Shedia

EN GR

03/03/2023

Το ευ ζην στο ματσάκι

Παρά τους διαδεδομένους μύθους, η υγιεινή διατροφή μπορεί να είναι οικονομικά προσιτή και να αποτελέσει μέσο καταπολέμησης της παχυσαρκίας, που πλήττει τα πλέον φτωχά νοικοκυριά.

Πολλοί ίσως πιστεύουμε ότι η παχυσαρκία έρχεται σε αντιπαράθεση με τη φτώχεια. Κι όμως, σε μελέτη που εξέδωσε η «Διανέοσις» πριν από μερικούς μήνες για την παχυσαρκία και τις συνέπειές της στον τόπο μας, φάνηκε η μεταξύ τους σύνδεση. Χαρακτηριστικά, στην Αττική, ο επιπολασμός της παχυσαρκίας στα παιδιά βρέθηκε να είναι υψηλότερος στους δήμους χαμηλότερου κοινωνικοοικονομικού επιπέδου σε σύγκριση με εκείνους υψηλότερου. 

Για παράδειγμα, τα παχύσαρκα παιδιά ηλικίας 10-12 ετών άγγιζαν το 20,3% στο Κερατσίνι, εν αντιθέσει με μόλις 2,7% στο Χαλάνδρι. «Η υγιεινή διατροφή έχει γίνει πλέον προνόμιο των λίγων, είτε λόγω πρόσβασης σε προνομιακά τρόφιμα (βιολογικά, σούπερ τροφές, ακριβά κομμάτια κρέατος, καλά ψάρια) είτε λόγω του ότι υπάρχει άφθονη λιπαρή κακή τροφή σε πολύ χαμηλές τιμές, προσεγγίσιμη από τους πολλούς. Όσοι έχουν μια κάποια οικονομική ευχέρεια απευθύνονται σε μας τους διαιτολόγους. Όντως, στις πιο λαϊκές γειτονιές οι άνθρωποι έχουν περισσότερα προβλήματα παχυσαρκίας. Αφού, όμως, δεν τους βλέπουμε εμείς οι ειδικοί, πώς να έχουν γνώση της υγιεινής διατροφής; Θα μπορούσε στο πλαίσιο πιο λαϊκών δήμων να υπάρχουν σύμβουλοι διατροφής που να φτιάχνουν ένα θρεπτικό και υγιεινό μενού με χαμηλή τιμή και να ενημερώνουν τον κόσμο. Να κάνουμε συνδυασμούς όπως φακές με ελιές ή ρεβίθια με ρύζι και φασόλια με πατάτες. Οι ελιές είναι ένα σούπερ τρόφιμο, και μάλιστα φτηνό, που έχει τέσσερις φορές μεγαλύτερη αντιοξειδωτική ικανότητα από το ελαιόλαδο», μας εξηγεί ο διαιτολόγος-διατροφολόγος Δημήτρης Μπερτζελέτος.

Η διαιτολόγος-διατροφολόγος Ευαγγελία Μαλακού, συνσυγγραφέας της μελέτης της «Διανέοσις», προκρίνει τη θεσμοθέτηση ενός «κουπονιού υγιεινής διατροφής» για την πρόσβαση των πλέον φτωχών νοικοκυριών σε ποιοτικά τρόφιμα. «Να προτρέπονται με αυτό να αγοράσουν φρούτα, λαχανικά, ή γαλακτοκομικά χαμηλά σε λιπαρά και να μην μπορούν να κάνουν ανθυγιεινές επιλογές. Θα μπορούσε να μπει και ένας φόρος στα ανθυγιεινά τρόφιμα που έχουν λιγότερη θρεπτική αξία και όχι μόνο για τη ζάχαρη, αλλά και για τα λιπαρά, το φαστ φουντ».

ΑΠΑΓΟΡΕΥΜΕΝΑ ΣΝΑΚ

Η πολιτεία της Οαχάκα στο Μεξικό πέρασε νόμο ο οποίος απαγορεύει την πώληση αναψυκτικών και σνακ με μεγάλη ποσότητα ζάχαρης. «Η πώληση αυτών των προϊόντων απαγορεύεται απευθείας στα παιδιά και επιτρέπεται μόνο με την παρουσία του γονέα. Την πρωτοβουλία αυτή ακολούθησαν και άλλες πολιτείες του Μεξικού. Επιπλέον, απαγορεύτηκε και η λειτουργία αυτόματων μηχανημάτων που πωλούν τέτοια προϊόντα, καθώς και η πώλησή τους κοντά στα σχολεία. Το ανησυχητικό στο Μεξικό είναι ότι πολλά από τα θύματα του κορωνοϊού εμφανίζουν να έχουν μικρή ηλικία και η σοβαρή κατάστασή τους έχει άμεση σχέση με την παχυσαρκία (υψηλή αρτηριακή πίεση, σακχαρώδης διαβήτης). Είναι ενδιαφέρον αν και κατά πόσο θα έχουν αποτέλεσμα αυτά τα μέτρα. Η πολιτεία της Οαχάκα είναι ακόμα στη διαδικασία του ορισμού του τι είναι “junk food”, έτσι ώστε να το απαγορεύσει ή να το περιορίσει», επισημαίνει ο διαιτολόγος-διατροφολόγος Μάλαμας Σωτηρίου.

Στη μελέτη της «Διανέοσις» καταγράφηκε, επίσης, η ισχυρή συσχέτιση του εκπαιδευτικού επιπέδου των γονέων και ιδιαίτερα της μητέρας με τον κίνδυνο εμφάνισης παιδικής παχυσαρκίας. Ο επιπολασμός της παχυσαρκίας στα παιδιά βρέθηκε να είναι υψηλότερος όταν τα έτη εκπαίδευσης της μητέρας ήταν λιγότερα από 14. «Σε όλες τις χώρες, οι γυναίκες χαμηλού μορφωτικού επιπέδου έχουν τα μεγαλύτερα ποσοστά παχυσαρκίας. Η Ελλάδα έχει τα πρωτεία, με το ποσοστό υπέρβαρων γυναικών στο χαμηλό μορφωτικό επίπεδο να υπερβαίνει το 60%», εξηγεί ο κ. Σωτηρίου. «Πρέπει να εστιάσουμε σε αυτές τις οικογένειες. Στο πλαίσιο της έρευνας, είχαμε προτείνει και ένα σχέδιο δράσης που στοχεύει στο σχεδιασμό σχολικών προγραμμάτων που θα προωθήσουν την υγιεινή διατροφή και την άσκηση για τα παιδιά και τις οικογένειες, και, σταδιακά, μπορεί να επεκταθεί στους δήμους όλης της χώρας. Αυτό περιλαμβάνει αναμόρφωση του μαθήματος της φυσικής αγωγής, συνδυάζοντάς το με τις ώρες της ευέλικτης ζώνης και με δράσεις “Αγωγής Υγείας και Διατροφής”, ώστε να επιτευχθεί η αύξηση των ωρών και των ευκαιριών για σωματική δραστηριότητα και προώθηση της υγιεινής διατροφής μέσα στο σχολικό πρόγραμμα. Και, επίσης, διασύνδεση της σχολικής μονάδας με τoν δήμο, έτσι ώστε να συμμετέχουν οι οικογένειες σε δράσεις για την προαγωγή της υγιεινής διατροφής, όπως σεμινάρια μαγειρικής με έμφαση σε υγιεινές διατροφικές επιλογές και τη διαχείριση των απορριμμάτων τροφίμων», μας λέει η κ. Μαλακού.

ΤΟΠΙΚΑ ΚΑΛΑΘΙΑ

Ο εφοδιασμός των παιδιών με ένα κρουασάν για να μην είναι νηστικά στο σχολείο, όντως, κάνει θραύση. «Είναι πολύ πιο υγιεινό να πάρει μαζί του το παιδί παξιμάδι με λάδι και ντομάτα ή κριτσίνια λαδιού με ντοματίνια. Το κόστος θα είναι το ίδιο με κάτι έτοιμο, που δεν έχει και τα ίδια θρεπτικά συστατικά», τονίζει η διαιτολόγος- διατροφολόγος δρ. Χριστίνα-Πωλίνα Λαμπρινού.

Ο κ. Μπερτζελέτος, δε, θυμίζει το εγχείρημα που είχε ξεκινήσει πριν από περίπου 15 χρόνια με τα περιφερειακά καλάθια προϊόντων, το οποίο, όμως, έμεινε στα χαρτιά. «Να κατηγοριοποιήσουμε, δηλαδή, τα αγροτικά προϊόντα, να τα κατατάξουμε σε αυτά που είναι για καθημερινή (όπως οι ελιές και κάποια φρούτα), μέτρια και λιγότερη χρήση (όπως οι γραβιέρες). Κάτι που συμβάλλει και στην τόνωση της τοπικής οικονομίας και στη βελτίωση της υγείας».

Δίνει, μάλιστα, ορισμένα παραδείγματα τοπικών προϊόντων που είναι ή θα μπορούσαν να γίνουν περισσότερο υγιεινά. «Στην Αρκαδία, ενδεικτικά, όπου ζω, έχουμε πολύ ωραία τυριά, αλλά έχουν πολύ αλάτι. Υπάρχει διατροφική οδηγία να μειώσουμε το αλάτι στα ελληνικά τυριά. Ας φτιάξουμε δύο-τρία τυριά που να περιέχουν λιγότερο αλάτι, ας χαμηλώσουμε το λίπος στη γραβιέρα. Γιατί να τρώμε έμμενταλ ή ένταμ, που τα συστήνουν οι γιατροί και να μην τρώμε μια γραβιέρα χαμηλή σε αλάτι; Υπάρχουν δυο τρεις περιοχές της Ελλάδας, όπως του Καρπενησίου, που βγάζουν εξαιρετικό προσούτο, το οποίο είναι πολύ πιο φυσικά επεξεργασμένο, χωρίς κρεατάλευρα. Θα μπορούσαμε να μειώσουμε και τα νιτρώδη και να βάλουμε οι ειδικοί επισήμανση για την κατανάλωση αυτών των προϊόντων. Συνεπώς, με τη μείωση των τροφοχιλιομέτρων και του κόστους μεταποίησης, θα τα καταναλώνουμε σε καλύτερες τιμές. Ας ξανακάνουμε μέρος της καθημερινότητας τη μεσογειακή διατροφή», μας καλεί.

«Η μεσογειακή διατροφή βασίζεται στην κατανάλωση φυσικών τροφών, όπως τα φρούτα, τα λαχανικά, τα δημητριακά ολικής άλεσης και τα όσπρια, το κοτόπουλο και το ψάρι καταναλώνονται σε εβδομαδιαία βάση, ενώ η κατανάλωση κόκκινου και επεξεργασμένου κρέατος είναι περιορισμένη. Το παραδοσιακό μας πρότυπο διατροφής είναι πολύ οικονομικό», τονίζει ο διαιτολόγος- διατροφολόγος Πάρης Παπαχρήστος, που μας δίνει συμβουλές για το πώς μπορούμε να συνδυάσουμε τις υγιεινές διατροφικές επιλογές με την εξοικονόμηση.

«Όσον αφορά τις πηγές πρωτεΐνης, σίγουρα το μυαλό όλων μας πηγαίνει στα κρεατικά, τα οποία συνήθως είναι από τα ακριβότερα είδη του καλαθιού μας. Υπάρχουν, όμως, και επιλογές πιο οικονομικές. Προγραμμάτισε να καταναλώνεις τουλάχιστον ένα γεύμα την εβδομάδα το οποίο, αντί για κρέας, κοτόπουλο, ή φρέσκο ψάρι, να βασίζεται στα όσπρια, τα οποία προσφέρουν εξαιρετικής γεύσης πρωτεΐνη σε καλή τιμή. Αν, μάλιστα, τα συνδυάσεις με προϊόντα δημητριακών, επωφελείσαι από πρωτεΐνη υψηλής βιολογικής αξίας, εφάμιλλη με αυτήν του κρέατος. Ένα παράδειγμα τέτοιου γεύματος με όσπρια είναι μία σαλάτα με μαύρα φασόλια, κους-κους και λαχανικά επιλογής σου.

ΟΙΚΟΣ ΕΞΟΙΚΟΝΟΜΗΣΗΣ

Σχεδιάζοντας εκ των προτέρων το πλάνο της εβδομάδας, έχεις λιγότερες πιθανότητες να ξοδέψεις χρήματα για γρήγορο, ανθυγιεινό φαγητό ή να κάνεις περιττές αγορές. Όταν μαγειρεύεις στο σπίτι, μην ξεχνάς ότι έχεις και την επιλογή να παρασκευάσεις μεγαλύτερη ποσότητα από αυτή που σχεδιάζεις να καταναλώσεις εκείνη τη στιγμή, διότι μπορείς να φυλάξεις αυτήν την ποσότητα στην κατάψυξη για να καταναλωθεί στο μέλλον. Αποτελεί, δε, άλλον έναν τρόπο να πετύχεις την οικονομική διατροφή. Αν, για παράδειγμα, μαγειρέψεις κοτόπουλο με ρύζι και σου περισσέψει το κοτόπουλο ή το ρύζι, μπορείς την επόμενη ημέρα να το χρησιμοποιήσεις σε κάποιο κυρίως γεύμα ή σνακ (πχ. σάντουιτς με κοτόπουλο)».

Ο κ. Παπαχρήστος μας προτρέπει να φάμε κάποιο σνακ, όπως ένα τοστ ή δύο φρούτα, πριν φύγουμε για τα ψώνια μας. «Αμερικάνικη έρευνα του 2015 έδειξε ότι οι πεινασμένοι καταναλωτές ξοδεύουν έως και 60% παραπάνω κατά τις αγορές τους συγκριτικά με το ποσό που θα ξόδευαν όντας χορτάτοι». Όπως και να προτιμούμε φρούτα και λαχανικά εποχής, «καθώς οι τιμές τους τότε είναι πιο προσιτές, σε σχέση με τα εκτός εποχής. Τα προϊόντα που μπορείς να αγοράσεις χύμα, δηλαδή στην ποσότητα που θες εσύ, συμφέρουν οικονομικά. Και αυτό επειδή το κόστος για τη συσκευασία θα είναι σχεδόν αμελητέο σε σχέση με τα ήδη συσκευασμένα. Με αυτόν τον τρόπο, δε, μπορείς να αγοράσεις ακριβώς την ποσότητα που επιθυμείς. Τρόφιμα που μπορείς να προμηθευτείς χύμα είναι, λόγου χάρη, τα όσπρια και τα δημητριακά», μας λέει ο ίδιος.

ΛΑΘΟΣ ΣΥΓΚΡΙΣΗ

Όντως, η αντίληψη ότι η υγιεινή διατροφή κοστίζει αποτρέπει μεγάλη μερίδα κόσμου από συστηματικές βελτιώσεις των διατροφικών του συνηθειών.

«Με μία πρώτη ματιά, φαίνεται η έρευνα να επιβεβαιώνει ότι το κόστος της υγιεινής διατροφής είναι υψηλότερο. Με μία προσεκτικότερη ματιά, ωστόσο, εγείρονται προβληματισμοί σε σχέση με το πώς ορίζει η κάθε μελέτη την υγιεινή διατροφή και τι συγκρίνει (ως προς το κόστος). Έτσι, λοιπόν, σε μερικές μελέτες η “υγιεινότητα” έχει να κάνει με την περιεκτικότητα σε ένα μόνο θρεπτικό συστατικό (π.χ απλά σάκχαρα). Η περιεκτικότητα, όμως, σε ένα συστατικό δεν μπορεί να καθορίσει το κατά πόσο η διατροφή ενός ανθρώπου είναι υγιεινή. Επιπρόσθετα, κάποιες μελέτες συγκρίνουν το κόστος ενός τροφίμου (“υγιεινή” vs “ανθυγιεινή” εκδοχή, π.χ ψωμί ολικής άλεσης vs λευκό ψωμί), γεγονός παραπλανητικό. Η υγιεινή και η λιγότερη υγιεινή διατροφή δεν συνίστανται από ίδια τρόφιμα σε άλλη εκδοχή, αλλά ενδέχεται να αποτελούνται από διαφορετικά τρόφιμα. Σε άλλες μελέτες, η “υγιεινότητα” έχει να κάνει με την αξιολόγηση ολόκληρου του διατροφικού μοντέλου, το οποίο είναι και το σωστότερο.

Επιπλέον, τεράστιο ρόλο παίζει και η μονάδα σύγκρισης. Κάνουμε λόγο για το κόστος ανά θερμίδα, ανά μερίδα, ή ανά ημέρα; Στις περισσότερες μελέτες, επίσης, η σύγκριση γίνεται με βάση το κόστος ανά 100 θερμίδες τροφίμου. Μέσω αυτής της σύγκρισης, είναι λογικό τα φρούτα και τα λαχανικά να θεωρούνται πιο ακριβά ανά 100 θερμίδες από τα μπισκότα, μιας και για να προσλάβει κανείς 100 θερμίδες από μαρούλι χρειάζεται να καταναλώσει γύρω στο ένα κιλό, σε σύγκριση με τα μπισκότα που μπορεί να καταναλώσει μόλις ένα-δυο τεμάχια. Προφανώς, λοιπόν, το κόστος του ενός μπισκότου είναι πολύ μικρότερο από το κόστος ενός κιλού μαρουλιού», επισημαίνει ο κλινικός διαιτολόγος Βασίλης Μπελέκος.

Τελικά, 14 μελέτες αξιολόγησαν τη διαφορά κόστους με βάση το βαθμό συμμόρφωσης σε υγιεινά μοντέλα διατροφής. «Η σύγκριση γινόταν ανάμεσα στο γκρουπ με την υψηλή συμμόρφωση και το γκρουπ με τη χαμηλή συμμόρφωση. Η συμμόρφωση αφορούσε διατροφικά μοντέλα που είναι επιστημονικά μελετημένα και χαρακτηρισμένα ως “υγιεινά”, όπως η μεσογειακή διατροφή. Σε αυτήν τη σύγκριση, το κόστος ανά ημέρα οριζόταν ως το κόστος των τριών κύριων γευμάτων. Η διαφορά του κόστους στο γκρουπ με την υψηλότερη συμμόρφωση σε ένα μοντέλο υγιεινής διατροφής σε σχέση με το γκρουπ με τη χαμηλότερη συμμόρφωση ήταν 1,48 δολάρια την ημέρα. Σε κάποια διατροφικά μοντέλα (όπως σε αυτό που σύγκρινε σπιτικά γεύματα με φαστ φουντ γεύματα), η διαφορά κόστους ήταν μη στατιστικά σημαντική.

ΑΣΗΜΑΝΤΗ ΔΙΑΦΟΡΑ

Όταν η σύγκριση έγινε ανά 2.000 θερμίδες (η πρόσληψη 2.000 θερμίδων είναι επαρκής για μεγάλο μέρος του πληθυσμού), «η διαφορά του κόστους ήταν ίση με τη διαφορά ανά ημέρα, και πιο συγκεκριμένα 1,54 δολάρια ανά 2.000 θερμίδες. Σε αυτήν τη σύγκριση, η διαφορά κόστους που αφορούσε τη συμμόρφωση στη μεσογειακή διατροφή ήταν πλέον μη στατιστικά σημαντική», μας λέει ο κ. Μπελέκος.

Αν μείνουμε στα απόλυτα νούμερα, η υγιεινή διατροφή κοστίζει περισσότερο, και συγκεκριμένα 1,5 δολάριο την ημέρα. «Δηλαδή, όσο κοστίζει ένας καφές take away. Η διαφορά κόστους, λοιπόν, μιας διατροφής που θωρακίζει την υγεία και προλαμβάνει τις περισσότερες παθήσεις που μαστίζουν την κοινωνία μας είναι ίση με έναν καφέ take away. Εφόσον, όμως, κάνουμε λόγο για κόστος, χρειάζεται να σκεφτούμε και το κόστος που έχει η λιγότερο υγιεινή διατροφή στην κοινωνία. Υπολογίστηκε πως το 2012, στις ΗΠΑ, το κόστος της εθνικής δαπάνης υγείας, εξαιτίας των προβλημάτων που οφείλονται στη διατροφή χαμηλής ποιότητας ανήλθε στα 393 δισεκατομμύρια δολάρια. Δηλαδή, περίπου 1.200 δολάρια κατά κεφαλή. Όλα τα παραπάνω δεν λαμβάνουν καθόλου υπόψη το κόστος μιας διατροφής που αποσκοπεί στη μείωση βάρους. Σε μια τέτοια σύγκριση, το κόστος της υγιεινής διατροφής με σκοπό τη μείωση βάρους όχι απλά δεν θα ήταν (έστω και οριακά) υψηλότερο, αλλά θα ήταν χαμηλότερο, όπως έχουν δείξει κάποιες μελέτες. Και αυτό γιατί, πέρα από το είδος των τροφίμων που θα επιλέγονταν, θα περιορίζονταν πολύ και οι καταναλισκόμενες ποσότητες», συνεχίζει ο ίδιος.

Γιατί, όμως, έχει παγιωθεί η πεποίθηση ότι η υγιεινή διατροφή κοστίζει; «Σε ποια υγιεινή διατροφή αναφέρεται; Μήπως σε μία διατροφή που περισσότερο αντανακλά και προβάλλει την υψηλή κοινωνικοοικονομική θέση των ατόμων που την εφαρμόζουν, συνίσταται από εξεζητημένα υλικά, δύσκολες παρασκευές, που μόνο σεφ βεληνεκούς μπορούν να φέρουν σε πέρας; Τότε, ναι, αυτή η εκδοχή περί υγιεινής διατροφής κοστίζει περισσότερο και είναι προνόμιο λίγων. Όμως, υγιεινή διατροφή είναι και μία
μερίδα φακές που συνοδεύεται με ωραίο τυρί και ψωμί ολικής άλεσης. Άρα, η πραγματικά υγιεινή διατροφή είναι δικαίωμα όλων, δεν είναι απλά ένα trend», βεβαιώνει ο κ. Μπελέκος.

«Γιατί να τρώμε κινόα, που είναι πανάκριβη; Ας καταναλώνουμε εγχώριο πλιγούρι που είναι παρεμφερές με την κινόα, δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από εκείνην και είναι πολύ πιο οικονομικό», τονίζει, από την πλευρά του, ο κ. Μπερτζελέτος.


ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ