Κριστιάν Φαμπριόν, 57 ετών
Κατάγομαι απο τη Γαλλία, όπου έζησα μέχρι τα 21 μου χρόνια. Ο πατέρας μου ήταν πιανίστας που γεννήθηκε στη Μονμάρτη και η μάνα μου μαγείρισσα. Από το μπαμπά μου πήρα πολλά καλλιτεχνικά στοιχεία και, παρ’ όλο που είμαι... Κακοφωνίξ, έχω καλό και εκπαιδευμένο αυτί στη μουσική.
Στην Ελλάδα ήρθα με το αεροπλάνο το 1979 για πολύ προσωπικούς λόγους. Ήταν πολύ δύσκολα χρόνια, περασμένα πια, αλλά όχι ξεχασμένα. Έκανα πολλές παρανομίες, έζησα πολύ δύσκολες στιγμές, πολλές φορές βίαιες. Όλο αυτό δεν μπορούσα να το αντέξω. Οι συνθήκες ήταν σκληρές. Μπήκα στις ουσίες για πάνω από δέκα χρόνια για να μπορέσω να αντέξω. Από τις ουσίες κατέληξα στη φυλακή και εκεί αποφάσισα ότι πρέπει να προσπαθήσω για τον εαυτό μου. Ενδιάμεσα, προσπάθησα να ξεφύγω, έκανα έναν πολύ όμορφο γιο, που σήμερα είναι 21 ετών και μόλις τελείωσε το στρατό. Είναι η δύναμή μου και γι’ αυτόν παλεύω για ένα καλύτερο αύριο.
Έζησα πολύ δύσκολες συνθήκες στη φυλακή. Εκεί είναι μια άλλη κοινωνία. Μόνο κάποιος που το έχει ζήσει μπορεί να καταλάβει πόσο άγρια είναι. Έμεινα σχεδόν τέσσερα χρόνια. Δε φοβήθηκα. Έχω μάθει να ζω σε πολύ σκληρές συνθήκες. Δε μου αρέσει, αλλά έχω μάθει να επιβιώνω. Εκεί, αποφάσισα ότι ο πάτος μου ήταν οι ουσίες. Η φυλακή ήταν σωσίβιο. Ήθελα να μπω φυλακή για να ξεκόψω. Ήταν ένας τρόπος διαφυγής.
Μπήκα για λίγους μήνες στο πρόγραμμα ΚΕΘΕΑ «Εν Δράσει» και μετά στο «18 Άνω», όπου βρήκα το... μάστορά μου. Εκεί, βρέθηκαν κάποια άτομα που πίστεψαν σε μένα και με βοήθησαν να προχωρήσω. Κέρδισα, μάλιστα, ένα βραβείο στη ζωγραφική. Όταν επρόκειτο να αποφυλακιστώ ήθελα πιαστώ από κάπου. Η ζωή μου ήταν η ζωγραφική και ήθελα να κάνω κάτι, γι’ αυτό συνέχισα με το ΚΕΘΕΑ. Δεν άφησα τον εαυτό μου καθόλου, ζωγράφιζα συνέχεια και αυτό μέτρησε πολύ για να αποφυλακιστώ νωρίτερα. Γενικά, έχω ταλέντο στο να δημιουργώ με τα χέρια μου. Είχα συνεννοηθεί ότι μόλις θα έβγαινα από τη φυλακή θα συνέχιζα το πρόγραμμα που είχα ήδη ξεκινήσει. Συνέχισα με το 18 Άνω και εδώ και δυόμιση χρόνια είμαι πολύ καλύτερα.
Στην αρχή νοίκιαζα σπίτια σε πολλές περιοχές. Μια πολύ καλή μου φίλη με βοηθούσε πάντα. Κι ακόμα με βοηθάει. Μένουμε μαζί και είμαστε πολύ αγαπημένες. Ακόμα κι αν αποφασίσουμε να μείνει η καθεμιά στο δικό της χώρο, θα είμαστε σίγουρα πάνω κάτω η μία από την άλλη. Είμαστε μαζί όπως οι γέροι του Μάπετ Σόου! Τσακωνόμαστε, γκρινιάζουμε, αλλά είμαστε πολύ αγαπημένες. Αυτό είναι υγιεινό!
Η ίδια φίλη μου ήταν πωλήτρια στη «σχεδία» και με ενημέρωσε σχετικά. Στην αρχή περίμενα αρκετό καιρό μέχρι να με ειδοποιήσουν και σκεφτόμουν χαριτολογώντας μήπως δεν θέλουν τους Γάλλους! Μου άρεσε, όμως, γιατί πουλούσα και κοσμήματα στο μετρό, αλλά δεν έβγαζα πολλά χρήματα. Χαίρομαι που είμαι εδώ. Αυτό που μου αρέσει είναι ότι μπορώ να φτιάξω το ωράριό μου και μου δίνει την ευκολία να παρακολουθώ όλα τα προγράμματά μου. Με εξυπηρετεί που στα κενά μου μπορώ να δουλεύω και να βγάζω κάποια χρήματα για να καλύπτω τις ανάγκες μας.
Τα πρώτα χρήματα που πήρα από τη «σχεδία» πήγαμε και αγοράσαμε ελαιόλαδο! Παίρνουμε φαγητό από το σισσίτιο, αλλά το λάδι ήταν κάτι που μας έλειπε. Ήταν πολύ ωραία αίσθηση. Είμαι πολύ καλή στα οικονομικά. Έμαθα να κοιτάζω τις τιμές στα σούπερ μάρκετ. Έχουμε και τρία σκυλιά και φροντίζουμε πρώτα να έχουν αυτά να φάνε και μετά εμείς! Κρέας δεν τρώμε σχεδόν ποτέ. Γελάω όταν με ρωτούν αν κάνω Σαρακοστή! Τους λέω ότι κάνω 365 μέρες το χρόνο!
Η πρώτη μου μέρα ήταν στην πλατεία Αττικής, 5 Ιανουαρίου. Ήρθε και η φίλη μου για συμπαράσταση και μου έφερε ένα τοστ να φάω. Έδωσα 5 περιοδικά. Μπορούσα να την κάνω τη δουλειά. Τον ξέρω το δρόμο. Το να αντέξω το κρύο μπορώ καλύτερα από τη ζέστη του καλοκαιριού. Στην αρχή δε μπορούσα να μιλάω για να προωθήσω το περιοδικό. Είχε κλείσει η φωνή μου, αλλά με τη βοήθεια του προγράμματος κατάφερα να την αποκτήσω πάλι. Έχει πλάκα, γιατί έχω γαλλική προφορά και πολλές φορές ο κόσμος μπερδεύεται, αλλά του αρέσει. Βρίσκω άτομα που μιλούν γαλλικά και θέλουν να κάνουν εξάσκηση. Εγώ όμως προτιμώ να μιλώ ελληνικά. Τσαντίζομαι όταν μου μιλούν σε άλλη γλώσσα. Η Ελλάδα είναι η πατρίδα μου τοσα χρόνια πια. Γράφω, σκέφτομαι, μιλάω ελληνικά, αλλά την προφορά μου δε μπορώ να την αλλάξω.
Είδα ότι υπάρχει ακόμα ανθρωπιά. Πίστευα ότι ήταν χαμένη, αλλά εδώ τη βρήκα. Ένα κοριτσάκι μου προσέφερε ένα μπουκάλι νερό στις πρώτες ζέστες, που ήμουν μέσα στον ήλιο. Μια μέρα πεινούσα και γουργούριζε το στομάχι μου και μια κυρία μου προσέφερε ένα κουλούρι. Κάποτε, ένας νεαρός μου έδωσε το φαγητό του που μόλις το είχε πάρει από το σισσίτιο. Μια γυναίκα την πρώτες μέρες του χειμώνα με ρώτησε αν θέλω να μου προσφέρει μια ζεστή σοκολάτα. Το ήθελα τόσο πολύ, αλλά δε μπορούσα να πω ναι. Όμως, και μόνο με τη σκέψη, η σοκολάτα με ζέστανε. Τόσο πολύ είναι σημαντικό να σε πλησιάζει ο κόσμος. Δεν το κάνουν από ελεημοσύνη. Όταν κάποια φορά προσπαθούν να μου δώσουν χρήματα θυμώνω. Δεν το κάνω γι’ αυτό. Δε μπορώ να το δεχθώ.
Το χαμόγελο που μου χαρίζουν, μου δίνει δύναμη. Όταν είσαι κάποιες ώρες και δεν έχεις δώσει ένα περιοδικό, σε πιάνει λίγο η απελπισία. Όταν σε χαιρετούν και σου χαμογελούν σου δείχνει ότι ξέρουν τι είναι το περιοδικό, γιατί είσαι εδώ. Εγώ είμαι πάντα χαμογελαστή. Χαίρομαι γιατί οι άνθρωποι μου δίνουν δύναμη να χαμογελώ.