Shedia

EN GR

24/01/2024

Σωτήρης Σταμπέλος

Γεννήθηκα το 1952 στο παραθαλάσσιο χωριό Μαρμάρι της νότιας Εύβοιας. Ήμασταν έξι αδέρφια, τώρα έχουμε μείνει πια τέσσερις, οι άλλοι δύο έχουν φύγει από τη ζωή – ο ένας, μάλιστα, πρόσφατα. Οι γονείς μου ήταν αγρότες, καλλιεργούσαν στάρι, κριθάρι, καλαμπόκι. Βοηθούσαμε και εμείς τα παιδιά, όσο μπορούσαμε. Θυμάμαι να φορτώνω, για παράδειγμα, το άλογο. Σχολείο πήγα μόνο μέχρι την Γ’ Δημοτικού. Δεν είχα τη δυνατότητα να συνεχίσω, καθώς δεν υπήρχε σχολείο στην περιοχή μου. Έπρεπε να κάνω ποδαρόδρομο δύο ωρών ώς το χωριό Καλλιανό. Έτσι, έπιασα δουλειά σε ένα μπακάλικο, όπου έκανα βοηθητικές εργασίες. Έβαζα, δηλαδή, πράγματα στα ψυγεία. Δούλευα, όμως, αμισθί. Μου έδιναν μονάχα ένα πιάτο φαγητό και ένα κρεβάτι για να κοιμάμαι. Στο μπακάλικο έμεινα γύρω στα πέντε χρόνια και στα 17 μου έβγαλα ναυτικό φυλλάδιο. Έπρεπε να στέλνω χρήματα και στους δικούς μου, που ήταν φτωχοί. Εξάλλου, μεγάλωσα μέσα στη θάλασσα και μου άρεσε η προοπτική του ναυτικού.

Το πρώτο μου ταξίδι ήταν από την Ιαπωνία στην Αμερική με ένα φορτηγό πλοίο, το οποίο ήταν καινούριο. Είχα πάει αεροπορικώς ώς την Ιαπωνία. Ξεκίνησα ως βοηθός καμαρώτου. Σερβίριζα το πλήρωμα, έπλενα τα πιάτα, βοηθούσα τον μάγειρα. Με τα χρόνια, έγινα και καμαρώτος. Τα πρώτα χρόνια δούλευα στα φορτηγά, ενώ, στη συνέχεια, ήμουν σε κρουαζιερόπλοια. Εκεί εκτελούσα χρέη σερβιτόρου. Κάναμε ταξίδια στα ελληνικά νησιά και γενικότερα στην Μεσόγειο. Στη θάλασσα ήμουν για πάνω από δέκα χρόνια, ώς τη δεκαετία του ’80, οπότε και τα παράτησα και έγινα στεριανός. Έπιασα δουλειά πάλι ως σερβιτόρος σε εστιατόρια σε παραλιακές περιοχές της Αθήνας, Γλυφάδα, Πειραιά, Βούλα, Βάρκιζα. Ήταν ένα επάγγελμα που το είχα μάθει καλά από την προϋπηρεσία μου στα καράβια. Δούλεψα αρκετά χρόνια στο χώρο αυτό, αλλά, σταδιακά, άρχισαν να προτιμούν κοπέλες για σερβιτόρες, το επάγγελμα γινόταν πιο «μοντέρνο». Μεγαλώνοντας, ήταν όλο και πιο δύσκολο να βρω δουλειά, δεν με έπαιρναν. Μοιραία, για χρόνια, δούλευα σε μεταφορικές εταιρείες, ενώ έκανα και πολλές δουλειές του ποδαριού. Δούλευα περιστασιακά, καθώς υπήρχαν διαστήματα όπου ήμουν άνεργος. Νοίκιαζα ένα σπίτι στον Βύρωνα και ευτυχώς που με βοηθούσαν οικονομικά και τα αδέρφια μου. Στη «σχεδία» ήρθα στους πρώτους μήνες κυκλοφορίας της, το 2013. Συνάντησα έναν πωλητή στο δρόμο, τον ρώτησα λεπτομέρειες και μου έδωσε τη διεύθυνση των γραφείων του περιοδικού. Όταν πρωτοφόρεσα το κόκκινο γιλέκο, πετούσα από τη χαρά μου. Ήμουν κοντά έξι χρόνια χωρίς εργασία και ένιωθα ξανά χρήσιμος, ότι βρήκα, επιτέλους, και εγώ να κάνω κάτι. Με τα χρήματα που βγάζω από το περιοδικό, καλύπτω τα έξοδά μου, πληρώνω το ενοίκιό μου. Έχω πια κουραστεί, γιατί είμαι πολλά χρόνια στο δρόμο, αλλά όσο μπορώ θα συνεχίσω να φοράω το κόκκινο γιλέκο. Ο κόσμος μάς αγαπάει, δεν θα έλεγα ότι μας λυπάται – γιατί και εγώ δεν θέλω να λυπάμαι τον εαυτό μου. Είμαι πάντα με το χαμόγελο.

 

*Ο κύριος Σταμπέλος δεν επιθυμούσε να δημοσιευθεί η φωτογραφία του