Shedia

EN GR

14/09/2023

Αθηνά Ντριζάκου

Γεννήθηκα στην Πάτρα τον Οκτώβριο του 1991, όπου είχαν έρθει λίγους μήνες νωρίτερα οι γονείς μου. Η μητέρα μου, που έφτασε από την Αλβανία στην Ελλάδα όντας τριών μηνών έγκυος σε μένα, ήταν από μειονοτικό χωριό των Αγίων Σαράντα, ενώ ο πατέρας μου από το Φιέρι. Εκείνη καθάριζε σπίτια, ενώ ο πατέρας δούλευε ως εργάτης σε αμπέλια και οικοδομές. Λίγες ήταν οι ωραίες στιγμές από τα παιδικά μου χρόνια. Αυτό που θυμάμαι είναι τα μεθύσια του πατέρα μου, φωνές, ενδοοικογενειακή βία. Όταν ήμουν πέντε χρόνων, μετακομίσαμε με τη μητέρα και τον κατά τρία έτη μικρότερο αδερφό μου στο Λουτράκι. Εκεί κάτσαμε τρία χρόνια, προτού πάμε στον Βόλο, όπου μείναμε δύο χρονιές. Το 2001, φύγαμε για το χωριό της μητέρας μου στην Αλβανία. Με το που φτάσαμε, βγήκε και το διαζύγιό της. Έπρεπε να προσέχει τον παππού μου, που είχε καρκίνο. Ήρθαμε στη Θεσσαλονίκη το 2006, τότε η μητέρα μου ήταν ετοιμόγεννη στην ετεροθαλή αδερφή μου. Για ένα διάστημα, φιλοξενηθήκαμε σε ένα εκκλησιαστικό ίδρυμα, μέχρι που η μητέρα μου έπιασε δουλειά ως εσωτερική γηροκόμος. Αρχικά, πήρε μαζί της στο σπίτι όπου εργαζόταν τη μικρή μου αδερφή, ενώ, στη συνέχεια, ακολουθήσαμε κι εγώ με τον αδερφό μου. Ενώ ήμουν μαθήτρια της Τρίτης Λυκείου, παράτησα το σχολείο και έπιασα δουλειά σε ένα μπουγατσάδικο στη Θεσσαλονίκη. Εκεί έκατσα έξι μήνες, καθώς η υπεύθυνη δεν με πλήρωνε. Στη συνέχεια, κατέβηκα στη Λάρισα, όπου έπιασα δουλειά ως σερβιτόρα στο καφέ-μπαρ του πατέρα μιας φίλης μου. Εκεί έκανα μια σχέση και έμεινα έγκυος. Ο πατέρας του παιδιού, όμως, ήθελε να κάνω έκτρωση. Έφυγα νύχτα από τη Λάρισα, για να κρατήσω το παιδί και επέστρεψα στη Θεσσαλονίκη, όπου και γέννησα, το 2012. Φιλοξενήθηκα σε κάποια εκκλησιαστικά ιδρύματα –ήδη από την εφηβεία μου, η σχέση με τη μητέρα μου δεν ήταν καλή–, αλλά, καθώς δεν τα έβγαζα πέρα, έδωσα το παιδί για υιοθεσία. Μαζί μου θα βασανιζόταν. Ξέρω ότι το παιδί είναι καλά. Το 2014, γράφτηκα σε επαγγελματικό λύκειο, όπου πήρα την ειδικότητα ανθοκομίας και αρχιτεκτονικής τοπίου. Το ολοκλήρωσα το 2016 και πέρασα στο Τμήμα Τεχνολογίας Περιβάλλοντος Ιονίων Νήσων, με έδρα τη Ζάκυνθο. Ξεκίνησα να παρακολουθώ τα μαθήματα, αλλά πάνω στο τρίμηνο σταμάτησα, λόγω οικονομικών προβλημάτων. Έπιασα δουλειά σε μια κουζίνα, αλλά τον Αύγουστο του 2017 απολύθηκα. Για τρεις μήνες φιλοξενήθηκα στο ίδιο εκκλησιαστικό ίδρυμα στη Θεσσαλονίκη όπου είχα μείνει στο παρελθόν με τη μητέρα και τα αδέρφια μου. Έβγαλα, όμως, το χειμώνα του 2018 στο δρόμο. Μέσω κάποιων γνωριμιών που είχα κάνει, έπιασα δουλειά ως εσωτερική γηροκόμος. Μάλωσα, όμως, με τον τρίτο κατά σειρά εργοδότη μου και έφυγα. Ξαναβρέθηκα στο δρόμο, σε πάρκα – βίωσα για συνολικά εννιά μήνες την αστεγία του δρόμου. Το φαγητό το εξασφάλιζα από τα συσσίτια εκκλησιών. Από τον φετινό Μάρτιο είμαι φιλοξενούμενη του υπνωτηρίου του δήμου Θεσσαλονίκης. Λίγο καιρό αφού μπήκα στο υπνωτήριο, είχε έρθει η Τερέζα, η υπεύθυνη του γραφείου της «σχεδίας» στη Θεσσαλονίκη, να κάνει ενημέρωση για το περιοδικό. Ήξερα για αυτό από τότε που πρωτοκυκλοφόρησε στην πόλη, είχα διαβάσει τεύχη του και, μάλιστα, σκεφτόμουν εκείνες τις μέρες να χτυπήσω την πόρτα του περιοδικού. Πρωτοφόρεσα το κόκκινο γιλέκο το Μάιο. Αισθάνομαι πια εργαζόμενη και αυτό μου προσφέρει αυτοπεποίθηση και ασφάλεια. Εκ των συνθηκών, ήμουν κλεισμένη στον εαυτό μου και η επικοινωνία με τον κόσμο με αναζωογονεί. Θα ήθελα να καταφέρω να νοικιάσω ένα σπίτι, να βρω δουλειά σε ένα φυτώριο ή θερμοκήπιο και να κάνω, κάποια στιγμή, μαθήματα κοπτοραπτικής.