο πραγματικά».
 
Με τη μουσική του, ο Moby μετατρέπει αυτή τη φιλοσοφική παραίτηση σε εύθραυστα συναισθηματικά συνθήματα.  Αντιστεκόμενος στο δημοφιλές πρότυπο του σούπερ σταρ της ηλεκτρονικής μουσικής, που χρησιμοποιεί ό,τι πιο σύγχρονο υπάρχει στο χώρο της παραγωγής ήχου, ο αμερικανός καλλιτέχνης έφτιαξε το νέο του άλμπουμ αξιοποιώντας σπασμένο και απαρχαιωμένο εξοπλισμό. Η ιλουστρασιόν και χρυσοπληρωμένη προσέγγιση της σκληρής πραγματικότητας δεν τον αφορά.
 
«Όσο πιο ειλικρινής είναι κάποιος με τις εμπειρίες του τόσο πιο ενδιαφέρον είναι», παρατηρεί.  «Θέλω να φτιάξω άλμπουμ τα οποία να έχουν τα ποιοτικά χαρακτηριστικά του εύθραυστου και ευάλωτου. Υποθέτω ότι αυτό πάει κόντρα στη φιλοσοφία της σύγχρονης ηλεκτρονικής μουσικής, που είναι πομπώδης και καταιγιστική».
 
Όχι πως και ο ίδιος αποφεύγει τελείως την υπερβολή και την ένταση. Αυτή η άλλη του πλευρά βγαίνει, κυρίως, στα DJ sets του, τα οποία έχουν όλο και μεγαλύτερη ζήτηση στην παγκόσμια φεστιβαλική σκηνή, ειδικά από τότε που  η ηλεκτρονική dance μουσική (ΕDM) μπήκε σφήνα στο mainstream μουσικό ρεύμα στις ΗΠΑ, αλλά και σε όλο τον κόσμο. Ο Moby αναγνωρίζει ότι ο κόσμος κάπου μπορεί και να μπερδεύεται όταν από τη μία τον βλέπουν να «σπινάρει» δίσκους και να χοροπηδάει στη σκηνή ενός φεστιβάλ και, από την άλλη, αγοράζει μία από τις δουλειές του που τείνουν να είναι «ήρεμες και βουκολικές». 
 
Οι δύο αυτές πλευρές, πάντως, συναντιούνται και αλληλοσυμπληρώνονται. Δουλεύοντας με έναν εξωτερικό παραγωγό για πρώτη φορά με τους «Innocents», ο Μόμπι επέλεξε τον Μαρκ «Καρφί» Στεντ, που είναι διάσημος για την παραγωγή τεράστιων εμπορικών δουλειών για τους U2,τη  Μαντόνα και τους No Doubt. Ο Moby, όμως, ενδιαφερόταν πιο πολύ για τις παλαιότερες συνεργασίες του Στεντ με Massive Attack, Björk και KLF, ενώ και ο ίδιος ο Στεντ εμφανίστηκε ιδιαίτερα θετικός να δουλέψει σε μια δουλειά που δεν ήταν «ένας ακόμα μεγάλος ποπ δίσκος». 
 
Όσον αφορά στους καλλιτέχνες που συμμετέχουν στη νέα του δουλειά, και στους οποίους ο Moby έβγαλε το όνομα… «Οι Αθώοι», ξεκινούν από τον Γουέιν Κόιν των Flaming Lips, τους indie τραγουδοποιούς Mark Lanegan και Damien Jurado, και την τραγουδίστρια των Cold Specks, Skylar Grey. Στο «Innocents», ξανασμίγει με την  Inyang Bassey, με την οποία είχε συνεργαστεί στο «Destroyed». 
 
«Έψαχνα για έναν τραγουδιστή με πολύ ενδιαφέρουσα, μελωδική, όμορφη φωνή. Είναι πολύ δύσκολο να τη βρεις», σχολιάζει ο Moby,εξαίροντας την αγγελική ποιότητα της ξεχασμένης φωνής του Jurado. Οι περισσότερες συνεργασίες του μοιάζουν να επιστρέφουν σε μια νηπιακή αθωότητα.
 
«Προσωπικά, αγαπώ τα πράγματα που μπορούν να με βοηθήσουν να φτάσω σε εκείνο το σημείο (της αθωότητας)», λέει ο Moby, ενώ, για την επιρροή που μπορεί να έχει η θρησκεία στον ίδιο και στη μουσική του –μιας και κάποια τραγούδια του παραπέμπουν σε χορωδιακά εκκλησιαστικά σύνολα– ο 48χρονος σήμερα τραγουδοποιός επιμένει στην αρετή της αθωότητας: «Δεν υπάρχει λόγος για κάποιο δομημένο και συγκεκριμένο σύστημα Πίστης. Η μουσική, η φύση και ο διαλογισμός είναι εξίσου σημαντικές προσλαμβάνουσες. Πρόκειται για πράγματα που μιλούν στις πιο ήπιες και αθώες πλευρές του εαυτού μας. Αυτό προσπαθώ να κάνω και με τη μουσική μου». 
 
 
Ο Moby καταφεύγει στην ιαπωνική αρχή του wabi-sabi, που περιγράφει το παροδικό και το ατελές, για να εξηγήσει την αίσθηση ταπεινότητας που αποπνέει το νέο του άλμπουμ. «Βασικά, η άποψη είναι ότι τα πράγματα αποκτούν μεγαλύτερο ενδιαφέρον καθώς ωριμάζουν και υπεισέρχεται η έννοια της εντροπίας». Χρησιμοποιεί σαν παράδειγμα ένα  παλιό ξύλινο κουβά, ηλικίας 50 χρόνων,  σε σχέση με τον ολοκαίνουριο που μπορεί να αγοράσει κάποιος από τα (σούπερ μάρκετ) Walmart. Επαινεί μεν τα λογισμικά υπολογιστών που δίνουν τη δυνατότητα σε όλους να φτιάχνουν μουσική, αλλά εκτιμάει ακόμα περισσότερο τα εργαλεία που είναι ενδιαφέροντα και έχουν μια μοναδικότητα από εκείνα που απλώς είναι ευκολόχρηστα.
 
 «Πιάνω τον εαυτό μου να ελκύεται πραγματικά από την ατέλεια στους ανθρώπους, στη τέχνη, στη μουσική, στη λογοτεχνία», λέει ο Moby. «Όταν ακούω ένα τραγούδι που όλα είναι τέλεια, κατά κάποιο περίεργο λόγο νιώθω πως δεν υπάρχει χώρος για μενα. Είναι σαν να βρίσκεσαι σε ένα πολύ μεγάλο και θωρυβώδες πάρτι, ενώ το μόνο που πραγματικά επιθυμείς είναι να κάτσεις σε ένα ήσυχο μέρος και να ξεκινήσεις μια ωραία συζήτηση».
 
Σε αντίθεση με άλλους καλλιτέχνες του χώρου της ηλεκτρονικής μουσικής, ο Moby, πέρα από το να προγραμματίζει ρυθμούς και να παντρεύει άλλα στοιχεία, παίζει μια σειρά όργανα (μεταξύ των οποίων η κιθάρα και το πιάνο). Όλα αυτά ,σε συνδυασμό με την πιθανότητα καλών συνεργασιών, καθιστούν σαφές ότι ο Moby έχει πολλά διαφορετικά εργαλεία στη διάθεσή του. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι στο ξεκίνημά του έπαιξε τόσο κλασική μουσική όσο και πανκ.
 
«Δεν με προβληματίζει πολύ το πώς παράγεται η μουσική», λέει, «αν είναι παραδοσιακά όργανα ή σύγχρονα, ή αν τραγουδώ εγώ ή κάποιος άλλος. Αυτό που σίγουρα προσπαθώ να κάνω είναι μουσική που όταν την ακούω μου βγάζει αυτό το συναίσθημα που αναζητώ». 
 
Αυτός είναι ο λόγος που συνεχίζει να γράφει μουσική. Και ο λόγος που μετά  από είκοσι χρόνια στο δρόμο λάνσαρε τη νέα του δουλειά με μια τριήμερη περιοδεία στο Λος Άντζελες, και όχι με μια μεγάλη παγκόσμια τουρνέ. Προτιμά να είναι στο στούντιο παρά στο δρόμο. 
 
Η εξίσωση είναι απλή: «Το να κάνω μουσική είναι η δουλειά των ονείρων μου. Δεν προσδοκώ ότι πάντα θα υπάρχει ένα κοινό που θα με ακούει, αλλά αυτό είναι που θέλω να κάνω μέχρι το τέλος της ζωής μου, μέχρι τη μέρα που θα πεθάνω.  Να μαθαίνω να παίζω νέα όργανα, να γράφω μουσική και, απλά, να προσπαθώ να δημιουργώ  τη μουσική που αγαπώ, με την ελπίδα ότι και κάποιος άλλος μπορεί να την αγαπήσει». 
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ