Shedia

EN GR

29/05/2013

Συναντήσεις του Σπύρου Ζωνάκη

Ο Κυριάκος Κατζουράκης είναι ζωγράφος και σκηνοθέτης. Η Κάτια Γέρου είναι ηθοποιός, σεναριογράφος και η επί σειρά ετών σύντροφός του.
 
ΚΑΤΙΑ: Με τον Κυριάκο γνωριστήκαμε  πριν από 26 χρόνια και από τότε είμαστε συνέχεια μαζί. Είχε έρθει να με δει σε μια παράσταση του Θεάτρου Τέχνης, στη «Γκλορίνια» του Ροντρίγκεζ. Για μένα ο Κυριάκος είναι ο γκουρού μου. Τα πολλά χρόνια συμβίωσης δεν έχουν αφαιρέσει το στοιχείο του δέους που αισθάνομαι γι’ αυτόν.  Πάνω απ’ όλα  τον καμαρώνω για την αφοσίωση στη δουλειά του, που τη θεωρεί ιερή και ήταν από τα πρώτα πράγματα που μας ένωσαν. Πιστεύει πως ό,τι κάνει κανείς, είτε γυρίζει μια ταινία, είτε γράφει ένα ποίημα, ένα βιβλίο, ένα τραγούδι, ένα θεατρικό έργο, είτε ζωγραφίζει έναν πίνακα είναι επείγον και χρήσιμο, ακόμα και όταν τη στιγμή που δημιουργείται δεν γίνεται αποδεκτό. Είναι πράγματα που μένουν και φτιάχνουν αυτήν τη μικρή σειρά από λιθαράκια που προσθέτει ο καθένας και γίνεται ένας μεγάλος στρωμένος δρόμος. Αυτή την τάση την είχα κι εγώ αδιαμόρφωτη και με τον Κυριάκο συγκροτήθηκε. Έχει  το θάρρος να ξεκινήσει μια ταινία μην διαθέτοντας καθόλου χρήματα, αντιμετωπίζοντας σοβαρά προβλήματα υγείας και την παγερότητα ή και την αδιαφορία του κοινού, όπως συνέβη πριν από χρόνια με τα βίντεο που είχε κάνει για τους μετανάστες και τα οποία δεν ήταν τότε καθόλου της μόδας, και όταν φτάνει η στιγμή να πληρώσει το συνεργείο να πουλάει πίνακές του που είχε βάλει στην άκρη για τη δύσκολη ώρα των γηρατειών.  Και όλα αυτά καταδεχόμενος ν’ ασχοληθεί ο ίδιος με την «κουζίνα των πραγμάτων», το μοντάζ ή τις περιοδείες  των ταινιών του, δαπανώντας απίστευτες εργατοώρες που όχι μόνο δεν του σκότωσαν την έμπνευση αλλά του την εμπλούτισαν.  Δεν πρόκειται ποτέ  να ξεχάσω τη βροχερή εκείνη μέρα που πήγε να καταθέσει την κόπια της ταινίας ο «Δρόμος προς τη Δύση», μαζί με τη βοηθό του στο Κέντρο Κινηματογράφου ύστερα από τρία χρόνια εντατικής και βάναυσης δουλειάς, κάτω από αντίξοες συνθήκες. Τότε αντιλήφθηκα την αξία και το πολύτιμο της εμμονής του, ότι είναι πραγματοποιός. Σαν να είχαμε ρίξει ένα μικρό μπουκαλάκι στον ωκεανό και εκείνο να είχε φύγει περιέχοντας ένα μικρό μήνυμα. Πραγματικά, θεωρώ μεγάλη τύχη τη συμπόρευσή μας στον κινηματογράφο και στο θέατρο γιατί ο ένας συμπλήρωνε τον άλλον και οι δημιουργικές διαφωνίες μας αποτελούσαν πεδίο απόλαυσης και όχι πηγή έντασης, άγχους ή θυμού.  Επίσης, νιώθω δέος για τον Κυριάκο ως καλλιτέχνη. Τώρα που πήγα στην αναδρομική του έκθεση στο Μουσείο Μπενάκη συγκινήθηκα βαθιά. Γιατί είδα έναν δημιουργό προσηλωμένο στην κοινωνική πραγματικότητα, όχι με την έννοια του σοσιαλιστικού ρεαλισμού, δηλαδή της φωτογραφικής της απεικόνισης, αλλά με αυτήν της ποιητικής μετουσίωσής της. Για τον Κυριάκο η αλήθεια της ψυχής και η δημιουργικότητα οφείλουν να ξεδιπλώνονται μέσα στην ατσαλιά, την αναρχία και την αδικία της ζωής. Έτσι, η κρίση δεν τον βρήκε απροετοίμαστο. Ο Κυριάκος μιλάει εδώ και 50 χρόνια γι’ αυτήν, ήδη από τα έργα των Νέων Ελλήνων Ρεαλιστών, γινόμενος πολλές φορές αντικείμενο σκληρής κριτικής ή και αντιπάθειας.
 
Ένα άλλο στοιχείο που καμαρώνω στον Κυριάκο είναι η ικανότητά του να μεταπηδάει από την μια τέχνη στην άλλη: από τη ζωγραφική στη σκηνογραφία και από εκεί στον κινηματογράφο και τη συγγραφή βιβλίων. Στην αρχή, όλα αυτά τα θεωρούσα αντίπαλα και δυσανασχετούσα. Μου πήρε είκοσι χρόνια να καταλάβω ότι είναι μεταξύ τους αρμονικά δεμένα.  Ωστόσο, παρά το θαυμασμό  μου γι’ αυτόν, με θυμώνει η γενναιοδωρία του. Ό,τι του ζητήσει κάποιος θα πει ναι, κι επειδή εμείς οι γυναίκες είμαστε και λίγο μαμάδες δεν θέλω να κουράζεται πια.
 
ΚΥΡΙΑΚΟΣ: Όταν αντίκρισα για πρώτη φορά την Κάτια να υποδύεται την Γκλορίνια στο ομώνυμο έργο του Ροντρίγκεζ το 1987, πραγματικά μαγνητίστηκα. Είδα ένα πλάσμα πολύ μυώδες, αδύνατο, νευρικό και ταυτόχρονα αισθηματικό  και θερμό. Τότε που την είδα σ’ εκείνη την παράσταση είχα απόλυτη συνείδηση ότι είναι και τα δύο πρόσωπα ταυτόχρονα και χρησιμοποιεί αυτό της το ταλέντο με πολλή μελέτη και συνέπεια. Εγώ με την Κάτια αγάπησα πολύ το θέατρο. Μαζί της ανακάλυψα πράγματα που δεν περίμενα ποτέ. Καταρχήν έχω την τύχη να τα έχω με πάρα πολλές γυναίκες, τους ρόλους που υποδύεται κάθε φορά. Αυτή η ικανότητα που έχει η Κάτια μόνο με το σώμα της να κάνει αυτό που εγώ προσπαθώ να πετύχω με τη ζωγραφική, το γράψιμο ή  κάνοντας ταινίες ήταν το μυστικό να καταλάβω ότι όλα τα πράγματα ξεκινούν από το θέατρο, δηλαδή από έναν άνθρωπο που βρίσκεται σ’ ένα χώρο και τον ορίζει  μονάχα με τη σωματική του παρουσία, ενώ όλα τ’ άλλα, ακόμα και τα ρούχα που φοράει, είναι χρηστικά στολίδια. Η στιγμή που μ’ έχει σφραγίσει με την Κάτια ήταν στο γύρισμα της ταινίας «Ο Δρόμος προς τη Δύση». Έκανα το μοντάζ και συνειδητοποίησα ότι άρχισε να βρέχει. Την παίρνω και πάμε στην ταράτσα του σπιτιού να γυρίσουμε τη σκηνή της αυτοκτονίας της Ιρίνας, μιας γυναίκας από την πρώην Σοβιετική Ένωση. Μέσα σε λίγα λεπτά αυτοσχεδίασε το πιο δύσκολο κομμάτι του ρόλου της με τέτοια ποιότητα και βάρος σαν να ήταν ο θάνατος γραμμένος στο πρόσωπό της. Αρχίσαμε να κλαίμε. Με την Κάτια από την αρχή μας ένωσε μια απροσδιόριστη συναισθηματική εσωτερικότητα. Η ανάγκη να μεταφράσουμε τα ενδιαφέροντά μας στην κοινή μας γλώσσα, με την εμβάθυνση που ζητάμε να έχουν και  σε απόλυτη σύνδεση με μια πραγματικότητα που την πονάμε και η οποία γίνεται όλο και πιο σκληρή. Δεν μας έκανε κόπο να πηγαίνουμε νύχτες ολόκληρες πριν από 15 χρόνια και να τραβάμε πλάνα αστέγων στο Σταθμό Λαρίσης, να προσπαθούμε να τους φωτογραφίσουμε ή να κάνουμε σκίτσα χωρίς να τους ενοχλούμε, σε μια εποχή που ήταν επιστημονική φαντασία η ενασχόληση με αυτά τα θέματα. Ή όταν πηγαίναμε σε μια αποθήκη που μένανε 250 Κούρδοι μετανάστες, οι οποίοι δεν είχαν να φάνε, τους κόβανε το νερό και τους έπαιρνε η Κάτια και τους μετέφερε στο νοσοκομείο. Αυτό εμείς το θεωρούσαμε μέρος της καθημερινότητας και της καλλιτεχνικής μας πορείας. 
 
Ενδεικτικά, το ρόλο της η Κάτια στο «Δρόμο προς τη Δύση» τον διαμόρφωσε σιγά σιγά ως δημοσιογράφος παίρνοντας συνεντεύξεις. Η Κάτια είναι μια αρχοντιά καλοσύνης και ηδυπάθειας. Απολαμβάνει και γεύεται καθετί που κάνει, ακόμα κι ένα απλό τηλέφωνο. Πόσω μάλλον την επικοινωνία με τους μαθητές και τους συνεργάτες της. Κι αυτό όχι μόνο δεν της απορροφά όλη την ενέργεια, αλλά την ενισχύει.
 
Για μένα η πραγματική θέση που της αρμόζει είναι αυτή του Αρχάγγελου. Πριν από 20 χρόνια τη ζωγράφισα στο «Τέμπλο» ως «δεξιό Αρχάγγελο». Αριστερά βρίσκεται ο Άγγελος Ελεφάντης. Αντικατέστησα αυτό το σύμβολο της πίστης που είναι μια αόρατη φιγούρα με μια γήινη σάρκινη εικόνα μιας γυναίκας δημιουργικής και ταυτόχρονα επιθυμητής, δηλαδή της Κάτιας.
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ