Shedia

EN GR

29/05/2013

Το µαρτύριο της σταγόνας, του Σπύρου Ζωνάκη

Αν δεν παρθούν άμεσα μέτρα στη χώρα μας, όπου αναλογικά σημειώνεται η υψηλότερη κατανάλωση παγκοσμίως, θα ’ρθει σύντομα ο καιρός που θα πούμε το νερό, νεράκι.
 
του Σπύρου Ζωνάκη
 
Φαινομενικά είναι άφθονο και υπάρχει παντού. Στην πραγματικότητα όμως, το νερό είναι ένας περιορισμένος φυσικός πόρος και εκείνο που είναι πραγματικά διαθέσιμο στον άνθρωπο είναι ελάχιστο, μόλις το 1%. Δεν είναι επομένως τυχαίο ότι η λειψυδρία αποτελεί σημαντικό κοινωνικό και οικονομικό πρόβλημα για πολλές χώρες, ακόμα και αιτία πολέμων. Χαρακτηριστικά, σήμερα 1,1 δισεκατομμύρια άνθρωποι ζουν χωρίς πρόσβαση σε καθαρό πόσιμο νερό. Πάνω από 2,5 δισεκατομμύρια στερούνται το απαραίτητο νερό για στοιχειώδη υγιεινή, με αποτέλεσμα 2 εκατομμύρια άνθρωποι (το 90% παιδιά ηλικίας κάτω των 5 ετών) να πεθαίνουν κάθε χρόνο από διαρροϊκές ασθένειες. Παράλληλα σε 30 χρόνια λόγω αύξησης του πληθυσμού ακόμη 2,1 δισεκατομμύρια ανθρώπων υπολογίζεται ότι θα αντιμετωπίσουν προβλήματα ανεπάρκειας νερού.
Η Ελλάδα είναι μία μάλλον πλούσια σε νερό μεσογειακή χώρα, αφού η μέση ετήσια βροχόπτωση φτάνει τα 849 mm/χρόνο, μεγαλύτερη από ότι στην Ισπανία (636 mm/έτος) ή την Κύπρο (498 mm/έτος). Μάλιστα, το ετήσιο υδατικό δυναμικό της εκτιμάται σε 69 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα κατά μέσο όρο, εκ των οποίων τα 20 δισεκατομμύρια είναι υπόγεια και τα 49 δισεκατομμύρια επιφανειακά.
 
 
Υδατικά ισοζύγια
 
 Ωστόσο, η ιδιαίτερη ανισομέρεια των υδάτινων πόρων της χώρας στο χώρο και στο χρόνο, το έντονο ανάγλυφο, οι πολλές και σχετικά μικρές λεκάνες απορροής, η άνιση κατανομή των βροχοπτώσεων (πολλές στη δυτική Ελλάδα, λιγότερες στην ανατολική) σε συνδυασμό με τη συγκέντρωση του πληθυσμού και των κυριότερων δραστηριοτήτων (μεγάλες πόλεις, γεωργία, τουρισμός) στα ξηρότερα μέρη της χώρας, την υψηλή κατανάλωση, την κακή διαχείριση και την κατασπατάληση προκαλούν τελικά έντονα προβλήματα διαθεσιμότητας του υδρολογικού δυναμικού της. Έτσι, σύμφωνα με τον κ. Παναγιώτη Σαμπατακάκη, υδρογεωλόγο στο Ινστιτούτο Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών (ΙΓΜΕ), η χώρα μας εμφανίζει περιοχές ελλειμματικές σε νερό στον ανατολικό ηπειρωτικό και νησιωτικό χώρο, με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα τον θεσσαλικό κάμπο, το αργολικό πεδίο και τις Κυκλάδες και πλεονασματικές στο δυτικό ηπειρωτικό τμήμα (Ηλεία, Αιτωλοακαρνανία, Ήπειρος). 
 
Πιο συγκεκριμένα, από τα 14 υδατικά διαμερίσματα της χώρας, εκείνα με τα μεγαλύτερα αποθέματα σε νερό είναι αυτά της Ηπείρου και της δυτικής Στερεάς Ελλάδας. Το πρώτο διαθέτει 10,228 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού, ενώ την περίοδο κορύφωσης των αναγκών, δηλαδή τον Ιούλιο, η προσφορά φθάνει τα 73 εκατομμύρια και η ζήτηση τα 55 εκατομμύρια κυβικά μέτρα. Στο δεύτερο, το υδατικό δυναμικό αγγίζει τα 8,663 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα, με την πρόσφορα το καλοκαίρι να φθάνει τα 415 εκατομμύρια κυβικά μέτρα και τη ζήτηση τα 82 εκατομμύρια. Στον αντίποδα βρίσκεται το υδατικό διαμέρισμα της Αττικής, που παρουσιάζει τους λιγότερους υδατικούς πόρους της χώρας, μόλις 250 εκατομμύρια κυβικά μέτρα νερού, τη στιγμή που οι ετήσιες ανάγκες πλησιάζουν τα 540 εκατομμύρια. Στο αμέσως πιο φτωχό υδατικό διαμέρισμα, εκείνο των νησιών του Αιγαίου, το υδατικό δυναμικό μόλις που υπερβαίνει τα 2 δις κυβικά μέτρα με τη ζήτηση νερού ν’ αυξάνεται κατακόρυφα τους καλοκαιρινούς μήνες λόγω του τουρισμού και να εκτιμάται στα 25 εκατομμύρια κυβικά μέτρα και με την προσφορά να περιορίζεται στα 7 εκατομμύρια κυβικά. Ελλειμματικά υδατικά ισοζύγια παρουσιάζουν επίσης τα διαμερίσματα της Ανατολικής Πελοποννήσου, της Θεσσαλίας, της Κρήτης και της Ανατολικής Στερεάς Ελλάδας.
 
Πώς, όμως, εξασφαλίζεται η υδροδότηση των περιοχών που αντιμετωπίζουν προβλήματα επάρκειας; Για την ικανοποίηση των υδατικών αναγκών της Αττικής, της μοναδικής περιοχής όπου η ύδρευση αποτελεί την κύρια χρήση του νερού (περίπου 420 εκατομμύρια κυβικά μέτρα ετήσια κατανάλωση) απαιτείται η μεταφορά σημαντικών ποσοτήτων από τα γειτονικά διαμερίσματα, και συγκεκριμένα από τους ταμιευτήρες Υλίκης, Μόρνου και Ευήνου, των οποίων τα αποθέματα μαζί με αυτά του Μαραθώνα αγγίζουν φέτος το 1 δισεκατομμύριο κυβικά μέτρα, καθιστώντας την πρωτεύουσα πλεονασματική, ωστόσο, όπως επισημαίνει η κ. Ερμιόνη Φρεζούλη, συντονίστρια περιβαλλοντικής πολιτικής της οργάνωσης Μεσόγειος SOS, «αυτά τα μεγέθη διαφοροποιούνται από χρόνο σε χρόνο και εκτιμάται ότι στο άμεσο μέλλον θα υπάρξει έλλειμμα νερού εφόσον η κατανάλωση σημειώνει ετήσια αύξηση της τάξης του 6%». '
 
 
Γεωτρήσεις και υπεραντλήσεις
 
Σε πολλά νησιά του Αιγαίου η έλλειψη νερού αντιμετωπίζεται σε μεγάλο βαθμό με μεταφορά νερού από την ηπειρωτική Ελλάδα ή από άλλα νησιά που έχουν σχετικό υδατικό πλεόνασμα. Δεκατέσσερα υδροφόρα πλοία φεύγουν καθημερινά το καλοκαίρι από το Λαύριο, την Ελευσίνα και τη Ρόδο μεταφέροντας 15.000 κυβικά μέτρα νερό σε τριάντα νησιά του Αιγαίου. Ενδεικτικά, στη Σύμη μεταφέρονται περίπου 455.000 κυβικά μέτρα νερού το χρόνο, στη Μήλο 298.000 και στην Πάτμο 253.000. Ωστόσο, το οικονομικό κόστος του μεταφερόμενου νερού είναι πολύ ψηλό και μπορεί να φτάσει τα 10 ευρώ ανά κυβικό μέτρο.
 
Η πιο συνηθισμένη, όμως, πρακτική εξυπηρέτησης των υδατικών αναγκών δεν είναι άλλη από τις γεωτρήσεις. Όπως τονίζει ο κ. Σαμπατακάκης, «η αδυναμία του κράτους να δημιουργήσει τις απαραίτητες υποδομές για να εξασφαλιστεί αρδευτικό νερό στις πιο παραγωγικές περιοχές της χώρας οδήγησε τους αγρότες στην κατασκευή δεκάδων χιλιάδων ιδιωτικών υδρογεωτρήσεων. Σήμερα, υπολογίζεται ότι έχουν διανοιχθεί πάνω από 200.000 γεωτρήσεις σε ολόκληρη τη χώρα, οι οποίες παρά την τυπική τους αδειοδότηση λειτουργούν ανεξέλεγκτα καλύπτοντας ουσιαστικά πάνω από το 55% των αρδευτικών αναγκών της Ελλάδας».
 
Πράγματι, τα αποτελέσματα των συγκεκριμένων υπεραντλήσεων είναι καταστροφικά. Ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του ’80 σε αρκετές παράκτιες περιοχές έχουν προκληθεί εκτεταμένες διεισδύσεις της θάλασσας, με αποτέλεσμα την υφαλμύρωση αρκετών υπόγειων υδροφόρων. Η συνολική έκταση που έχει πληγεί από αυτήν εκτιμάται ότι ξεπερνά τα 2.100.000 στρέμματα και οι πιο έντονες συνέπειες αυτής της υποβάθμισης παρατηρούνται σε Κορινθία, Λακωνία, δυτική Αχαΐα, δυτική Μαγνησία, δυτική Χαλκιδική, Κάλυμνο, πεδιάδα Θεσσαλονίκης, Ηράκλειο Κρήτης. «Στη χειρότερη κατάσταση, όμως, σε ολόκληρη τη χώρα βρίσκεται το αργολικό πεδίο, στο οποίο η θάλασσα έχει διεισδύσει σε βάθος 6-7 χλμ», λέει ο κ. Σαμπατακάκης. «Κι αυτό γιατί πίσω από τις πηγές των Μύλων που υδρεύουν το Ναύπλιο και το Άργος υπάρχουν ιδιωτικές γεωτρήσεις που αντλούν ανεξέλεγκτα το λιγοστό νερό και ποτίζουν, όταν οι 80.000 πολίτες των αστικών κέντρων της περιοχής χρησιμοποιούν υφάλμυρο νερό στο δίκτυο ύδρευσης, κάτι που απαγορεύεται από τη νομοθεσία». Εντούτοις, ακόμα και περιοχές πλούσιες σε νερό, όπως η Βόρεια Ελλάδα, εμφανίζουν προβλήματα υπερεκμετάλλευσης των υδατικών τους πόρων και απολήψεων χωρίς σχεδιασμό κινδυνεύοντας να βρεθούν ενώπιον σοβαρής υδατικής πίεσης.
 
Κατά τον κ. Σαμπατακάκη, «ο ικανοποιητικός ετήσιος υδρολογικός κύκλος της χώρας μας θα μπορούσε να καταστήσει αυτάρκεις σχεδόν όλες τις περιοχές, ακόμα και τις πιο ελλειμματικές, αρκεί να γίνουν τα κατάλληλα έργα αξιοποίησης των υδατικών πόρων». Ενδεικτικά, η ενδημική λειψυδρία των νησιών θα μπορούσε ν’ αποτραπεί με την κατασκευή μικρών φραγμάτων που θα συγκρατούν το νερό της βροχής, τεχνητών λιμνοδεξαμενών, όπως και τη συντήρηση των αναβαθμίδων (πεζούλες) οι οποίες είχαν κατασκευαστεί κατά το παρελθόν και τελευταία εγκαταλείφθηκαν. Χαρακτηριστικά, η άνυδρη Μύκονος με τη δημιουργία δύο φραγμάτων στο Μαράθι χωρητικότητας 3.000.000 και 1.000.000 κυβικών μέτρων νερού αντίστοιχα έλυσε οριστικά το πρόβλημα υδροδότησης της.
 
  Όπως σημειώνει η κ. Μαρία Μιμίκου, Διευθύντρια του Εργαστηρίου Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων του ΕΜΠ, «δυστυχώς η χώρα μας, αντί να προχωρήσει σε μέτρα βιώσιμης διαχείρισης των υδατικών της αποθεμάτων, εμμένει σε φαραωνικά έργα, όπως αυτό της εκτροπής του Αχελώου, που και πολυδάπανο είναι και αδυνατεί να επιλύσει την υδατική επάρκεια του πλέον υδροβόρου υδατικού διαμερίσματος, εκείνου της Θεσσαλίας», συμπληρώνοντας ότι «δεν είναι ισορροπημένη εικόνα μόλις το 14% του νερού στη χώρα μας να προορίζεται για αστική, ενεργειακή και βιομηχανική χρήση και το 86% να χρησιμοποιείται στον αγροτικό τομέα, από το οποίο το 96% πηγαίνει στην άρδευση, όπου χάνεται το 80% σε απώλειες. Πρέπει να επιλεγούν άνυδρες καλλιέργειες και να βελτιωθούν οι μέθοδοι άρδευσης».
 
Υλοποιώντας το κοινοτικό πρόγραμμα i-adapt το Εργαστήριο Υδρολογίας και Αξιοποίησης Υδατικών Πόρων του ΕΜΠ απέδειξε ότι μπορεί να μειώσει το υδατικό έλλειμμα στην περιοχή του Πηνειού έως και 30%. Η πειραματική καλλιέργεια βαμβακιού με εφαρμογή ενός καινοτόμου τρόπου καλλιέργειας που ονομάζεται «γεωργία ακριβείας» και στηρίζεται στη χρήση συστήματος αισθητήρων που προσδιορίζουν το πότε ακριβώς χρειάζεται πότισμα και πόσο νερό απαιτείται είχε ως αποτέλεσμα τη μείωση της κατανάλωσης αρδευτικού νερού κατά 20-35%, της χρήσης λιπάσματος κατά 30%, καθώς και την αύξηση της παραγωγής μέχρι και 30%.
 
 
Πρωταθλητές στη σπατάλη!
 
Σύμφωνα με την κ. Φρεζούλη, «στην Ελλάδα σημειώνεται αναλογικά η μεγαλύτερη κατανάλωση νερού στον κόσμο, που κυμαίνεται στα 9 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα τον χρόνο», συμπληρώνοντας πως «το ζητούμενο είναι πολιτικές μείωσης της ζήτησης αντί για σχεδιασμό που βασίζεται στην αύξηση της προσφοράς. Χώρες που διαθέτουν περισσότερους υδατικούς πόρους από την Ελλάδα εστιάζουν σοβαρά στην καταπολέμηση της σπατάλης νερού και έχουν μειώσει την κατανάλωση ακόμα και κατά 30%».
 
Απαραίτητο βήμα είναι η βελτίωση των απαρχαιωμένων αστικών και αρδευτικών δικτύων, των οποίων οι διαρροές είναι τεράστιες και σε πολλές επαρχιακές πόλεις ξεπερνούν το 50%, όταν στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες περιορίζονται στο 10%. 
 
Επιπλέον, η εκμετάλλευση εναλλακτικών πηγών νερού (επαναχρησιμοποίηση γκρίζων νερών και επεξεργασμένων λυμάτων από βιολογικούς καθαρισμούς) τόσο για άρδευση καλλιεργειών όσο και για τεχνητό εμπλουτισμό των υπόγειων υδροφόρων είναι μια πρακτική που εφαρμόζεται εδώ και αρκετές δεκαετίες σε πολλές χώρες του κόσμου, όπως οι ΗΠΑ, το Ισραήλ, η Ισπανία, η Τουρκία, η Κύπρος, η Γαλλία, η Γερμανία, η Αυστραλία, η Ν. Αφρική. Στην Ελλάδα, αν και το σχετικό θεσμικό πλαίσιο δημιουργήθηκε το 2011, υπάρχει ανυπαρξία χρηματοδότησης έργων επαναχρησιμοποίησης των επεξεργασμένων λυμάτων. Το πιο ενθαρρυντικό παράδειγμα στη χώρα μας είναι εκείνο της Χερσονήσου στην Κρήτη, όπου η αξιοποίηση των υγρών αποβλήτων, που δίνουν κυρίως τα ξενοδοχεία, επέφερε τον υπερτριπλασιασμό της παραγωγής ελαιολάδου και την ανάπτυξη του πρασίνου στην περιοχή.
 
 
Οικονομία στο σπίτι και παντού
 
Παράλληλα, σε έκθεσή του το δίκτυο Μεσόγειος SOS σημειώνει ότι τα περιθώρια εξοικονόμησης νερού στην πόλη είναι τεράστια. Σε δημοτικούς εξωτερικούς χώρους προτείνεται ενδεικτικά η χρήση τεχνολογιών εξοικονόμησης στο πότισμα πάρκων (π.χ. χρήση συστημάτων ποτίσματος με σταγόνα) ή και στο πλύσιμο πλατειών και δρόμων, καθώς και η επιλογή φυτών με βάση τις ανάγκες τους σε νερό. Σε επίπεδο κατοικίας οι πλέον υποσχόμενες πρακτικές εξοικονόμησης κα ανακύκλωσης νερού περιλαμβάνουν χρήση εξοπλισμού όπως μειωτές ροής για βρύσες και ντουζιέρες, αυτόματους διακόπτες νερού με αισθητήρες κίνησης, καζανάκια διπλής ροής ή μειωμένης παροχής που μπορούν να πετύχουν μείωση της κατανάλωσης έως 20-25%, κατασκευή ομβροδεξαμενών/στερνών σε κάθε νέο κτίριο, όπως και παροχή οικονομικών κινήτρων για την εγκατάσταση του σχετικού εξοπλισμού σε παλιές κατοικίες. 
Στην ίδια έκθεση σημειώνεται πως μια ευέλικτη τιμολογιακή πολιτική που θα στηρίζεται σε κατάλληλη και κλιμακωτή χρέωση όλων των χρήσεων νερού και σε μεγάλες χρεώσεις για καταναλώσεις πέραν κάποιου συγκεκριμένου ορίου θα μπορούσε ν’ αποτελέσει εργαλείο αποτροπής της μεγάλης κατανάλωσης, όπως και εξεύρεσης οικονομικών πόρων για επενδύσεις σε εξοπλισμό και εγκαταστάσεις αναγκαίων για τη βιώσιμη διαχείριση του νερού. Αλήθεια, όμως, ποια είναι η εθνική πολιτική για το νερό; 
 
Οι συνήθεις καταδίκες
 
Σήμερα, το νομικό πλαίσιο που καθορίζει τη διαχείριση των υδατικών πόρων της χώρας μας ορίζεται από την Οδηγία Πλαίσιο για τα Ύδατα 2000/60. Η Οδηγία προβλέπει την εκπόνηση από τα κράτη-μέλη εθνικών στρατηγικών σχεδίων ολοκληρωμένης διαχείρισης που θα στοχεύουν στη διατήρηση, ανάπτυξη και διασφάλιση της καλής κατάστασης όλων των υδάτινων σωμάτων ως το 2015. Είναι η πρώτη φορά που σε νομοθετικό κείμενο της ΕΕ αναγνωρίζεται η αξία του νερού όχι μόνο για την ικανοποίηση των ανθρώπινων αναγκών αλλά και των αναγκών των οικοσυστημάτων και θεσμοθετείται η χρήση οικονομικών μέτρων για την επίτευξη των περιβαλλοντικών στόχων, όπως και η συμμετοχή του κοινού στη διαδικασία λήψης αποφάσεων.
 
Εντούτοις, παρόλο που η οδηγία ενσωματώθηκε στο εθνικό δίκαιο με το νόμο 3199/2003, η όποια εφαρμογή της είναι μόνο τυπική, κάτι που κόστισε στη χώρα μας δύο καταδίκες από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, τον Ιανουάριο του 2008 και τον Απρίλιο του 2012 για μη υποβολή των σχεδίων διαχείρισης των υδρολογικών της περιφερειών. Αν και η Ειδική Γραμματεία Υδάτων, που επιφορτίστηκε με την κατάρτιση τους, ξεκίνησε τις διαδικασίες το 2010, μέχρι σήμερα έχουν ολοκληρωθεί οι μελέτες για τα 10 μόλις από τα 14 υδατικά διαμερίσματα. Επιπρόσθετα, οι Περιφερειακές Διευθύνσεις Υδάτων υπολειτουργούν, ενώ το Εθνικό Συμβούλιο Υδάτων συνεδρίασε για πρώτη φορά τον Φεβρουάριο του 2013, με σαφώς υποβαθμισμένο ακόμα και τον γνωμοδοτικό ρόλο που προβλέπει ο νόμος.
 
Επιπλέον, όπως επισημαίνει ο κ. Σαμπατακάκης, «η ρητή υπόδειξη της Οδηγίας ότι “ο ρυπαίνων πληρώνει” ακόμα δεν έχει βρει την πραγματική εφαρμογή της στη χώρα μας, καθώς απουσιάζουν οι αποτελεσματικοί μηχανισμοί που θα λειτουργήσουν ανεπηρέαστα από πολιτικές ή άλλες έξωθεν παρεμβάσεις». Κλασικά παραδείγματα: η ρύπανση του Ασωπού και της Κορώνειας.
 
Με τη σειρά της η κ. Φρεζούλη τονίζει ότι «είναι αναγκαία η απρόσκοπτη λειτουργία του συσταθέντος μόλις το 2012 εθνικού μητρώου παρακολούθησης υδάτων, υπεύθυνου για τη μέτρηση της ποιότητας και της ποσότητας του υδατικού δυναμικού της χώρας. Κυρίως, όμως, επιβάλλεται η δημιουργία μιας πραγματικά ανεξάρτητης ρυθμιστικής αρχής που θα εφαρμόσει ένα εθνικό σχέδιο διαχείρισης των υδατικών πόρων, αντιμετωπίζοντας το νερό συνολικά ως πεπερασμένο φυσικό πόρο και περιβαλλοντικό αγαθό, θα συνεκτιμά τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, θα θέτει ορθούς όρους πρόσβασης, χρήσης, τιμολόγησής του, ελέγχοντας την εφαρμογή τους από τους φορείς της πολιτείας και θα παρέχει επαρκή ενημέρωση στους πολίτες-χρήστες».
 
Κοινωνικό αγαθό
 
Κοινός τόπος των ειδικών είναι η διαπίστωση ότι το νερό είναι κοινωνικό αγαθό και όχι εμπορικό προϊόν και η διασφάλιση του δημόσιου χαρακτήρα του πρέπει ν’ αποτελεί κυρίαρχο στόχο στην πολιτική διαχείρισής του, επισημαίνοντας ότι η απόφαση της κυβέρνησης για την ολοκληρωτική ιδιωτικοποίηση των δύο σημαντικότερων φορέων παροχής υδρευτικών υπηρεσιών, της ΕΥΔΑΠ και της ΕΥΑΘ θα μπορούσε ν’ αποτελέσει το έναυσμα για έναν ουσιαστικό διάλογο για τα ζητήματα του νερού, όπως και ενεργής συμμετοχής των τοπικών κοινωνιών στη διατήρηση και ανάπτυξη του φυσικού αυτού πόρου.
Σε αυτή την κατεύθυνση, τον Ιούλιο του 2012 συγκροτήθηκε η Πρωτοβουλία για τη μη Ιδιωτικοποίηση του νερού στην Ελλάδα (www.savegreekwater.org), μια συλλογικότητα πολιτών διαφορετικών ειδικοτήτων και πολιτικών θέσεων που συναινούν στην κοινωνική και ορθολογική διαχείριση του νερού και τάσσονται κατά της επαπειλούμενης ιδιωτικοποίησης των υπηρεσιών ύδρευσης. 
 
«Η ψήφιση από τη Βουλή τον Οκτώβριο του 2012 της κατάργησης του ελάχιστου ποσοστού του δημοσίου σε ΕΥΔΑΠ και ΕΥΑΘ, όπως και η πρόσκληση του ΤΑΙΠΕΔ για την υποβολή εκδήλωσης ενδιαφέροντος για την πώληση της ΕΥΑΘ ανοίγουν το δρόμο στην πλήρη ιδιωτικοποίηση του νερού στη χώρα μας», εξηγεί η κ. Έφη Σπυροπούλου, μέλος της Πρωτοβουλίας. 
 
«Η ιδιωτικοποίηση του φυσικού αυτού μονοπωλίου ήταν και παραμένει προβληματική. Η διεθνής εμπειρία έχει καταδείξει ότι όπου εφαρμόστηκαν πολιτικές ιδιωτικοποίησης οι τιμές εκτοξεύθηκαν στα ύψη, η ποιότητα του νερού υποβαθμίστηκε, οδηγώντας σε μαζικές μολύνσεις, όπως στη Ν. Αφρική, ακόμη και σε θανάτους στον Καναδά. Επιπλέον, οι εταιρείες αθετώντας συμβατικές τους υποχρεώσεις δεν προχωρούσαν στη συντήρηση και επέκταση του δικτύου ύδρευσης και άφηναν χωρίς πρόσβαση σε νερό ολόκληρες περιοχές όταν οι φτωχότεροι δεν είχαν τη δυνατότητα να πληρώσουν», προσθέτει η κ. Σπυροπούλου. 
 
Πράγματι, γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο, χώρες όπως η Γαλλία, ο Καναδάς, η Αργεντινή και η Ουγγαρία επαναδημοτικοποιούν τις υπηρεσίες ύδρευσης ή απορρίπτουν την ιδιωτικοποίηση της διαχείρισης των υδάτων. Τα πλέον χαρακτηριστικά παραδείγματα στην Ευρώπη είναι η καταψήφιση σε ποσοστό 95% από τον ιταλικό λαό της ιδιωτικοποίησης της ύδρευσης τον Ιούνιο του 2011, όπως και η ανάληψη από τις δημοτικές αρχές του Παρισιού του υδρευτικού συστήματος της πόλης στα τέλη του 2009, μετά από έναν αιώνα που αυτό βρισκόταν υπό ιδιωτικό έλεγχο.
 
«Είμαστε αποφασισμένοι να εμποδίσουμε την εμπορευματοποίηση του νερού στη χώρα μας τόσο ενημερώνοντας την κοινή γνώμη και διασυνδεόμενοι με φορείς και οργανώσεις που αντιτάσσονται σε αυτήν όσο και αναδεικνύοντας την ευρωπαϊκή διάσταση του θέματος. Το πιο ανησυχητικό είναι ότι η Κομισιόν ασκεί πιέσεις σε όλες τις χώρες του Νότου για την ιδιωτικοποίηση του νερού, παρά το γεγονός ότι οι ευρωπαϊκές συνθήκες υπαγορεύουν ουδετερότητα σε θέματα διαχείρισης των υδάτινων πόρων. Είμαστε μέλος του Ευρωπαϊκού Κινήματος Νερού και συλλέγουμε υπογραφές για να ψηφιστεί από το Ευρωκοινοβούλιο η μη εμπορευματοποίηση των υπηρεσιών ύδρευσης. Πανευρωπαϊκά έχουμε 1.500.000 υπογραφές, στην Ελλάδα έχουμε φθάσει τις 11.000, όταν απαιτούνται 16.500 για να συμμετέχουμε στην πρώτη Ευρωπαϊκή Πρωτοβουλία Πολιτών από τότε που θεσμοθετήθηκε η διαδικασία από την ΕΕ. Καλούμε, λοιπόν, όλους να ενισχύσουν την προσπάθειά μας», καταλήγει η κ. Σπυροπούλου. 
 
Σε κάθε περίπτωση, το ζήτημα της βιώσιμης διαχείρισης και προστασίας των υδάτινων πόρων της χώρας αφορά όλους μας.
 

ΑΡΘΡΑ ΤΕΥΧΟΥΣ